Αριθμός 122/2005
ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΣΠΑΡΤΗΣ
Αποτελούμενο από τους Δικαστές Γεώργιο Κουρούση - Πρόεδρο Πρωτοδικών, Ευάγγελο Χριστιά, Αθανάσιο Παπαπαναγιώτου - Εισηγητή, ρωτοδίκες και το Γραμματέα Ανδρέα Θεοφιλόπουλο.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 21 Οκτωβρίου 2005, προκειμένου να δικάσει την εξής υπόθεση:
Α] Της ενάγουσας-καλούσας: Γεωργίας συζ. Γεωργίου Κανελλοπούλου, το γένος Δημητρίου Λυραντζή, κατοίκου Σπάρτης, η οποία παραστάθηκε στο Δικαστήριο με τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Ιωάννη Νικολόπουλο.
Του εναγομένου-καθ' ου η κλήση: Γεωργίου Σπυρίδωνα Κανελλόπουλου, κατοίκου Σπάρτης, ο οποίος παραστάθηκε στο Δικαστήριο με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Δημήτριο Πολυχρονάκο.
Β] Του ενάγοντος -καλούντος: Γεωργίου Σπυρίδωνα Κανελλόπουλου, κατοίκου Σπάρτης, οποίος παραστάθηκε στο Δικαστήριο με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Δημήτριο Πολυχρονάκο.
Της εναγομένης-καθ' ης κλήση: Γεωργίας συζ. Γεωργίου Κανελλοπούλου, το γένος Δημητρίου Λυραντζή, κατοίκου Σπάρτης, η οποία παραστάθηκε στο Δικαστήριο με τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Ιωάννη Νικολόπουλο.
Α] Η ενάγουσα κατέθεσε στο Γραμματέα του Δικαστηρίου αυτού την από 15-2-2003 και στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Σπάρτης απευθυνόμενη αγωγή της, η οποία καταχωρήθηκε στα σχετικά βιβλία με αύξοντα αριθμό 332/ΤΠ 36/2003 και γράφτηκε στο σχετικό πινάκιο για να συζητηθεί στη δικάσιμο της 19-9-2003 και μετά από αναβολή στη δικάσιμο της 5-3-2004, κατά την οποία ματαιώθηκε η συζήτηση της. Επανήλθε για συζήτηση με την από 8-7-2004 αίτηση-κλήση, οποία καταχωρήθηκε στα σχετικά βιβλία με αύξοντα αριθμό 1086/ΤΠ 132/2004 και γράφτηκε στο σχετικό πινάκιο για να συζητηθεί στη δικάσιμο της 1-4-2005 και μετά από αναβολή στη δικάσιμο, που αναφέρεται στην αρχή της απόφασης αυτής.
Β] Ο ενάγων κατέθεσε στο Γραμματέα του Δικαστηρίου αυτού την από 15-9-2003 και στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Σπάρτης απευθυνόμενη αγωγή του, η οποία καταχωρήθηκε στα σχετικά βιβλία με αύξοντα αριθμό 1515/ΤΠ 173/2003 και γράφτηκε στο σχετικό πινάκιο για να συζητηθεί στη δικάσιμο της 5-3-2004, κατά την οποία ματαιώθηκε η συζήτηση της. Επανήλθε για συζήτηση με την από 2-9-2004 αίτηση-κλήση, οποία καταχωρήθηκε στα σχετικά βιβλία με αύξοντα αριθμό 1311/ΤΠ 137/2004 και γράφτηκε στο σχετικό πινάκιο για να συζητηθεί στη δικάσιμο της 1-4-2005 και μετά από αναβολή στη δικάσιμο, που αναφέρεται στην αρχή της απόφασης αυτής.
Κατά τη συζήτηση των υποθέσεων και κατά την εκφώνηση τους από το σχετικό πινάκιο, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις τους, τις οποίες ανέπτυξαν και προφορικά
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τη διάταξη του άρθρου 1439 παρ. 1 ΑΚ προκύπτει ότι καθένας από τους συζύγους έχει δικαίωμα να ζητήσει τη λύση του γάμου του όταν οι μεταξύ τους σχέσεις έχουν κλονιστεί τόσο σοβαρά, είτε από μόνη τη συμπεριφορά του εναγομένου είτε από τη συμπεριφορά και των δύο, ώστε βάσιμα η εξακολούθηση της έγγαμης συμβίωσης να είναι αφόρητη για τον ενάγοντα. Κλονιστικά δε γεγονότα είναι εκείνα που βάλλουν και πλήττουν το θεσμό του γάμου, ως ηθική και νομική σχέση και την κοινωνία του βίου των συζύγων ώστε η εξακολούθηση αυτού, κατ' αντικειμενική κρίση, να είναι αφόρητη. Τέτοια κλονιστικά γεγονότα θεωρούνται, μεταξύ των άλλων, η υποχρέωση συμβίωσης, ο οφειλόμενος σεβασμός, το καθήκον έντιμης και ηθικής συμπεριφοράς, τόσο προς τον άλλο σύζυγο όσο και προς τους συγγενείς αυτού, οι συνεχείς σκηνές ζηλοτυπίας κ.λ.π. (ΕφΑΘ 7132/2002 ΕλλΔνη 2003. 209, Β. Βαθρακοκοίλης, Το Νέο Οικογενειακό Δίκαιο, 2000, υπό άρθρο 1439, αριθ. 6,7,8).
Οι διάδικοι με τις αντίθετες υπ' αριθμούς εκθέσεων καταθέσεως 332/ΤΠ36/18-2-2003 και 1515/ΤΠ173/16-9-2003 αγωγές τους ζητούν να λυθεί ο μεταξύ τους γάμος λόγω ισχυρού κλονισμού της έγγαμης σχέσης τους, καθένας τους από λόγο που αφορά το πρόσωπο του άλλου. Οι αγωγές παραδεκτά εισάγονται για να συζητηθούν ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου κατά την ειδική διαδικασία των γαμικών διαφορών (άρθρα 18 αριθ. 1, 22 και 592 επ. ΚΠολΔ) και είναι νόμιμες, ερειδόμενες στις διατάξεις των άρθρων 1438 και 1439 παρ. 1 ΑΚ. Επομένως, οι υπό κρίση αγωγές, πρέπει να ερευνηθούν περαιτέρω και κατ' ουσίαν, διατασσομένης της συνεκδικάσεώς τους, καθόσον είναι προδήλως συναφείς και από τη συνεκδίκασή τους διευκολύνεται η διεξαγωγή της δίκης και επέρχεται μείωση των εξόδων (άρθρο 246 ΚΠολΔ).Από την ένορκη κατάθεση της μάρτυρος που εξετάσθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, την κατάθεση του διαδίκου, που εξετάσθηκε χωρίς όρκο ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημοσίας συνεδριάσεως, την επικαλούμενη και προσκομιζόμενη από τον ενάγοντα-εναγόμενο υπ' αριθμ. 292/2005 ένορκη βεβαίωση ενώπιον του Ειρηνοδίκη Σπάρτης που έχει ληφθεί νομότυπα, μετά από προηγούμενη κλήτευση της ενάγουσας-εναγομένης (βλ. τη με αριθμό 7862/2005 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Σπάρτης Ηλία Φράγκα-Ζαχαριά), του φωτογραφικού υλικού του οποίου η γνησιότητα δεν αμφισβητείται (άρθρα 444 αριθ. 3, 448 παρ. 2 και 457 παρ. 4 ΚΠολΔ) και όλων των εγγράφων που προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι τα οποία λαμβάνονται υπόψη τόσο για άμεση απόδειξη, όσο και για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, αφού έχει επιτραπεί η απόδειξη με μάρτυρες (άρθρα 336 παρ. 3, 339, 395 ΚΠολΔ) πλην της μαγνητοταινίας, που είναι η κύρια μορφή της φωνοληψίας και προσκομίζει ο ενάγων-εναγόμενος, επειδή σ' αυτήν περιέχεται ιδιωτική ομιλία, η καταγραφή της οποίας έγινε εν αγνοία και χωρίς τη συναίνεση του προσώπου εναντίον του οποίου προσκομίζεται κατά παράβαση των άρθρων 5 παρ. 1, 9 παρ. 1 εδ. α' και 19 εδ. α' Σ (ΑΠ 748/2000 Ελ^η;4Λ 1604) αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά. Οι διάδικοι τέλεσαν νόμιμο γάμο στη Σπάρτη Λακωνίας στις 7 Ιουνίου 1987 (βλ. την υπ' αριθμ. πρωτ. 1265/87 ληξιαρχική πράξη γάμου του ληξιάρχου Σπάρτης, που προσκομίζει ο ενάγων-εναγόμενος), από τον οποίο απέκτησαν δύο τέκνα. ΙΗ έγγαμη συμβίωση τους στα πρώτα δέκα πέντε χρόνια, περίπου, υπήρξε ομαλή, όμως κατά την άνοιξη του 2002, η εναγόμενη της δεύτερης αγωγής επέδειξε συμπεριφορά που δεν συνάδει προς τις υποχρεώσεις του γάμου, του καθήκοντος σεβασμού και έντιμης και ηθικής συμπεριφοράς έναντι του συζύγου της - ενάγοντος της δεύτερης αγωγής. Συγκεκριμένα η εναγομένη της δεύτερης αγωγής κατά τον ως άνω χρόνο, όπως αποδείχθηκε, άρχισε να επιδεικνύει μια διαφορετική συμπεριφορά στον σύζυγο και τα τέκνα της. Όλο και περισσότερες ώρες βρισκόταν μακριά από την συζυγική οικία και το ενδιαφέρον της γι' αυτήν όλο και μειωνόταν. Αυτή η αδιαφορία της για τα τεκτενόμενα στην οικογένεια της προήλθε από την έντονη εξωσυζυγική της σχέση με άλλον άντρα η οποία αποτυπωνόταν και στο προσωπικό της ημερολόγιο που ανακάλυψε ο σύζυγος της στο κομοδίνο της κρεβατοκάμαρας τους. Σ' αυτό περιέγραφε τις προσωπικές της στιγμές με το τρίτο αυτό πρόσωπο και τα συναισθήματα της. Μάλιστα την επιβεβαίωση αυτής της σχέσης διαβεβαιώνει και η Αναστασία Σουχλέρη, η οποία είναι γείτονας των διαδίκων, και στην οποία εκμυστηρεύθηκε η ίδια η ενάγουσα-εναγομένη ότι έχει αίσθημα με κάποιο 55άρη. Ακόμα, αποδείχθηκε ότι όταν ανακάλυψε ο ενάγων-εναγόμενος το συγκεκριμένο ημερολόγιο η σύζυγος του είχε αλλάξει κάπως χαρακτήρα και προσπαθούσε να τον ηρεμήσει και να τον «κερδίσει» εκ νέου, αλλά τελικά αυτό ήταν ένα τέχνασμα της μέχρι να του αποσπάσει το ημερολόγιο της το οποίο το κατάφερε και στη συνέχεια το έκαψε, μη γνωρίζοντας ότι ο σύζυγος της είχε κρατήσει φωτοαντίγραφα, με αποτέλεσμα να επιστρέψει στην πρότερα ανάρμοστη συμπεριφορά της. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι, σε μια προσπάθεια για να εξομαλυνθεί όλη αυτή η δυσάρεστη κατάσταση που είχε δημιουργηθεί στην οικογένεια των διαδίκων, ο σύζυγος κατόπιν συνεννοήσεως με την πεθερά του, η οποία ήταν κάτοικος Αυστραλίας, πρότεινε στην ενάγουσα-εναγομένη να πάει μαζί με την θυγατέρα τους να διαμείνει για ένα μήνα με τους συγγενείς της στην Αυστραλία, το οποίο και έγινε. Με την επιστροφή τους όμως, μέσα στο αυτοκίνητο στο οποίο επέβαινε και ο ενάγων-εναγόμενος με τον μεγάλο τους υιό, οι οποίοι πήγαν στο αεροδρόμιο για να τους υποδεχτούν και να τους φέρουν στην οικία τους, η ενάγουσα-εναγομένη άρχισε να αναφέρει ότι στο εξωτερικό είναι καλύτερα και ότι έπρεπε να πουλήσουν ότι είχαν και να πάνε να μείνουν μόνιμα εκεί. Ο Σπύρος, ο υιός τους, αντέδρασε με αποτέλεσμα μια μεγάλη φασαρία την οποία προκάλεσε η ενάγουσα-εναγομένη η οποία αποδείκνυε ότι δεν ήθελε με κανένα τρόπο την ενότητα της οικογένειας της αλλά εύρισκε κάθε φορά τρόπους για να δημιουργεί ένταση, αφού ήταν σίγουρη ότι μια τέτοια συζήτηση θα εύρισκε αντίθετους και τον σύζυγο της αλλά και το ανήλικο τέκνο της προς το οποίο από τότε άρχισε να έχει μια ανεπίτρεπτη επιθετικότητα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής αλλά και της αδιαφορίας της ενάγουσας-εναγομένης προς την οικογένεια της, ήταν το επεισόδιο που έλαβε χώρα στις 24-5-2003 ενώπιον μάλιστα του άλλου ανήλικου τέκνου της, Μαρίας 8 ετών τότε, όταν απώθησε βιαίως από την οικία τους το άλλο ανήλικο τέκνο της Σπύρο, 15 ετών τότε, πετώντας του και τα βιβλία, αλλά και εκείνο κατά το οποίο, ενώ ήταν χειμώνας, η ενάγουσα-εναγομένη, είχε αλλάξει τις κλειδαριές της οικίας τους και δεν άφηνε τον τελευταίο (υιό της) να πάρει κουβέρτες από το σπίτι της με αποτέλεσμα αυτός να κοιμάται μαζί με τον πατέρα του σε ένα ημιυπόγειο χωρίς θέρμανση και να αναγκάζονται να αναζητούν κλινοσκεπάσματα από τους γείτονες. Παρόμοια επεισόδια επαναλήφθηκαν, τα οποία και τελικά, σωρευόμενα και με την αποδειχθείσα εξωσυζυγική σχέση από την πλευρά της ενάγουσας-εναγομένης, κλόνισαν ιδιαίτερα τις μεταξύ των διαδίκων σχέσεις και κατέστησαν τη συμβίωση τους αδύνατη, οπότε και έπαψαν να διαμένουν στην ίδια οικία. Ο ανωτέρω δε αναφερόμενος ισχυρός κλονισμός της σχέσης των διαδίκων οφείλεται σε λόγους που αφορούν αποκλειστικά το πρόσωπο της εναγομένης της δεύτερης αγωγής, κατά τα ανωτέρω διαλαμβανόμενα. Αντίθετα δεν αποδείχθηκε κανένα κλονιστικό γεγονός που να συνδέεται με το πρόσωπο του εναγομένου της πρώτης αγωγής. Συγκεκριμένα η μάρτυς της ενάγουσας της πρώτης αγωγής ουδέν κατέθεσε επί των ισχυρισμών της ενάγουσας ότι ο ενάγων δεν επεδείκνυε την αρμόζουσα προς αυτήν συμπεριφορά. Ειδικότερα επί του ισχυρισμού της ότι η οικία της είχε μετατραπεί σε τόπο διαμονής των άμεσων συγγενών του η μάρτυρα της κατέθεσε ότι αυτοί δεν διέμεναν μαζί τους αλλά στην οικία που ήταν από κάτω από αυτήν των διαδίκων αφού επρόκειτο, όπως ανέφερε και η ίδια, για τριώροφη οικοδομή. Επίσης ως προς τους ισχυρισμούς της ενάγουσας-εναγομένης ότι την χτυπούσε και την εξύβριζε η ίδια μάρτυρας ανέφερε ότι δεν είχε αντιληφθεί ποτέ ο ενάγων-εναγόμενος να έχει χτυπήσει την σύζυγο του και όσον αφορά τις εξυβρίσεις αρχικά δεν εντόπισε ούτε απομόνωσε κάποιο συγκεκριμένο περιστατικό, αλλά περιόρισε την κατάθεση της σε γενικόλογα περί ύβρεων και όταν τελικά αναφέρθηκε πιο συγκεκριμένα αυτό που ειπώθηκε από την πλευρά της, ως ύβρις του ενάγοντα-εναγομένου, αποτελούσε μομφή για θέμα ηθικής της συζύγου του, την οποία αν την εκστόμησε αυτό θα έγινε αφού είχε ήδη ανακαλύψει την εξωσυζυγική της σχέση. Περαιτέρω όσον αφορά τον ισχυρισμό της ενάγουσας-εναγομένης περί ιδιαιτέρας επίδοσης του συζύγου της σε ερωτικές δραστηριότητες με διάφορες γυναίκες κάτι τέτοιο δεν αποδείχθηκε από κανένα αποδεικτικό στοιχείο αφού και η ίδια η μάρτυρας της καταθέτοντας αναφέρθηκε σε μία απ' αυτές με την οποία μάλιστα είχε μιλήσει και μαζί της τηλεφωνικά, αλλά χωρίς πειστικό τρόπο, αφού σε μεγάλο μέρος της κατάθεσης της αναμείγνυε την σχέση των αντιδίκων με τη κοινωνική σχέση της ίδιας με τους τελευταίους, απ' όπου αποδεικνύεται και μία αντιπάθεια προς τον ενάγοντα-εναγόμενο αφού όπως χαρακτηριστικά ανέφερε και η ίδια «μετά από αυτά που μου έχει κάνει» υπάρχει έχθρα εκ μέρους της.
Συνεπώς, θα πρέπει να γίνει δεκτή και ως βάσιμη κατ’ ουσίαν η υπ' αριθμ. καταθέσεως 1515/ΤΠ173/16-9-2003 αγωγή του Γεωργίου Κανελλόπουλου και να απορριφθεί κατ' ουσίαν αβάσιμη η υπ' αριθμ. καταθέσεως 332/ΤΠ36/18-2-2003 αγωγή της Γεωργίας θυγ. Δημητρίου Λυραντζή συζύγου Γεωργίου Κανελλόπουλου. Τέλος, πρέπει η ενάγουσα της δεύτερης αγωγής και εναγόμενη της πρώτης να καταδικασθεί στη δικαστική δαπάνη του ενάγοντα της πρώτης
αγωγής και εναγομένου της δεύτερης λόγω της ήττας της (άρθρο 176 εδ. α' ΚΠολΔ), κατά τα διαλαμβανόμενα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Συνεκδικάζει αντιμωλία των διαδίκων τις υπ' αριθμ.
εκθέσεως καταθέσεως 382/ΤΠ36/18-2-2003 και 1515/ΤΠ173/16-9-2003 αγωγές.
Απορρίπτει την υπ' αριθμ. καταθέσεως 332/ΤΠ36/18-2-2003 αγωγή της Γεωργίας θυγ. Δημητρίου Λυραντζή, συζύγου Γεωργίου Κανελλόπουλου.
Δέχεται την υπ' αριθμ. καταθέσεως 1515/ΤΠ173/16-9-2003 αγωγή του Γεωργίου Κανελλόπουλου.
Απαγγέλλει τη λύση του μεταξύ των διαδίκων γάμου, που τελέσθηκε στη Σπάρτη Λακωνίας στις 7-6-1937.
Καταδικάζει την Γεωργία θυγ. Δημητρίου Λυραντζή, σύζυγο Γεωργίου Κανελλόπουλου στη δικαστική δαπάνη του Γεωργίου Κανελλόπουλου, την οποία ορίζει στο ποσό των εννιακοσίων (900) ευρώ. Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στη Σπάρτη στις 21 Νοεμβρίου 2005 και δημοσιεύθηκε στον ίδιο τόπο στις 28 Νοεμβρίου 2005, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση και στο ακροατήριο του.
ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΣΠΑΡΤΗΣ Αριθμός Απόφασης 149 /2007
ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΣΠΑΡΤΗΣ
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Αριθμός Απόφασης 149 /2007
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΣΠΑΡΤΗΣ
Αποτελούμενο από το Δικαστή Δημήτριο Τίτσια, Πρωτοδίκη, τον οποίο όρισε ο Πρόεδρος Πρωτοδικών και από τη Γραμματέα Σοφία Ροζάκη.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 23 Μαρτίου 2007 για να δικάσει την υπόθεση:
ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ : Γεωργίου Παναγ. Δαφνιώτη κατοίκου Η.Π.Α, ο οποίος εκπροσωπήθηκε στο Δικαστήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο Παναγιώτη Αθανασούλια.
ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ : 1) Ηλία Κων. Κρικέλα, 2) Δημητρίου Κων. Κρικέλα, κατοίκων Σπάρτης, οι οποίοι παρουσιάστηκαν στο Δικαστήριο με τους πληρεξούσιους δικηγόρους Χρήστο Πλειώτα και Δημήτριο Πολυχρονάκο.
Ο ενάγων κατέθεσε στο Γραμματέα του Δικαστηρίου αυτού την από 3-5-2006 και στο Μονομελές Πρωτοδικείο Σπάρτης απευθυνόμενη αγωγή του, η οποία καταχωρήθηκε στα σχετικά βιβλία με αύξοντα αριθμό 1831/ΤΜ 86/2006 και γράφτηκε στο σχετικό πινάκιο για να συζητηθεί κατά τη δικάσιμο της 10-11-2006, οπότε αναβλήθηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.
Κατά τη συζήτηση της υπό κρίση αγωγής και κατά την εκφώνηση της από το πινάκιο οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και τις προτάσεις τους.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Με την υπό κρίση αγωγή ο ενάγων εκθέτει ότι είναι κύριος ενός οικοπέδου που βρίσκεται στη Σπάρτη εμβαδού 320,38 τ.μ.. Ότι μολονότι το ανωτέρω ακίνητο είχε σαφές και προσδιορισμένο όριο με το γειτονικό ακίνητο ιδιοκτησίας των εναγομένων, οι τελευταίοι το έτος 1984 κατά την ανέγερση οικοδομής προσάρτησαν στην ιδιοκτησία τους και τμήμα του ακινήτου του ενάγοντος εμβαδού 21,58 τ.μ. επεκτείνοντας και επ' αυτού την οικοδομή τους. Ότι μόλις το έτος 1989, όταν ήλθε στην Ελλάδα από το εξωτερικό, όπου κατοικεί μόνιμα, πληροφορήθηκε την ανωτέρω κατάληψη, άσκησε σε βάρος των εναγομένων τη με αριθμό 357/ΤΠ 77/10.4.1991 διεκδικητική αγωγή ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Σπάρτης, η οποία εν συνεχεία έγινε τελεσίδικα δεκτή με αριθμό 133/2005 απόφαση του Εφετείου Ναυπλίου. Ζητεί δε μετά το νόμιμο περιορισμό των αγωγικών αιτημάτων από καταψηφιστικά σε αναγνωριστικά να αναγνωριστεί η υποχρέωση των εναγομένων να του καταβάλουν: α) ποσό 18.827€ που αντιστοιχεί στην αξία των 13,502 τ.μ. διαμερίσματος και 0,90 τ.μ. αποθήκης που θα ελάμβανε επιπλέον σύμφωνα με τους όρους του εργολαβικού που συνήψε με τον εργολάβο, στον οποίο το έτος 1990 ανέθεσε την ανέγερση πολυκατοικίας επί του οικοπέδου του και το οποίο ποσό ζημιώθηκε, διότι η ανωτέρω εδαφική λωρίδα δεν συμπεριλήφθηκε τελικά στη σύμβαση της αντιπαροχής, β) ποσό 8.801,67 € που αντιστοιχεί στη ζημία που υπέστη από τη μη εκμίσθωση των ανωτέρω 13,502 τ.μ. διαμερίσματος και 0,90 τ.μ. αποθήκης κατά τα έτη 1994 έως 2006, γ) ποσό 42.287,77 € το οποίο ωφελήθηκαν οι εναγόμενοι κατά τα έτη 1984 έως 2006 και το οποίο αντιστοιχεί στη μισθωτική αξία των 21, 58 τ.μ. τόσο του διαμερίσματος όσο και του ισογείου της οικοδομής, την οποία κατά τα ανωτέρω οι εναγόμενοι επέκτειναν σε βάρος της ιδιοκτησίας του ενάγοντος, δ) ποσό 20.000 € ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη από την αδικοπραξία. Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα η αγωγή, αρμοδίως και παραδεκτώς εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, (άρθρα 14 αρ. 2 και 22 ΚΠολΔ), κατά την τακτική διαδικασία και είναι ορισμένη και νόμιμη, ερειδόμενη στις διατάξεις των άρθρων 914 επ., μόνο όμως όσον αφορά τις αδικοπρακτικές αξιώσεις (α, β, δ). Αντιθέτως είναι αόριστη όσον αφορά τη σωρευόμενη (γ) αξίωση διότι, μολονότι ο ενάγων εκθέτει ότι το αγαθό που στερήθηκε ο ίδιος και ωφελήθηκαν οι εναγόμενοι είναι τα 21,58 τ.μ. του οικοπέδου του (και δεν εκθέτει ότι είναι συγκύριος των οριζόντιων ιδιοκτησιών που ανήγειραν οι εναγόμενοι κατά ορισμένα τετραγωνικά μέτρα ή ποσοστό) και μολονότι η ιστορούμενη ωφέλεια των εναγομένων οφείλεται κατά ένα μόνο μέρος στην αξιοποίηση του περιουσιακού αγαθού του ενάγοντος (των 21, 58 τ.μ. καταληφθέντος οικοπέδου) ενώ κατά το άλλο μέρος οφείλεται σε συμβολή των ιδίων των πλουτησάντων - εναγομένων και δη στην ανέγερση με δικές τους δαπάνες οικοδομής, στην αγωγή διαλαμβάνεται η συνολική ωφέλεια των εναγομένων από την εκμετάλλευση της οικοδομής και δεν διαλαμβάνεται ο πλουτισμός των εναγομένων, ο οποίος ανάγεται συγκεκριμένα στις δυνατότητες που ενυπάρχουν στο περιουσιακό αγαθό των 21,58 τ.μ. εδάφους και ο οποίος μόνο πλουτισμός προέρχεται από την διαλαμβανόμενη στην αγωγή «περιουσία» του ενάγοντος (βλ. άρθρο 904 ΑΚ). Άλλωστε η ανωτέρω (γ) αξίωση απαραδέκτως σωρεύεται αντικειμενικά με τις προηγούμενες, διότι δεν είναι δυνατή η σωρευτική απόληψη τόσο της πλήρους αποζημίωσης για τη ζημία που υπέστη ο παθών από την αδικοπραξία (οι αξιώσεις α και β αντιπροσωπεύουν εν προκειμένω την πλήρη περιουσιακή ζημία του ενάγοντος) όσο και της ωφέλειας του αδικοπραγήσαντος, διότι τούτο θα ήγε σε πλουτισμό του παθόντος.
Από το συνδυασμό των άρθρων 247, 251, 298, 914 και 937 ΑΚ συνάγεται ότι σε περίπτωση αδικοπραξίας, αφότου εκδηλώθηκε το ζημιογόνο γεγονός, γεννάται υπέρ του ζημιωθέντος αξίωση αποζημιώσεως για την όλη ζημία, θετική και αποθετική, παρούσα ή μέλλουσα αν είναι προβλεπτή κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων και εφόσον η δικαστική της επιδίωξη είναι δυνατή, η δε παραγραφή της αξιώσεως αυτής είναι πενταετής και αρχίζει να τρέχει για όλες της ζημίες ενιαίως, από τότε που ο ζημιωθείς έλαβε γνώση των πρώτων επιζήμιων συνεπειών και του υπόχρεου προς αποζημίωση (ΟλΑΠ 24/2003 ΕλλΔνη 44 1262). Επομένως η αβεβαιότητα ως προς το ακριβές μέγεθος ή την πλήρη έκταση της ζημίας δεν αποκλείει την έναρξη της παραγραφής της καθόλου αξιώσεως, καθώς δεν απαιτείται για την έναρξη της πενταετούς παραγραφής ο δικαιούχος να είναι σε θέση να προσδιορίσει κατά ποσό το ύψος και την έκταση της ζημίας (βλ. ΑΠ 374/2001 ΕλλΔνη 43 156, Γεωργιάδη στον ΑΚ Γεωργιάδη - Σταθόπουλου άρθρο 937 αρ. 18, Κρητικό Ευθύνη από τροχαία αυτοκινητικά ατυχήματα 1998 αρ. 1179). Περαιτέρω, καθ' όσον αφορά την προϋπόθεση της γνώσης του υπόχρεου, θεωρείται ότι ο παθών ή ο εν γένει δικαιούχος της αποζημιώσεως γνωρίζει τον υπόχρεο, όταν αυτός γνωρίζει τόσα περιστατικά ώστε βάσει αυτών να μπορεί να εγείρει αγωγή εναντίον ορισμένου προσώπου με ελπίδες επιτυχίας. Δεν αρκούν απλές εικασίες, υποψίες ή εξ αμελείας άγνοια. Πότε συμβαίνει κάτι τέτοιο είναι ζήτημα πραγματικό εξαρτώμενο από τη συνολική εκτίμηση της συγκεκριμένης περιπτώσεως (βλ. ΑΠ 374/2001 ο.π. Γεωργιάδη ό.π. αρ. 26, Κρητικό ό.π. αρ. 1166, ο οποίος επισημαίνει ότι η γνώση είναι κάτι το λιγότερο από την πεποίθηση και κάτι περισσότερο από την υπόθεση). Οι εναγόμενοι προβάλουν ένσταση παραγραφής των επίδικων αδικοπρακτικων αξιώσεων, διότι από τον χρόνο που ο ενάγων έλαβε γνώση της ζημίας του και του υπόχρεου προς αποζημίωση (έτη 1989 - 1990) μέχρι την άσκηση της υπό κρίση αγωγής (12.5.2006) παρήλθε χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των πέντε ετών (937 ΑΚ). Από τα εκτιθέμενα από τους διαδίκους και τα προσκομιζόμενα από αυτούς έγγραφα, από την εκτίμηση της καταθέσεως του μάρτυρα που εξετάσθηκε ενόρκως κατά πρόταση των εναγομένων και περιέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημοσίας συνεδριάσεως, καθώς και των υπ' αριθμόν 126/22.3.2007 και 127/23.3.2007 ενόρκων βεβαιώσεων των αναφερόμενων σε αυτές προσώπων ενώπιον του Ειρηνοδίκη Σπάρτης, που προσκομίζουν μετ' επικλήσεως οι διάδικοι, οι οποίες λήφθηκαν κατόπιν νομότυπης κλήτευσης του αντιδίκου τους, αποδεικνύεται ότι ο ενάγων πληροφορήθηκε τη ζημία του (την απώλεια 13,502 τ.μ. διαμερίσματος και 0,90 τ.μ. αποθήκης) και τον υπόχρεο προς αποζημίωση το αργότερο το έτος 1990. Το έτος αυτό ο ενάγων έχοντας ήδη επιστρέψει στην Ελλάδα από το εξωτερικό και διαπιστώσει ότι οι εναγόμενοι κατά την ανέγερση οικοδομής προσάρτησαν στην ιδιοκτησία τους και τμήμα του ακινήτου του εμβαδού 21,58 τ.μ. επεκτείνοντας και επ' αυτού την οικοδομή τους, συνήψε σύμβαση αντιπαροχής με εργολάβο προσφέροντας όμως μικρότερο οικόπεδο κατά 21,58 τ.μ. και λαμβάνοντας λιγότερα μέτρα ως οικοπεδούχος (βλ. το με αριθμό 2873/1990 συμβόλαιο της συμβολαιογράφου Σπάρτης Γεωργίας Αθανασούλια). Η ανωτέρω πολυκατοικία ολοκληρώθηκε το έτος 1994. Με βάση τα πραγματικά αυτά περιστατικά μπορούσε να εγείρει αγωγή αποζημιώσεως εναντίον των εναγομένων, όπως (επί τη βάσει των ιδίων πραγματικών περιστατικών) άσκησε τη με αριθμό 357/ΤΠ 77/10.4.1991 διεκδικητική αγωγή ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Σπάρτης, η οποία εν συνεχεία έγινε τελεσίδικα δεκτή με τη αριθμό 133/2005 απόφαση του Εφετείου Ναυπλίου. Δεν ήταν δε αναγκαίο να αναμένει την τελεσιδικία της ανωτέρω διεκδικητικής αγωγής, διότι κατά τα εκτιθέμενα στη μείζονα σκέψη η «γνώση του υπόχρεου» κατ' άρθρο 937 ΑΚ δεν έχει την έννοια της επικυρωμένης με δύναμη δεδικασμένου βεβαιότητας αλλά αρκεί ότι ο παθών βάσει των πραγματικών περιστατικών που του είναι γνωστά μπορεί να εγείρει αγωγή αποζημιώσεως εναντίον ορισμένου προσώπου, η οποία αγωγή εμφανίζεται ότι έχει ελπίδες επιτυχίας (εν προκειμένω μάλιστα ο ενάγων από την πρώτη στιγμή είχε την πεποίθηση ότι τελέστηκε σε βάρος του από τους εναγομένους η ιστορούμενη αδικοπραξία). Συνεπώς είναι απορριπτέος ο ισχυρισμός του ενάγοντος ότι γνώριζε μεν την επέλευση των επιζήμιων συνεπειών της παράνομης πράξης αλλά όχι το πρόσωπο του υπόχρεου προς αποζημίωση. Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω πρέπει να απορριφθεί η αγωγή στο σύνολο της, αφού πρώτα γίνει δεκτή η προβληθείσα από τους εναγομένους ένσταση παραγραφής. Τέλος πρέπει να καταδικασθεί ο ενάγων στα δικαστικά έξοδα των εναγομένων, λόγω της ήττας του (άρθρα 176 εδ. α και 191 §1 ΚΠολΔ σε συνδ. με άρθρο 100§1 Κώδικα περί Δικηγόρων) κατά τα ειδικότερα διαλαμβανόμενα στο διατακτικό της παρούσας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αγωγή.
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος του ενάγοντος τα δικαστικά έξοδα των εναγομένων, τα οποία καθορίζει στο ποσό των χιλίων οκτακοσίων ευρώ (1.800 €).
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του στη Σπάρτη στις 30 Απριλίου 2007.
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Αριθμός Απόφασης 149 /2007
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΣΠΑΡΤΗΣ
Αποτελούμενο από το Δικαστή Δημήτριο Τίτσια, Πρωτοδίκη, τον οποίο όρισε ο Πρόεδρος Πρωτοδικών και από τη Γραμματέα Σοφία Ροζάκη.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 23 Μαρτίου 2007 για να δικάσει την υπόθεση:
ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ : Γεωργίου Παναγ. Δαφνιώτη κατοίκου Η.Π.Α, ο οποίος εκπροσωπήθηκε στο Δικαστήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο Παναγιώτη Αθανασούλια.
ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ : 1) Ηλία Κων. Κρικέλα, 2) Δημητρίου Κων. Κρικέλα, κατοίκων Σπάρτης, οι οποίοι παρουσιάστηκαν στο Δικαστήριο με τους πληρεξούσιους δικηγόρους Χρήστο Πλειώτα και Δημήτριο Πολυχρονάκο.
Ο ενάγων κατέθεσε στο Γραμματέα του Δικαστηρίου αυτού την από 3-5-2006 και στο Μονομελές Πρωτοδικείο Σπάρτης απευθυνόμενη αγωγή του, η οποία καταχωρήθηκε στα σχετικά βιβλία με αύξοντα αριθμό 1831/ΤΜ 86/2006 και γράφτηκε στο σχετικό πινάκιο για να συζητηθεί κατά τη δικάσιμο της 10-11-2006, οπότε αναβλήθηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.
Κατά τη συζήτηση της υπό κρίση αγωγής και κατά την εκφώνηση της από το πινάκιο οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και τις προτάσεις τους.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Με την υπό κρίση αγωγή ο ενάγων εκθέτει ότι είναι κύριος ενός οικοπέδου που βρίσκεται στη Σπάρτη εμβαδού 320,38 τ.μ.. Ότι μολονότι το ανωτέρω ακίνητο είχε σαφές και προσδιορισμένο όριο με το γειτονικό ακίνητο ιδιοκτησίας των εναγομένων, οι τελευταίοι το έτος 1984 κατά την ανέγερση οικοδομής προσάρτησαν στην ιδιοκτησία τους και τμήμα του ακινήτου του ενάγοντος εμβαδού 21,58 τ.μ. επεκτείνοντας και επ' αυτού την οικοδομή τους. Ότι μόλις το έτος 1989, όταν ήλθε στην Ελλάδα από το εξωτερικό, όπου κατοικεί μόνιμα, πληροφορήθηκε την ανωτέρω κατάληψη, άσκησε σε βάρος των εναγομένων τη με αριθμό 357/ΤΠ 77/10.4.1991 διεκδικητική αγωγή ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Σπάρτης, η οποία εν συνεχεία έγινε τελεσίδικα δεκτή με αριθμό 133/2005 απόφαση του Εφετείου Ναυπλίου. Ζητεί δε μετά το νόμιμο περιορισμό των αγωγικών αιτημάτων από καταψηφιστικά σε αναγνωριστικά να αναγνωριστεί η υποχρέωση των εναγομένων να του καταβάλουν: α) ποσό 18.827€ που αντιστοιχεί στην αξία των 13,502 τ.μ. διαμερίσματος και 0,90 τ.μ. αποθήκης που θα ελάμβανε επιπλέον σύμφωνα με τους όρους του εργολαβικού που συνήψε με τον εργολάβο, στον οποίο το έτος 1990 ανέθεσε την ανέγερση πολυκατοικίας επί του οικοπέδου του και το οποίο ποσό ζημιώθηκε, διότι η ανωτέρω εδαφική λωρίδα δεν συμπεριλήφθηκε τελικά στη σύμβαση της αντιπαροχής, β) ποσό 8.801,67 € που αντιστοιχεί στη ζημία που υπέστη από τη μη εκμίσθωση των ανωτέρω 13,502 τ.μ. διαμερίσματος και 0,90 τ.μ. αποθήκης κατά τα έτη 1994 έως 2006, γ) ποσό 42.287,77 € το οποίο ωφελήθηκαν οι εναγόμενοι κατά τα έτη 1984 έως 2006 και το οποίο αντιστοιχεί στη μισθωτική αξία των 21, 58 τ.μ. τόσο του διαμερίσματος όσο και του ισογείου της οικοδομής, την οποία κατά τα ανωτέρω οι εναγόμενοι επέκτειναν σε βάρος της ιδιοκτησίας του ενάγοντος, δ) ποσό 20.000 € ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη από την αδικοπραξία. Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα η αγωγή, αρμοδίως και παραδεκτώς εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, (άρθρα 14 αρ. 2 και 22 ΚΠολΔ), κατά την τακτική διαδικασία και είναι ορισμένη και νόμιμη, ερειδόμενη στις διατάξεις των άρθρων 914 επ., μόνο όμως όσον αφορά τις αδικοπρακτικές αξιώσεις (α, β, δ). Αντιθέτως είναι αόριστη όσον αφορά τη σωρευόμενη (γ) αξίωση διότι, μολονότι ο ενάγων εκθέτει ότι το αγαθό που στερήθηκε ο ίδιος και ωφελήθηκαν οι εναγόμενοι είναι τα 21,58 τ.μ. του οικοπέδου του (και δεν εκθέτει ότι είναι συγκύριος των οριζόντιων ιδιοκτησιών που ανήγειραν οι εναγόμενοι κατά ορισμένα τετραγωνικά μέτρα ή ποσοστό) και μολονότι η ιστορούμενη ωφέλεια των εναγομένων οφείλεται κατά ένα μόνο μέρος στην αξιοποίηση του περιουσιακού αγαθού του ενάγοντος (των 21, 58 τ.μ. καταληφθέντος οικοπέδου) ενώ κατά το άλλο μέρος οφείλεται σε συμβολή των ιδίων των πλουτησάντων - εναγομένων και δη στην ανέγερση με δικές τους δαπάνες οικοδομής, στην αγωγή διαλαμβάνεται η συνολική ωφέλεια των εναγομένων από την εκμετάλλευση της οικοδομής και δεν διαλαμβάνεται ο πλουτισμός των εναγομένων, ο οποίος ανάγεται συγκεκριμένα στις δυνατότητες που ενυπάρχουν στο περιουσιακό αγαθό των 21,58 τ.μ. εδάφους και ο οποίος μόνο πλουτισμός προέρχεται από την διαλαμβανόμενη στην αγωγή «περιουσία» του ενάγοντος (βλ. άρθρο 904 ΑΚ). Άλλωστε η ανωτέρω (γ) αξίωση απαραδέκτως σωρεύεται αντικειμενικά με τις προηγούμενες, διότι δεν είναι δυνατή η σωρευτική απόληψη τόσο της πλήρους αποζημίωσης για τη ζημία που υπέστη ο παθών από την αδικοπραξία (οι αξιώσεις α και β αντιπροσωπεύουν εν προκειμένω την πλήρη περιουσιακή ζημία του ενάγοντος) όσο και της ωφέλειας του αδικοπραγήσαντος, διότι τούτο θα ήγε σε πλουτισμό του παθόντος.
Από το συνδυασμό των άρθρων 247, 251, 298, 914 και 937 ΑΚ συνάγεται ότι σε περίπτωση αδικοπραξίας, αφότου εκδηλώθηκε το ζημιογόνο γεγονός, γεννάται υπέρ του ζημιωθέντος αξίωση αποζημιώσεως για την όλη ζημία, θετική και αποθετική, παρούσα ή μέλλουσα αν είναι προβλεπτή κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων και εφόσον η δικαστική της επιδίωξη είναι δυνατή, η δε παραγραφή της αξιώσεως αυτής είναι πενταετής και αρχίζει να τρέχει για όλες της ζημίες ενιαίως, από τότε που ο ζημιωθείς έλαβε γνώση των πρώτων επιζήμιων συνεπειών και του υπόχρεου προς αποζημίωση (ΟλΑΠ 24/2003 ΕλλΔνη 44 1262). Επομένως η αβεβαιότητα ως προς το ακριβές μέγεθος ή την πλήρη έκταση της ζημίας δεν αποκλείει την έναρξη της παραγραφής της καθόλου αξιώσεως, καθώς δεν απαιτείται για την έναρξη της πενταετούς παραγραφής ο δικαιούχος να είναι σε θέση να προσδιορίσει κατά ποσό το ύψος και την έκταση της ζημίας (βλ. ΑΠ 374/2001 ΕλλΔνη 43 156, Γεωργιάδη στον ΑΚ Γεωργιάδη - Σταθόπουλου άρθρο 937 αρ. 18, Κρητικό Ευθύνη από τροχαία αυτοκινητικά ατυχήματα 1998 αρ. 1179). Περαιτέρω, καθ' όσον αφορά την προϋπόθεση της γνώσης του υπόχρεου, θεωρείται ότι ο παθών ή ο εν γένει δικαιούχος της αποζημιώσεως γνωρίζει τον υπόχρεο, όταν αυτός γνωρίζει τόσα περιστατικά ώστε βάσει αυτών να μπορεί να εγείρει αγωγή εναντίον ορισμένου προσώπου με ελπίδες επιτυχίας. Δεν αρκούν απλές εικασίες, υποψίες ή εξ αμελείας άγνοια. Πότε συμβαίνει κάτι τέτοιο είναι ζήτημα πραγματικό εξαρτώμενο από τη συνολική εκτίμηση της συγκεκριμένης περιπτώσεως (βλ. ΑΠ 374/2001 ο.π. Γεωργιάδη ό.π. αρ. 26, Κρητικό ό.π. αρ. 1166, ο οποίος επισημαίνει ότι η γνώση είναι κάτι το λιγότερο από την πεποίθηση και κάτι περισσότερο από την υπόθεση). Οι εναγόμενοι προβάλουν ένσταση παραγραφής των επίδικων αδικοπρακτικων αξιώσεων, διότι από τον χρόνο που ο ενάγων έλαβε γνώση της ζημίας του και του υπόχρεου προς αποζημίωση (έτη 1989 - 1990) μέχρι την άσκηση της υπό κρίση αγωγής (12.5.2006) παρήλθε χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των πέντε ετών (937 ΑΚ). Από τα εκτιθέμενα από τους διαδίκους και τα προσκομιζόμενα από αυτούς έγγραφα, από την εκτίμηση της καταθέσεως του μάρτυρα που εξετάσθηκε ενόρκως κατά πρόταση των εναγομένων και περιέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημοσίας συνεδριάσεως, καθώς και των υπ' αριθμόν 126/22.3.2007 και 127/23.3.2007 ενόρκων βεβαιώσεων των αναφερόμενων σε αυτές προσώπων ενώπιον του Ειρηνοδίκη Σπάρτης, που προσκομίζουν μετ' επικλήσεως οι διάδικοι, οι οποίες λήφθηκαν κατόπιν νομότυπης κλήτευσης του αντιδίκου τους, αποδεικνύεται ότι ο ενάγων πληροφορήθηκε τη ζημία του (την απώλεια 13,502 τ.μ. διαμερίσματος και 0,90 τ.μ. αποθήκης) και τον υπόχρεο προς αποζημίωση το αργότερο το έτος 1990. Το έτος αυτό ο ενάγων έχοντας ήδη επιστρέψει στην Ελλάδα από το εξωτερικό και διαπιστώσει ότι οι εναγόμενοι κατά την ανέγερση οικοδομής προσάρτησαν στην ιδιοκτησία τους και τμήμα του ακινήτου του εμβαδού 21,58 τ.μ. επεκτείνοντας και επ' αυτού την οικοδομή τους, συνήψε σύμβαση αντιπαροχής με εργολάβο προσφέροντας όμως μικρότερο οικόπεδο κατά 21,58 τ.μ. και λαμβάνοντας λιγότερα μέτρα ως οικοπεδούχος (βλ. το με αριθμό 2873/1990 συμβόλαιο της συμβολαιογράφου Σπάρτης Γεωργίας Αθανασούλια). Η ανωτέρω πολυκατοικία ολοκληρώθηκε το έτος 1994. Με βάση τα πραγματικά αυτά περιστατικά μπορούσε να εγείρει αγωγή αποζημιώσεως εναντίον των εναγομένων, όπως (επί τη βάσει των ιδίων πραγματικών περιστατικών) άσκησε τη με αριθμό 357/ΤΠ 77/10.4.1991 διεκδικητική αγωγή ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Σπάρτης, η οποία εν συνεχεία έγινε τελεσίδικα δεκτή με τη αριθμό 133/2005 απόφαση του Εφετείου Ναυπλίου. Δεν ήταν δε αναγκαίο να αναμένει την τελεσιδικία της ανωτέρω διεκδικητικής αγωγής, διότι κατά τα εκτιθέμενα στη μείζονα σκέψη η «γνώση του υπόχρεου» κατ' άρθρο 937 ΑΚ δεν έχει την έννοια της επικυρωμένης με δύναμη δεδικασμένου βεβαιότητας αλλά αρκεί ότι ο παθών βάσει των πραγματικών περιστατικών που του είναι γνωστά μπορεί να εγείρει αγωγή αποζημιώσεως εναντίον ορισμένου προσώπου, η οποία αγωγή εμφανίζεται ότι έχει ελπίδες επιτυχίας (εν προκειμένω μάλιστα ο ενάγων από την πρώτη στιγμή είχε την πεποίθηση ότι τελέστηκε σε βάρος του από τους εναγομένους η ιστορούμενη αδικοπραξία). Συνεπώς είναι απορριπτέος ο ισχυρισμός του ενάγοντος ότι γνώριζε μεν την επέλευση των επιζήμιων συνεπειών της παράνομης πράξης αλλά όχι το πρόσωπο του υπόχρεου προς αποζημίωση. Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω πρέπει να απορριφθεί η αγωγή στο σύνολο της, αφού πρώτα γίνει δεκτή η προβληθείσα από τους εναγομένους ένσταση παραγραφής. Τέλος πρέπει να καταδικασθεί ο ενάγων στα δικαστικά έξοδα των εναγομένων, λόγω της ήττας του (άρθρα 176 εδ. α και 191 §1 ΚΠολΔ σε συνδ. με άρθρο 100§1 Κώδικα περί Δικηγόρων) κατά τα ειδικότερα διαλαμβανόμενα στο διατακτικό της παρούσας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αγωγή.
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος του ενάγοντος τα δικαστικά έξοδα των εναγομένων, τα οποία καθορίζει στο ποσό των χιλίων οκτακοσίων ευρώ (1.800 €).
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του στη Σπάρτη στις 30 Απριλίου 2007.
ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΣΠΑΡΤΗΣ Αριθμός 214/2004
Αριθμός 214/2004
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΣΠΑΡΤΗΣ
Αποτελούμενο από το Δικαστή Δημήτριο Σκουτέρη - Πρωτοδίκη, τον οποίο όρισε ο Πρόεδρος Πρωτοδικών και τη Γραμματέα Βασιλική Ρουσάκη.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 23 Απριλίου 2004, προκειμένου να δικάσει την εξής υπόθεση:
Του ανακόπτοντος Κυριάκου Δημοσθένους Κακούρου, κατοίκου Μαγούλας Δήμου Μυστρά, ο οποίος παρουσιάσθηκε στο Δικαστήριο με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Δημήτριο Πολυχρονάκο, ο οποίος νομιμοποίησε και το δικηγόρο Αθηνών Νικόλαο Τσουτσάνη.
Της καθ' ης η ανακοπή, ανώνυμης τραπεζιτικής εταιρίας υπό την επωνυμία <ΑΛΦΑ ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΙΑ> ΚΑΙ ΤΟ ΔΙΑΚΡΙΤΙΚΌ ΤΙΤΛΟ[ΑΛΦΑ ΜΠΑΝΚ] ,η οποία εξομοιούται κατά τη διάταξη του άρθρου 75 του κ.ν. 2190/1920 λόγω συγχώνευσης με απορρόφηση, με καθολική διάδοχο της ΙΟΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΛΑΪΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε και έχει έδρα την Αθήνα, νόμιμα εκπροσωπούμενης, η οποία εκπροσωπήθηκε στο Δικαστήριο από την πληρεξούσια της δικηγόρο Αναστασία Λαδοπούλου.
Ο ανακόπτων κατέθεσε στο Γραμματέα του Δικαστηρίου αυτού την από 15-9-2003 και στο Μονομελές Πρωτοδικείο Σπάρτης απευθυνόμενη ανακοπή του, η οποία καταχωρήθηκε στα σχετικά βιβλία με αύξοντα αριθμό 1511/ΤΜ 127/2003 και γράφτηκε στο σχετικό πινάκιο, για να συζητηθεί στη δικάσιμο της 28-11-2003 και μετά από αναβολή στη δικάσιμο, που αναφέρεται στην αρχή της απόφασης αυτής.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης και κατά την εκφώνηση της από το σχετικό πινάκιο, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις τους, τις οποίες ανέπτυξαν και προφορικά.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 933 παρ. 1 και 934 παρ. 1 β’ και 2 Κ.Πολ.Δ., προκύπτει ότι επί αναγκαστικού πλειστηριασμού ακινήτου προς ικανοποίηση χρηματικών απαιτήσεων, η ακυρότητα της κατασχετήριας έκθεσης, μπορεί να προσβληθεί με ανακοπή μέσα στην προθεσμία που ορίζεται στο άρθρο 934 παρ. 1 β', δηλαδή μέχρι την έναρξη της τελευταίας πράξης της εκτέλεσης, που είναι στην περίπτωση αυτή, η σύνταξη της έκθεσης πλειστηριασμού και κατακύρωσης. Αν δεν ασκήθηκε ανακοπή εντός της άνω προθεσμίας, οι ακυρότητες της εκθέσεως κατασχέσεως, δεν μπορούν να προσβληθούν με ανακοπή, ως λόγος ελαττωματικότητας του γενόμενου πλειστηριασμού. (Α.Π. 162/2000). Εξάλλου, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 281 Α.Κ., 116 και 933 Κ.Πολ.Δ., 20 και 25 παρ.3 του Συντάγματος συνάγεται ότι άσκηση ουσιαστικού δικαιώματος που ανήκει στο δημόσιο δίκαιο αποτελεί και η δι' αναγκαστικής εκτελέσεως πραγμάτωση της απαιτήσεως του δανειστού, ώστε λόγο της ανακοπής του άρθρου 933 Κ.Πολ.Δ. μπορεί να αποτελέσει και η πρόδηλη αντίθεση της διενέργειας της αναγκαστικής εκτελέσεως προς το άρθρο 281 του Α.Κ., που απαγορεύει την καταχρηστική άσκηση του δικαιώματος. Ο λόγος αυτός ανακοπής, δεν ανάγεται στην απαίτηση, υπέρ της οποίας γίνεται η εκτέλεση, ώστε η άσκηση του να υπάγεται στην ανωτέρω προθεσμία, περί της οποίας το άρθρο 934 παρ.1 β' και 2 του Κ.Πολ.Δ., αλλά, ως αναφερόμενος στο - διάφορο - ως άνω ουσιαστικό δικαίωμα προς επιχείρηση αναγκαστικής εκτελέσεως, υπόκειται στην εκάστοτε τασσόμενη προθεσμία για την προσβολή της συγκεκριμένης πράξεως της εκτελέσεως, η διενέργεια της οποίας προσβάλλεται ως καταχρηστική με βάση τα προβαλλόμενα, σε σχέση με αυτήν, πραγματικά περιστατικά. Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 281 Α.Κ., 116, 933 Κ.Πολ.Δ. και 25 παρ. 3 του Συντάγματος συνάγεται ότι λόγο της ανακοπής του άρθρου 933 Κ.Πολ.Δ. μπορεί να αποτελέσει και η αντίθεση της επισπευδομένης διαδικασίας της αναγκαστικής εκτελέσεως στην καλή πίστη ή στα χρηστά ήθη ή στον κοινωνικό ή οικονομικό σκοπό του δικαιώματος προς επίσπευση της εκτελέσεως (ΑΠ 502/1997, Ελ.Δνη 39.103, ΑΠ 347/1996, Ελ.Δνη 38.84, Ολ.ΑΠ. 1/1997, Ελ.Δνη 38.534, ΑΠ 152/1994, Δίκαιο 1995). Περαιτέρω, η αντίθεση της από μέρους του δανειστού επισπευδομένης αναγκαστικής εκτελέσεως στην καλή πίστη και τα χρηστά ήθη αποτελεί ουσιαστικό ελάττωμα του εκτελεστού τίτλου, το οποίο είναι δυνατόν να οδηγήσει σε ακύρωση αυτού (βλ. Μπρίνια Αναγκαστική Εκτέλεσις Εκδ. Β παρ. 644 σελ. 2112, 2114 επ., παρ. 169 σελ. 466, ΑΠ 457/1975 Αρχ. Ν. ΚΙ 29, ΕφΘεσ 74/1990 Ελλ.Δνη 31.1305, Εφ.Αθ. 4032/1985 Ελλ.Δνη 26.946). Ειδικότερα, όσον αφορά τα πιστωτικά ιδρύματα (Τράπεζες κ.λ.π.), αντίθετη προς τα χρηστά ήθη συμπεριφορά αυτών υπάρχει όταν: α) το πιστωτικό ίδρυμα, εκμεταλλευόμενο τη μονοπωλιακή ή εξουσιαστική του θέση απέναντι στον αντισυμβαλλόμενο του προβαίνει, ιδιαίτερα σε κρίσιμη οικονομικά εποχή, σε μέτρα απηνούς διώξεως τούτου, αντί να παράσχει σ' αυτόν τις συνηθισμένες στις τραπεζικές συναλλαγές, οικονομικές διευκολύνσεις, β) το πιστωτικό ίδρυμα δεν τηρεί απέναντι σε όλους τους δανειολήπτες του την αρχή της ίσης μεταχείρισης, αρνούμενο στους μεν οιαδήποτε διευκόλυνση και προσφέροντας στους δε μεγάλης εκτάσεως οικονομικές διευκολύνσεις ή την αρχή της αναλογικότητας, παίρνοντας σκληρά μέτρα για τους μεν και ευνοϊκά για τους δε, ή λαμβάνοντας εις βάρος του ενός μέτρα που ξεπερνούσαν τα αναγκαία μέσα για την ικανοποίηση των νομίμων συμφερόντων του (Εφ.Αθ. 5025/1990, Ελλ.Δνη 33.1993, Απ. Γεωργιάδη, Γνωμοδότηση Ή κατ' άρθρο 919 ευθύνη της Τράπεζας απέναντι στους πελάτες της" και Ρούσσου Γνωμοδότηση "Χρηστά ήθη και σύμβαση χρηματοδοτικού δανείου" Ελλ.Δνη 33, 55 και 63 αντίστοιχα, Εφ.Αθ 770/91 Ε.Εμπ.Δ. 1992.45).
Στην προκειμένη περίπτωση, με τα δικόγραφα της κρινομένης ανακοπής και των επ' αυτής προσθέτων λόγων, ο ανακόπτων επιδιώκει για τους λόγους που αναφέρονται ειδικότερα σε αυτά: α) την ακύρωση της υπό αυξ. αριθμ. 16/2003 Διαταγής Πληρωμής του Μονομελούς Πρωτοδικείου Σπάρτης, β) την ακύρωση της από 10/04/2003 επιταγής προς πληρωμή, η οποία έχει συνταχθεί κάτω από αντίγραφο εκτελεστού πρώτου απογράφου της ανωτέρω διαταγής πληρωμής και γ) την ακύρωση της υπό αυξ. αριθμ. 185/2003 Εκθέσεως αναγκαστικής κατασχέσεως ενυπόθηκου ακινήτου, της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Σπάρτης, Ελένης Βλαχοπούλου, κατόπιν επισπεύσεως της καθής η παρούσα.
Υπό το ως άνω περιεχόμενο, τα δικόγραφα της κρινόμενης ανακοπής και των προσθέτων αυτής λόγων, αρμοδίως εισάγονται προς συζήτηση ενώπιον του δικάζοντος δικαστηρίου, κατά την προσήκουσα τακτική διαδικασία, ασκήθηκαν νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθ. 933, 934 Κ.Πολ.Δ.) και είναι νόμιμα, θεμελιούμενα στις διατάξεις του άρθρου 933 Κ.Πολ.Δ. Πρέπει επομένως να γίνουν δεκτά κατά το τυπικό τους μέρος και να ερευνηθεί η βασιμότητα των λόγων τους. Από την ανωμοτί εξέταση του ανακόπτοντος, την ένορκη εξέταση της μάρτυρος ανταπόδειξης , τις υπό αύξ. αριθμούς 23.215, 23.216 και 23.218, από 22/04/2004, νομοτύπως συνταχθείσες ένορκες βεβαιώσεις της συμβολαιογράφου Σπάρτης Στέλλας Γκίνη - Σπύρου, τα μετ' επικλήσεως προσκομισθέντα έγγραφα, τους εκατέρωθεν ισχυρισμούς των διαδίκων, και την εν γένει διαδικασία, αποδείχθηκαν κατά την κρίση του δικαστηρίου, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: η δι' απορροφήσεως συγχωνευθείσα στην καθής η ανακοπή τράπεζα, «Ιονική και Λαϊκή Τράπεζα της Ελλάδος» και ειδικότερα το κατάστημα αυτής στην Σπάρτη, με την υπ' αριθμ. 780/30-12-1996 σύμβαση δανείου ποσού 3.000.000 δρχ. (ήτοι 8.804,10 ευρώ) δι' αλληλοχρέου λογαριασμού, χορήγησε πίστωση μέχρι του ανωτέρω χρηματικού ποσού στον Κων/νο Σταυρόπουλο του Παναγιώτη, ως πισ/τούχο, υπό την εγγύηση του ανακόπτοντος, ευθυνόμενου του τελευταίου εις ολόκληρον μαζί με τον πιστούχο, ως πρωτοφειλέτης, με τόκο 22% ετησίως και κατόπιν, με το καθοριζόμενο μονομερώς από την τράπεζα ποσοστό, πλέον ειδικών εισφορών. Δια της από 06/05/1999 εξωδίκου καταγγελίας της, η καθής γνωστοποίησε στον ανακόπτοντα το οριστικό κλείσιμο του λογαριασμού της σύμβασης, με κατάλοιπο την 06/05/1999 2.933.996 δρχ. (ήτοι 8.610,41 ευρώ). Στη συνέχεια, και μετά από πραγματοποίηση από τον πρωτοφειλέτη μερικών μικρών καταβολών, έναντι της συνολικής ως άνω οφειλής, προχώρησε σε αναγκαστική εκτέλεση προς είσπραξη ποσού 6.147,77 ευρώ, πλέον τόκων υπερημερίας επί καθυστερούμενων τόκων και λοιπών εξόδων και κοινοποίησε στον ανακόπτοντα ως εγγυητή, την υπό αυξ. αριθμ. 185/29-07-2003 κατασχετήρια επιταγή προς πληρωμή, με την οποία επιτάσσετο αυτός να της καταβάλει το προαναφερθέν χρηματικό ποσό, συγχρόνως δε προέβη σε αναγκαστική κατάσχεση ενός ακινήτου του, ήτοι μιας διώροφης οικίας μετά των συστατικών και των παραρτημάτων της, κειμένης εντός του εγκεκριμένου σχεδίου πόλεως της πόλης της Σπάρτης, της περιφέρειας του δήμου Σπαρτιατών και ειδικότερα επί της οδού Κων/νου Παλαιολόγου, υπό τον αριθμό 14, κτισμένης επί οικοπέδου συνολικής εκτάσεως 124,88 τ.μ., όπως ακριβώς εμφαίνεται στο από Ιουλίου 1987 τοπογραφικό διάγραμμα του αρχιτέκτονα μηχανικού Γεωργίου Τόμπρου που είναι συνημμένο στην υπ' αυξ. αριθμ. 27.885/1988 συμβολαιογραφική πράξη του συμβολαιογράφου Σπάρτης Παναγιώτη Κάκκαρη, η οποία (οικία) συνορεύει γύρωθεν όπως ειδικότερα περιγράφεται στην ως άνω συμβολαιογραφική πράξη και αποτελείται από ένα ισόγειο διαμέρισμα (κατάστημα), ένα διαμέρισμα στον πρώτο και δυο διαμερίσματα στον δεύτερο όροφο. Η αξία του ως άνω αναγκαστικώς κατασχεθέντος ακινήτου εκτιμήθηκε από την κατασχέσασα αυτό, επί της εκτελέσεως δικαστική επιμελήτρια, αντί του ποσού των διακοσίων δέκα χιλιάδων (210.000) ευρώ, όση και η αντικειμενική του αξία, η δε πραγματική αγοραία αξία του, κατά το χρόνο επιβολής της κατασχέσεως αποδείχθηκε ότι ανήρχετο άνω των τριακοσίων χιλιάδων (300.000) ευρώ. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο ανακόπτων είχε στην κυριότητα του κατά το χρόνο επιβολής της ανωτέρω κατασχέσεως, τα κάτωθι, κείμενα εντός της κτηματικής περιφέρειας πρώην Κοινότητας Πετρίνας, Ν. Λακωνίας, ακίνητα: 1) ένα ξηρικό αγρό με ελαιόδενδρα και παλιά αγροικία, στην Θέση «Νεραντζιά», αποτελούμενο από πέντε (5) τεμάχια, από τα οποία τρία (3) έχουν την ειδικότερη ονομασία «Παπαδάκου» και «Καρμπέρι», συνολικής εκτάσεως επτά (7) περίπου στρεμμάτων, αξίας 20.000 ευρώ, 2) ένα ξηρικό αγρό με νεόφυτα ελαιόδενδρα, δυσκολοκαλλιέργητο, στη θέση «Στραβόρεμα», εκτάσεως επτά (7) περίπου στρεμμάτων, αξίας 20.000 περίπου ευρώ, 3) ένα ξηρικό αγρό με νεόφυτα ελαιόδενδρα, στη θέση «Χριστοφόρη», εκτάσεως δύο (2) περίπου στρεμμάτων, αξίας 13.000 ευρώ. Επιπλέον, κατά τον ίδιο χρόνο είχε στην αποκλειστική κυριότητα, νομή και κατοχή του προς ιδιωτική του χρήση, τα κάτωθι αυτοκίνητα: 1) καταλυτικό, αμόλυβδης βενζίνης, ιδιωτικής χρήσης επιβατικό αυτοκίνητο, μάρκας Νισσάν μοντέλο Αλμέρα (Nissan Almera), 1.600 κυβικών εκατοστών, πρώτης κυκλοφορίας στις 25/07/1996, αγοραίας αξίας κατά το χρόνο εκείνο 13.000 ευρώ, 2) καταλυτικό, αμόλυβδης βενζίνης, ιδιωτικής χρήσης επιβατικό αυτοκίνητο, μάρκας Νισσάν μοντέλο Μίκρα (nissan micra), 1.249 κυβικών εκατοστών, πρώτης κυκλοφορίας στις 10/02/2003, αγοραίας αξίας κατά το χρόνο εκείνο 9.500 ευρώ και 3) καταλυτικό, αμόλυβδης βενζίνης, ιδιωτικής χρήσης επιβατικό αυτοκίνητο, μάρκας Νισσάν μοντέλο Μίκρα (Nissan Micra), 1.249 κυβικών εκατοστών, πρώτης κυκλοφορίας στις 14/02/2003, αγοραίας αξίας κατά το χρόνο εκείνο 9.500 ευρώ. Περαιτέρω, η καθής γνώριζε την ύπαρξη όλων των ανωτέρω περιουσιακών στοιχείων του ανακόπτοντος, καθόσον όπως αποδείχθηκε, είχε συνάψει μαζί του, σε προγενέστερο της ενάρξεως της ως άνω διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης χρόνο, σύμβαση πίστωσης με αλληλόχρεο λογαριασμό, για το άνοιγμα του οποίου του είχε ζητήσει, εντός των πλαισίων συλλογής εκ μέρους της στοιχείων για την πιστοληπτική ικανότητα του, να της προσκομίσει φωτοτυπία όλων των συμβολαίων των ακινήτων της κυριότητας του, όπερ και αυτός είχε πράξει, γνωστοποιώντας και αποδεικνύοντας της, ότι είχε στην κυριότητα του να ανωτέρω περιγραφέντα ακίνητα. Επίσης, εντός των πλαισίων των υποχρεώσεων του ανακόπτοντος από την παραπάνω σύμβαση και για όσο διάστημα λειτουργούσε ο ως άνω λογαριασμός του, συγκαταλεγόταν η προσκομιδή ετησίως στην καθής, της ετήσιας φορολογικής του δήλωσης και του υποβαλλομένου στην Εφορία εντύπου περί των ακινήτων τα οποία έχει στην κυριότητα του. Κατά συνέπεια, η τελευταία, χωρίς να υποβληθεί σε κανένα έξοδο το οποίο ενδεχομένως θα επιβάρυνε την συνολική οικονομική υποχρέωση του καθού η εκτέλεση οφειλέτη της - ανακόπτοντος, μπορούσε πολύ εύκολα να πληροφορηθεί την οικονομική κατάσταση του και να επιβάλλει κατάσχεση σε ακίνητο ιδιοκτησίας του, αντίστοιχης ή ανάλογης προς την απαίτηση της αξίας. Τέλος, αποδείχθηκε ότι η καθής η ανακοπή, μολονότι γνώριζε την ύπαρξη των ως άνω περιουσιακών στοιχείων του ανακόπτοντος και ότι με την αναγκαστική κατάσχεση του συγκεκριμένου ακινήτου, θα του προξενούσε αυξημένη ζημία
και βλάβη, επιδεικνύοντας ακραία αντισυμβατική συμπεριφορά και παραβαίνοντας καθ' ολοκληρία τις αρχές της καλής πίστης και των χρηστών ηθών στις συναλλαγές καθώς και του καθήκοντος αληθείας, αδιαφόρησε για τα αποτελέσματα της ενέργειας της αυτής και προέβη στην κατάσχεση του. Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω και σύμφωνα με τα εκτεθέντα στην αρχή της παρούσας, η ήδη επισπευδόμενη εκ' μέρους της καθής, εις βάρος του ανακόπτοντος αναγκαστική εκτέλεση, φέρει τα χαρακτηριστικά στοιχεία της καταχρήσεως δικαιώματος εκ της διατάξεως του άρθρου 281 Α.Κ., ως υπερβαίνουσα προφανώς τα εις τη διάταξη αυτή καθοριζόμενα όρια, καθόσον για την εξόφληση της οφειλής του ανακόπτοντος, δεν εφαρμόζεται
από την καθής η διάταξη του άρθρου 288 Α.Κ., η οποία ορίζει τον τρόπο εκπλήρωσης της παροχής, σύμφωνα με τους κανόνες της καλής πίστεως και των συναλλακτικών ηθών, ήτοι κατ' εφαρμογή και τήρησης και της αρχής της αναλογικότητας του επιβαλλόμενου μέτρου προς το μέγεθος της απαιτήσεως της οποίας διώκεται η ικανοποίηση. Περαιτέρω, γενομένου δεκτού του ανωτέρω λόγου, ως και ουσία βάσιμου, παρέλκει η έρευνα των λοιπών λόγων ανακοπής, ως και των προσθέτων αυτής λόγων. Επομένως, πρέπει να γίνει δεκτή η ένδικη ανακοπή ως ουσία βάσιμη, να ακυρωθεί η υπό αύξ. αριθμ. 185/2003 Έκθεση αναγκαστικής κατασχέσεως ακινήτου, της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Σπάρτης, Ελένης Βλαχοπούλου και να διαταχθεί κατ' εφαρμογή της διατάξεως του άρθρου 914 Κ.Πολ.Δ., η επαναφορά των πραγμάτων στην πρότερα τους, πριν την διενέργεια της ως άνω άκυρης πράξης, κατάσταση. Τέλος, η δικαστική δαπάνη των διαδίκων, πρέπει να συμψηφισθεί, κατά
συνδυαστική εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 178 και 179 του Κ.Πολ.Δ., λόγω εύλογης αμφιβολίας του δικαστηρίου, ως προς την έκβαση της δίκης.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.
Δέχεται την ανακοπή και τους προσθέτους αυτής λόγους.
Ακυρώνει την υπ' αύξ. αριθμ. 185/2003 Έκθεση αναγκαστικής κατασχέσεως ακινήτου, της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Σπάρτης, Ελένης Βλαχοπούλου.
Διατάσσει την επαναφορά των πραγμάτων στην προγενέστερη της ακυρωθείσης Εκθέσεως κατάσταση.
Συμψηφίζει την δικαστική δαπάνη των διαδίκων.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του στην Σπάρτη, στις31/8/2004, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΣΠΑΡΤΗΣ
Αποτελούμενο από το Δικαστή Δημήτριο Σκουτέρη - Πρωτοδίκη, τον οποίο όρισε ο Πρόεδρος Πρωτοδικών και τη Γραμματέα Βασιλική Ρουσάκη.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 23 Απριλίου 2004, προκειμένου να δικάσει την εξής υπόθεση:
Του ανακόπτοντος Κυριάκου Δημοσθένους Κακούρου, κατοίκου Μαγούλας Δήμου Μυστρά, ο οποίος παρουσιάσθηκε στο Δικαστήριο με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Δημήτριο Πολυχρονάκο, ο οποίος νομιμοποίησε και το δικηγόρο Αθηνών Νικόλαο Τσουτσάνη.
Της καθ' ης η ανακοπή, ανώνυμης τραπεζιτικής εταιρίας υπό την επωνυμία <ΑΛΦΑ ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΙΑ> ΚΑΙ ΤΟ ΔΙΑΚΡΙΤΙΚΌ ΤΙΤΛΟ
Ο ανακόπτων κατέθεσε στο Γραμματέα του Δικαστηρίου αυτού την από 15-9-2003 και στο Μονομελές Πρωτοδικείο Σπάρτης απευθυνόμενη ανακοπή του, η οποία καταχωρήθηκε στα σχετικά βιβλία με αύξοντα αριθμό 1511/ΤΜ 127/2003 και γράφτηκε στο σχετικό πινάκιο, για να συζητηθεί στη δικάσιμο της 28-11-2003 και μετά από αναβολή στη δικάσιμο, που αναφέρεται στην αρχή της απόφασης αυτής.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης και κατά την εκφώνηση της από το σχετικό πινάκιο, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις τους, τις οποίες ανέπτυξαν και προφορικά.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 933 παρ. 1 και 934 παρ. 1 β’ και 2 Κ.Πολ.Δ., προκύπτει ότι επί αναγκαστικού πλειστηριασμού ακινήτου προς ικανοποίηση χρηματικών απαιτήσεων, η ακυρότητα της κατασχετήριας έκθεσης, μπορεί να προσβληθεί με ανακοπή μέσα στην προθεσμία που ορίζεται στο άρθρο 934 παρ. 1 β', δηλαδή μέχρι την έναρξη της τελευταίας πράξης της εκτέλεσης, που είναι στην περίπτωση αυτή, η σύνταξη της έκθεσης πλειστηριασμού και κατακύρωσης. Αν δεν ασκήθηκε ανακοπή εντός της άνω προθεσμίας, οι ακυρότητες της εκθέσεως κατασχέσεως, δεν μπορούν να προσβληθούν με ανακοπή, ως λόγος ελαττωματικότητας του γενόμενου πλειστηριασμού. (Α.Π. 162/2000). Εξάλλου, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 281 Α.Κ., 116 και 933 Κ.Πολ.Δ., 20 και 25 παρ.3 του Συντάγματος συνάγεται ότι άσκηση ουσιαστικού δικαιώματος που ανήκει στο δημόσιο δίκαιο αποτελεί και η δι' αναγκαστικής εκτελέσεως πραγμάτωση της απαιτήσεως του δανειστού, ώστε λόγο της ανακοπής του άρθρου 933 Κ.Πολ.Δ. μπορεί να αποτελέσει και η πρόδηλη αντίθεση της διενέργειας της αναγκαστικής εκτελέσεως προς το άρθρο 281 του Α.Κ., που απαγορεύει την καταχρηστική άσκηση του δικαιώματος. Ο λόγος αυτός ανακοπής, δεν ανάγεται στην απαίτηση, υπέρ της οποίας γίνεται η εκτέλεση, ώστε η άσκηση του να υπάγεται στην ανωτέρω προθεσμία, περί της οποίας το άρθρο 934 παρ.1 β' και 2 του Κ.Πολ.Δ., αλλά, ως αναφερόμενος στο - διάφορο - ως άνω ουσιαστικό δικαίωμα προς επιχείρηση αναγκαστικής εκτελέσεως, υπόκειται στην εκάστοτε τασσόμενη προθεσμία για την προσβολή της συγκεκριμένης πράξεως της εκτελέσεως, η διενέργεια της οποίας προσβάλλεται ως καταχρηστική με βάση τα προβαλλόμενα, σε σχέση με αυτήν, πραγματικά περιστατικά. Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 281 Α.Κ., 116, 933 Κ.Πολ.Δ. και 25 παρ. 3 του Συντάγματος συνάγεται ότι λόγο της ανακοπής του άρθρου 933 Κ.Πολ.Δ. μπορεί να αποτελέσει και η αντίθεση της επισπευδομένης διαδικασίας της αναγκαστικής εκτελέσεως στην καλή πίστη ή στα χρηστά ήθη ή στον κοινωνικό ή οικονομικό σκοπό του δικαιώματος προς επίσπευση της εκτελέσεως (ΑΠ 502/1997, Ελ.Δνη 39.103, ΑΠ 347/1996, Ελ.Δνη 38.84, Ολ.ΑΠ. 1/1997, Ελ.Δνη 38.534, ΑΠ 152/1994, Δίκαιο 1995). Περαιτέρω, η αντίθεση της από μέρους του δανειστού επισπευδομένης αναγκαστικής εκτελέσεως στην καλή πίστη και τα χρηστά ήθη αποτελεί ουσιαστικό ελάττωμα του εκτελεστού τίτλου, το οποίο είναι δυνατόν να οδηγήσει σε ακύρωση αυτού (βλ. Μπρίνια Αναγκαστική Εκτέλεσις Εκδ. Β παρ. 644 σελ. 2112, 2114 επ., παρ. 169 σελ. 466, ΑΠ 457/1975 Αρχ. Ν. ΚΙ 29, ΕφΘεσ 74/1990 Ελλ.Δνη 31.1305, Εφ.Αθ. 4032/1985 Ελλ.Δνη 26.946). Ειδικότερα, όσον αφορά τα πιστωτικά ιδρύματα (Τράπεζες κ.λ.π.), αντίθετη προς τα χρηστά ήθη συμπεριφορά αυτών υπάρχει όταν: α) το πιστωτικό ίδρυμα, εκμεταλλευόμενο τη μονοπωλιακή ή εξουσιαστική του θέση απέναντι στον αντισυμβαλλόμενο του προβαίνει, ιδιαίτερα σε κρίσιμη οικονομικά εποχή, σε μέτρα απηνούς διώξεως τούτου, αντί να παράσχει σ' αυτόν τις συνηθισμένες στις τραπεζικές συναλλαγές, οικονομικές διευκολύνσεις, β) το πιστωτικό ίδρυμα δεν τηρεί απέναντι σε όλους τους δανειολήπτες του την αρχή της ίσης μεταχείρισης, αρνούμενο στους μεν οιαδήποτε διευκόλυνση και προσφέροντας στους δε μεγάλης εκτάσεως οικονομικές διευκολύνσεις ή την αρχή της αναλογικότητας, παίρνοντας σκληρά μέτρα για τους μεν και ευνοϊκά για τους δε, ή λαμβάνοντας εις βάρος του ενός μέτρα που ξεπερνούσαν τα αναγκαία μέσα για την ικανοποίηση των νομίμων συμφερόντων του (Εφ.Αθ. 5025/1990, Ελλ.Δνη 33.1993, Απ. Γεωργιάδη, Γνωμοδότηση Ή κατ' άρθρο 919 ευθύνη της Τράπεζας απέναντι στους πελάτες της" και Ρούσσου Γνωμοδότηση "Χρηστά ήθη και σύμβαση χρηματοδοτικού δανείου" Ελλ.Δνη 33, 55 και 63 αντίστοιχα, Εφ.Αθ 770/91 Ε.Εμπ.Δ. 1992.45).
Στην προκειμένη περίπτωση, με τα δικόγραφα της κρινομένης ανακοπής και των επ' αυτής προσθέτων λόγων, ο ανακόπτων επιδιώκει για τους λόγους που αναφέρονται ειδικότερα σε αυτά: α) την ακύρωση της υπό αυξ. αριθμ. 16/2003 Διαταγής Πληρωμής του Μονομελούς Πρωτοδικείου Σπάρτης, β) την ακύρωση της από 10/04/2003 επιταγής προς πληρωμή, η οποία έχει συνταχθεί κάτω από αντίγραφο εκτελεστού πρώτου απογράφου της ανωτέρω διαταγής πληρωμής και γ) την ακύρωση της υπό αυξ. αριθμ. 185/2003 Εκθέσεως αναγκαστικής κατασχέσεως ενυπόθηκου ακινήτου, της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Σπάρτης, Ελένης Βλαχοπούλου, κατόπιν επισπεύσεως της καθής η παρούσα.
Υπό το ως άνω περιεχόμενο, τα δικόγραφα της κρινόμενης ανακοπής και των προσθέτων αυτής λόγων, αρμοδίως εισάγονται προς συζήτηση ενώπιον του δικάζοντος δικαστηρίου, κατά την προσήκουσα τακτική διαδικασία, ασκήθηκαν νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθ. 933, 934 Κ.Πολ.Δ.) και είναι νόμιμα, θεμελιούμενα στις διατάξεις του άρθρου 933 Κ.Πολ.Δ. Πρέπει επομένως να γίνουν δεκτά κατά το τυπικό τους μέρος και να ερευνηθεί η βασιμότητα των λόγων τους. Από την ανωμοτί εξέταση του ανακόπτοντος, την ένορκη εξέταση της μάρτυρος ανταπόδειξης , τις υπό αύξ. αριθμούς 23.215, 23.216 και 23.218, από 22/04/2004, νομοτύπως συνταχθείσες ένορκες βεβαιώσεις της συμβολαιογράφου Σπάρτης Στέλλας Γκίνη - Σπύρου, τα μετ' επικλήσεως προσκομισθέντα έγγραφα, τους εκατέρωθεν ισχυρισμούς των διαδίκων, και την εν γένει διαδικασία, αποδείχθηκαν κατά την κρίση του δικαστηρίου, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: η δι' απορροφήσεως συγχωνευθείσα στην καθής η ανακοπή τράπεζα, «Ιονική και Λαϊκή Τράπεζα της Ελλάδος» και ειδικότερα το κατάστημα αυτής στην Σπάρτη, με την υπ' αριθμ. 780/30-12-1996 σύμβαση δανείου ποσού 3.000.000 δρχ. (ήτοι 8.804,10 ευρώ) δι' αλληλοχρέου λογαριασμού, χορήγησε πίστωση μέχρι του ανωτέρω χρηματικού ποσού στον Κων/νο Σταυρόπουλο του Παναγιώτη, ως πισ/τούχο, υπό την εγγύηση του ανακόπτοντος, ευθυνόμενου του τελευταίου εις ολόκληρον μαζί με τον πιστούχο, ως πρωτοφειλέτης, με τόκο 22% ετησίως και κατόπιν, με το καθοριζόμενο μονομερώς από την τράπεζα ποσοστό, πλέον ειδικών εισφορών. Δια της από 06/05/1999 εξωδίκου καταγγελίας της, η καθής γνωστοποίησε στον ανακόπτοντα το οριστικό κλείσιμο του λογαριασμού της σύμβασης, με κατάλοιπο την 06/05/1999 2.933.996 δρχ. (ήτοι 8.610,41 ευρώ). Στη συνέχεια, και μετά από πραγματοποίηση από τον πρωτοφειλέτη μερικών μικρών καταβολών, έναντι της συνολικής ως άνω οφειλής, προχώρησε σε αναγκαστική εκτέλεση προς είσπραξη ποσού 6.147,77 ευρώ, πλέον τόκων υπερημερίας επί καθυστερούμενων τόκων και λοιπών εξόδων και κοινοποίησε στον ανακόπτοντα ως εγγυητή, την υπό αυξ. αριθμ. 185/29-07-2003 κατασχετήρια επιταγή προς πληρωμή, με την οποία επιτάσσετο αυτός να της καταβάλει το προαναφερθέν χρηματικό ποσό, συγχρόνως δε προέβη σε αναγκαστική κατάσχεση ενός ακινήτου του, ήτοι μιας διώροφης οικίας μετά των συστατικών και των παραρτημάτων της, κειμένης εντός του εγκεκριμένου σχεδίου πόλεως της πόλης της Σπάρτης, της περιφέρειας του δήμου Σπαρτιατών και ειδικότερα επί της οδού Κων/νου Παλαιολόγου, υπό τον αριθμό 14, κτισμένης επί οικοπέδου συνολικής εκτάσεως 124,88 τ.μ., όπως ακριβώς εμφαίνεται στο από Ιουλίου 1987 τοπογραφικό διάγραμμα του αρχιτέκτονα μηχανικού Γεωργίου Τόμπρου που είναι συνημμένο στην υπ' αυξ. αριθμ. 27.885/1988 συμβολαιογραφική πράξη του συμβολαιογράφου Σπάρτης Παναγιώτη Κάκκαρη, η οποία (οικία) συνορεύει γύρωθεν όπως ειδικότερα περιγράφεται στην ως άνω συμβολαιογραφική πράξη και αποτελείται από ένα ισόγειο διαμέρισμα (κατάστημα), ένα διαμέρισμα στον πρώτο και δυο διαμερίσματα στον δεύτερο όροφο. Η αξία του ως άνω αναγκαστικώς κατασχεθέντος ακινήτου εκτιμήθηκε από την κατασχέσασα αυτό, επί της εκτελέσεως δικαστική επιμελήτρια, αντί του ποσού των διακοσίων δέκα χιλιάδων (210.000) ευρώ, όση και η αντικειμενική του αξία, η δε πραγματική αγοραία αξία του, κατά το χρόνο επιβολής της κατασχέσεως αποδείχθηκε ότι ανήρχετο άνω των τριακοσίων χιλιάδων (300.000) ευρώ. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο ανακόπτων είχε στην κυριότητα του κατά το χρόνο επιβολής της ανωτέρω κατασχέσεως, τα κάτωθι, κείμενα εντός της κτηματικής περιφέρειας πρώην Κοινότητας Πετρίνας, Ν. Λακωνίας, ακίνητα: 1) ένα ξηρικό αγρό με ελαιόδενδρα και παλιά αγροικία, στην Θέση «Νεραντζιά», αποτελούμενο από πέντε (5) τεμάχια, από τα οποία τρία (3) έχουν την ειδικότερη ονομασία «Παπαδάκου» και «Καρμπέρι», συνολικής εκτάσεως επτά (7) περίπου στρεμμάτων, αξίας 20.000 ευρώ, 2) ένα ξηρικό αγρό με νεόφυτα ελαιόδενδρα, δυσκολοκαλλιέργητο, στη θέση «Στραβόρεμα», εκτάσεως επτά (7) περίπου στρεμμάτων, αξίας 20.000 περίπου ευρώ, 3) ένα ξηρικό αγρό με νεόφυτα ελαιόδενδρα, στη θέση «Χριστοφόρη», εκτάσεως δύο (2) περίπου στρεμμάτων, αξίας 13.000 ευρώ. Επιπλέον, κατά τον ίδιο χρόνο είχε στην αποκλειστική κυριότητα, νομή και κατοχή του προς ιδιωτική του χρήση, τα κάτωθι αυτοκίνητα: 1) καταλυτικό, αμόλυβδης βενζίνης, ιδιωτικής χρήσης επιβατικό αυτοκίνητο, μάρκας Νισσάν μοντέλο Αλμέρα (Nissan Almera), 1.600 κυβικών εκατοστών, πρώτης κυκλοφορίας στις 25/07/1996, αγοραίας αξίας κατά το χρόνο εκείνο 13.000 ευρώ, 2) καταλυτικό, αμόλυβδης βενζίνης, ιδιωτικής χρήσης επιβατικό αυτοκίνητο, μάρκας Νισσάν μοντέλο Μίκρα (nissan micra), 1.249 κυβικών εκατοστών, πρώτης κυκλοφορίας στις 10/02/2003, αγοραίας αξίας κατά το χρόνο εκείνο 9.500 ευρώ και 3) καταλυτικό, αμόλυβδης βενζίνης, ιδιωτικής χρήσης επιβατικό αυτοκίνητο, μάρκας Νισσάν μοντέλο Μίκρα (Nissan Micra), 1.249 κυβικών εκατοστών, πρώτης κυκλοφορίας στις 14/02/2003, αγοραίας αξίας κατά το χρόνο εκείνο 9.500 ευρώ. Περαιτέρω, η καθής γνώριζε την ύπαρξη όλων των ανωτέρω περιουσιακών στοιχείων του ανακόπτοντος, καθόσον όπως αποδείχθηκε, είχε συνάψει μαζί του, σε προγενέστερο της ενάρξεως της ως άνω διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης χρόνο, σύμβαση πίστωσης με αλληλόχρεο λογαριασμό, για το άνοιγμα του οποίου του είχε ζητήσει, εντός των πλαισίων συλλογής εκ μέρους της στοιχείων για την πιστοληπτική ικανότητα του, να της προσκομίσει φωτοτυπία όλων των συμβολαίων των ακινήτων της κυριότητας του, όπερ και αυτός είχε πράξει, γνωστοποιώντας και αποδεικνύοντας της, ότι είχε στην κυριότητα του να ανωτέρω περιγραφέντα ακίνητα. Επίσης, εντός των πλαισίων των υποχρεώσεων του ανακόπτοντος από την παραπάνω σύμβαση και για όσο διάστημα λειτουργούσε ο ως άνω λογαριασμός του, συγκαταλεγόταν η προσκομιδή ετησίως στην καθής, της ετήσιας φορολογικής του δήλωσης και του υποβαλλομένου στην Εφορία εντύπου περί των ακινήτων τα οποία έχει στην κυριότητα του. Κατά συνέπεια, η τελευταία, χωρίς να υποβληθεί σε κανένα έξοδο το οποίο ενδεχομένως θα επιβάρυνε την συνολική οικονομική υποχρέωση του καθού η εκτέλεση οφειλέτη της - ανακόπτοντος, μπορούσε πολύ εύκολα να πληροφορηθεί την οικονομική κατάσταση του και να επιβάλλει κατάσχεση σε ακίνητο ιδιοκτησίας του, αντίστοιχης ή ανάλογης προς την απαίτηση της αξίας. Τέλος, αποδείχθηκε ότι η καθής η ανακοπή, μολονότι γνώριζε την ύπαρξη των ως άνω περιουσιακών στοιχείων του ανακόπτοντος και ότι με την αναγκαστική κατάσχεση του συγκεκριμένου ακινήτου, θα του προξενούσε αυξημένη ζημία
και βλάβη, επιδεικνύοντας ακραία αντισυμβατική συμπεριφορά και παραβαίνοντας καθ' ολοκληρία τις αρχές της καλής πίστης και των χρηστών ηθών στις συναλλαγές καθώς και του καθήκοντος αληθείας, αδιαφόρησε για τα αποτελέσματα της ενέργειας της αυτής και προέβη στην κατάσχεση του. Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω και σύμφωνα με τα εκτεθέντα στην αρχή της παρούσας, η ήδη επισπευδόμενη εκ' μέρους της καθής, εις βάρος του ανακόπτοντος αναγκαστική εκτέλεση, φέρει τα χαρακτηριστικά στοιχεία της καταχρήσεως δικαιώματος εκ της διατάξεως του άρθρου 281 Α.Κ., ως υπερβαίνουσα προφανώς τα εις τη διάταξη αυτή καθοριζόμενα όρια, καθόσον για την εξόφληση της οφειλής του ανακόπτοντος, δεν εφαρμόζεται
από την καθής η διάταξη του άρθρου 288 Α.Κ., η οποία ορίζει τον τρόπο εκπλήρωσης της παροχής, σύμφωνα με τους κανόνες της καλής πίστεως και των συναλλακτικών ηθών, ήτοι κατ' εφαρμογή και τήρησης και της αρχής της αναλογικότητας του επιβαλλόμενου μέτρου προς το μέγεθος της απαιτήσεως της οποίας διώκεται η ικανοποίηση. Περαιτέρω, γενομένου δεκτού του ανωτέρω λόγου, ως και ουσία βάσιμου, παρέλκει η έρευνα των λοιπών λόγων ανακοπής, ως και των προσθέτων αυτής λόγων. Επομένως, πρέπει να γίνει δεκτή η ένδικη ανακοπή ως ουσία βάσιμη, να ακυρωθεί η υπό αύξ. αριθμ. 185/2003 Έκθεση αναγκαστικής κατασχέσεως ακινήτου, της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Σπάρτης, Ελένης Βλαχοπούλου και να διαταχθεί κατ' εφαρμογή της διατάξεως του άρθρου 914 Κ.Πολ.Δ., η επαναφορά των πραγμάτων στην πρότερα τους, πριν την διενέργεια της ως άνω άκυρης πράξης, κατάσταση. Τέλος, η δικαστική δαπάνη των διαδίκων, πρέπει να συμψηφισθεί, κατά
συνδυαστική εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 178 και 179 του Κ.Πολ.Δ., λόγω εύλογης αμφιβολίας του δικαστηρίου, ως προς την έκβαση της δίκης.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.
Δέχεται την ανακοπή και τους προσθέτους αυτής λόγους.
Ακυρώνει την υπ' αύξ. αριθμ. 185/2003 Έκθεση αναγκαστικής κατασχέσεως ακινήτου, της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Σπάρτης, Ελένης Βλαχοπούλου.
Διατάσσει την επαναφορά των πραγμάτων στην προγενέστερη της ακυρωθείσης Εκθέσεως κατάσταση.
Συμψηφίζει την δικαστική δαπάνη των διαδίκων.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του στην Σπάρτη, στις31/8/2004, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.
ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΣΠΑΡΤΗΣ Αριθμός αποφάσεως 241 /2004
Αριθμός αποφάσεως 241 /2004
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΣΠΑΡΤΗΣ
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Καλλιόπη Αθανασακοπούλου, Πρωτοδίκη, την οποία όρισε ο Πρόεδρος Πρωτοδικών και από τη Γραμματέα Βασιλική Ρουσάκη.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 28 Μαίου 2004 , για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Του ενάγοντος: Κωνσταντίνου Σ. Τριτάκη, κατοίκου Σπάρτης, ο οποίος παραστάθηκε στο Δικαστήριο με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Ιωάννη Νικολόπουλο.
ΚΑΤΑ
Του εναγομένου: Ιωάννη Γρ. Δημόπουλου, κατοίκου Αθηνών, ο οποίος παραστάθηκε στο Δικαστήριο με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Δημήτριο Πολυχρονάκο.
Ο ενάγων ζητεί να γίνει δεκτή η από 10-9-2003 αγωγή του, που κατατέθηκε στη Γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου με αύξ. αριθμ. 1740/ΤΜ 150/2003 και ορίστηκε να δικαστεί στις 13-2-2004 και μετά από αναβολή κατά την ανωτέρω αναφερομένη α δικάσιμο.
Κατά τη συζήτηση της υποθέσεως και κατά την εκφώνηση της από το σχετικό πινάκιο, το Δικαστήριο άκουσε τους πληρεξούσιους δικηγόρους των διαδίκων, οι οποίοι ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις που κατέθεσαν και αφού μελέτησε τη δικογραφία,
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Σε περίπτωση συρροής ενδοσυμβατικής και εξωσυμβατικής ευθύνης, εφόσον δεν ταυτίζονται, γιατί έχουν διάφορα αντικείμενα και διάφορες ιστορικές αιτίες γεννέσεως, η απαγγελία προσωπικής κρατήσεως προϋποθέτει ύπαρξη ίδιου εκτελεστού τίτλου για κάθε αξίωση, χωρίς τη δυνατότητα της χρησιμοποιήσεως του τίτλου της μιας από αυτές για την άλλη από αδικοπραξία αξίωση που δεν υπάρχει τίτλος. Αν μία αξίωση στηρίζεται σε περισσότερες νομικές βάσεις [π.χ. ενδοσυμβατικής ευθύνης και αδικοπρακτικής ευθύνης] και έχει εκδοθεί απόφαση και υφίσταται τίτλος που στηρίζεται στην ενδοσυμβατική ευθύνη, αποκλείεται το δεδικασμένο, καθόσον αυτό, κατ άρθρο 324 ΚΠολΔ, εξαρτάται από την ταυτότητα όχι μόνο της ιστορικής αλλά και της νομικής βάσεως και συνεπώς μπορεί να ασκηθεί νέα αγωγή με βάση την αδικοπρακτική ευθύνη και αίτημα την καταδίκη του εναγομένου σε καταβολή των οφειλομένων και συγχρόνως την απαγγελία της προσωπικής κρατήσεως [βλ. Μπρίνιας, Αναγκαστική εκτέλεση, 2η έκδοση παρ. 762 α', Βας. Βαθρακοκοίλη ΚΠΟΛΔ, τόμος ΣΤ', υπό το άρθο 1047, αρ. 25, Εφ. Αθ. 12554/1988 Αρχ. Νομ. 40. 267].
Στην υπό κρίση αγωγή ο ενάγων εκθέτει ότι ο εναγόμενος εξέδωσε στις 25-11-2002, στη Σπάρτη Λακωνίας, την υπ' αριθμ. 4914810 1 τραπεζική επιταγή, σε διαταγή του, πληρωτέα στο υποκατάστημα Σπάρτης της Γενικής Τράπεζας Ελλάδος, ποσού 15.000.000 δραχμών, ήτοι 44.021 ευρώ. Κατά τη νόμιμη εμφάνιση η επιταγή δεν εξοφλήθηκε λόγω ελλείψεως διαθεσίμων κεφαλαίων και σφραγίστηκε από την Τράπεζα. Ότι μετά από αίτηση του εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 11/2003 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Σπάρτης, της οποίας αντίγραφο εξ απογράφου πρώτου εκτελεστού, μετά επιταγής προς πληρωμή, επεδόθη στον εναγόμενο, πλην όμως αυτός δεν του κατέβαλε το ποσό που επετάχθη να πληρώσει. Ζητεί, ενόψει της αδικοπραξίας που έχει τελέσει ο εναγόμενος, δεδομένου ότι εν γνώσει του, ενώ δεν είχε διαθέσιμα κεφάλαια στην πληρώτρια τράπεζα, εξέδωκε την ανωτέρω επιταγή , με αποτέλεσμα να υποστεί από την υπαίτια και παράνομη αυτή συμπεριφορά του ζημία ισόποση του ποσού της επιταγής, να απαγγελθεί σε βάρος του προσωπική κράτηση ως μέσον αναγκαστικής εκτελέσεως της προαναφερομένης διαταγής πληρωμής.
Στην προκειμένη περίπτωση συρρέουν πράγματι περισσότερες αυτοτελείς αξιώσεις, δηλαδή αξίωση από τραπεζική επιταγή και αξίωση αποζημιώσεως λόγω τελέσεως του αδικήματος του άρθρου 79 ν. 5960/1933 και 914 του ΑΚ. Ο εκτελεστός τίτλος που διαθέτει ο ενάγων, ήτοι η υπ' αριθμ. 11/2003 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Δικαστηρίου τούτου αφορά αξίωση από την επιταγή και όχι αξίωση από αδικοπραξία, η οποία είναι δεκτική εκτελέσεως με προσωπική κράτηση και με βάση αυτή [αδικοπραξία] ζητεί με την υπό κρίση αγωγή του την απαγγελία αυτοτελώς προσωπικής κρατήσεως εναντίον του εναγομένου, ενώ στην αγωγή θα έπρεπε να υπάρχει καταψηφιστικό αίτημα για αποζημίωση του ενάγοντος λόγω αδικοπραξίας , καθώς και αίτημα προσωπικής κρατήσεως, για να υπάρξει ίδιος τίτλος για την αξίωση αυτή όπως και ανεφέρθη στη μείζονα σκέψη. Επομένως η αγωγή είναι νόμω αβάσιμη και πρέπει να απορριφθεί. Τα δικαστικά έξοδα του εναγομένου βαρύνουν τον ενάγοντα που ηττήθηκε [άρθρο 176 ΚΠολΔ], και επιβάλλονται όπως ορίζονται ειδικότερα στο διατακτικό.
ΠΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.
Απορρίπτει την αγωγή.
Επιβάλλει σε βάρος του ενάγοντος τα δικαστικά έξοδα του εναγομένου οποία ορίζει σε εκατόν είκοσι [120] ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε στη Σπάρτη και στο ακροατήριο του, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στις 15-10-2004
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΣΠΑΡΤΗΣ
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Καλλιόπη Αθανασακοπούλου, Πρωτοδίκη, την οποία όρισε ο Πρόεδρος Πρωτοδικών και από τη Γραμματέα Βασιλική Ρουσάκη.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 28 Μαίου 2004 , για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Του ενάγοντος: Κωνσταντίνου Σ. Τριτάκη, κατοίκου Σπάρτης, ο οποίος παραστάθηκε στο Δικαστήριο με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Ιωάννη Νικολόπουλο.
ΚΑΤΑ
Του εναγομένου: Ιωάννη Γρ. Δημόπουλου, κατοίκου Αθηνών, ο οποίος παραστάθηκε στο Δικαστήριο με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Δημήτριο Πολυχρονάκο.
Ο ενάγων ζητεί να γίνει δεκτή η από 10-9-2003 αγωγή του, που κατατέθηκε στη Γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου με αύξ. αριθμ. 1740/ΤΜ 150/2003 και ορίστηκε να δικαστεί στις 13-2-2004 και μετά από αναβολή κατά την ανωτέρω αναφερομένη α δικάσιμο.
Κατά τη συζήτηση της υποθέσεως και κατά την εκφώνηση της από το σχετικό πινάκιο, το Δικαστήριο άκουσε τους πληρεξούσιους δικηγόρους των διαδίκων, οι οποίοι ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις που κατέθεσαν και αφού μελέτησε τη δικογραφία,
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Σε περίπτωση συρροής ενδοσυμβατικής και εξωσυμβατικής ευθύνης, εφόσον δεν ταυτίζονται, γιατί έχουν διάφορα αντικείμενα και διάφορες ιστορικές αιτίες γεννέσεως, η απαγγελία προσωπικής κρατήσεως προϋποθέτει ύπαρξη ίδιου εκτελεστού τίτλου για κάθε αξίωση, χωρίς τη δυνατότητα της χρησιμοποιήσεως του τίτλου της μιας από αυτές για την άλλη από αδικοπραξία αξίωση που δεν υπάρχει τίτλος. Αν μία αξίωση στηρίζεται σε περισσότερες νομικές βάσεις [π.χ. ενδοσυμβατικής ευθύνης και αδικοπρακτικής ευθύνης] και έχει εκδοθεί απόφαση και υφίσταται τίτλος που στηρίζεται στην ενδοσυμβατική ευθύνη, αποκλείεται το δεδικασμένο, καθόσον αυτό, κατ άρθρο 324 ΚΠολΔ, εξαρτάται από την ταυτότητα όχι μόνο της ιστορικής αλλά και της νομικής βάσεως και συνεπώς μπορεί να ασκηθεί νέα αγωγή με βάση την αδικοπρακτική ευθύνη και αίτημα την καταδίκη του εναγομένου σε καταβολή των οφειλομένων και συγχρόνως την απαγγελία της προσωπικής κρατήσεως [βλ. Μπρίνιας, Αναγκαστική εκτέλεση, 2η έκδοση παρ. 762 α', Βας. Βαθρακοκοίλη ΚΠΟΛΔ, τόμος ΣΤ', υπό το άρθο 1047, αρ. 25, Εφ. Αθ. 12554/1988 Αρχ. Νομ. 40. 267].
Στην υπό κρίση αγωγή ο ενάγων εκθέτει ότι ο εναγόμενος εξέδωσε στις 25-11-2002, στη Σπάρτη Λακωνίας, την υπ' αριθμ. 4914810 1 τραπεζική επιταγή, σε διαταγή του, πληρωτέα στο υποκατάστημα Σπάρτης της Γενικής Τράπεζας Ελλάδος, ποσού 15.000.000 δραχμών, ήτοι 44.021 ευρώ. Κατά τη νόμιμη εμφάνιση η επιταγή δεν εξοφλήθηκε λόγω ελλείψεως διαθεσίμων κεφαλαίων και σφραγίστηκε από την Τράπεζα. Ότι μετά από αίτηση του εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 11/2003 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Σπάρτης, της οποίας αντίγραφο εξ απογράφου πρώτου εκτελεστού, μετά επιταγής προς πληρωμή, επεδόθη στον εναγόμενο, πλην όμως αυτός δεν του κατέβαλε το ποσό που επετάχθη να πληρώσει. Ζητεί, ενόψει της αδικοπραξίας που έχει τελέσει ο εναγόμενος, δεδομένου ότι εν γνώσει του, ενώ δεν είχε διαθέσιμα κεφάλαια στην πληρώτρια τράπεζα, εξέδωκε την ανωτέρω επιταγή , με αποτέλεσμα να υποστεί από την υπαίτια και παράνομη αυτή συμπεριφορά του ζημία ισόποση του ποσού της επιταγής, να απαγγελθεί σε βάρος του προσωπική κράτηση ως μέσον αναγκαστικής εκτελέσεως της προαναφερομένης διαταγής πληρωμής.
Στην προκειμένη περίπτωση συρρέουν πράγματι περισσότερες αυτοτελείς αξιώσεις, δηλαδή αξίωση από τραπεζική επιταγή και αξίωση αποζημιώσεως λόγω τελέσεως του αδικήματος του άρθρου 79 ν. 5960/1933 και 914 του ΑΚ. Ο εκτελεστός τίτλος που διαθέτει ο ενάγων, ήτοι η υπ' αριθμ. 11/2003 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Δικαστηρίου τούτου αφορά αξίωση από την επιταγή και όχι αξίωση από αδικοπραξία, η οποία είναι δεκτική εκτελέσεως με προσωπική κράτηση και με βάση αυτή [αδικοπραξία] ζητεί με την υπό κρίση αγωγή του την απαγγελία αυτοτελώς προσωπικής κρατήσεως εναντίον του εναγομένου, ενώ στην αγωγή θα έπρεπε να υπάρχει καταψηφιστικό αίτημα για αποζημίωση του ενάγοντος λόγω αδικοπραξίας , καθώς και αίτημα προσωπικής κρατήσεως, για να υπάρξει ίδιος τίτλος για την αξίωση αυτή όπως και ανεφέρθη στη μείζονα σκέψη. Επομένως η αγωγή είναι νόμω αβάσιμη και πρέπει να απορριφθεί. Τα δικαστικά έξοδα του εναγομένου βαρύνουν τον ενάγοντα που ηττήθηκε [άρθρο 176 ΚΠολΔ], και επιβάλλονται όπως ορίζονται ειδικότερα στο διατακτικό.
ΠΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.
Απορρίπτει την αγωγή.
Επιβάλλει σε βάρος του ενάγοντος τα δικαστικά έξοδα του εναγομένου οποία ορίζει σε εκατόν είκοσι [120] ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε στη Σπάρτη και στο ακροατήριο του, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στις 15-10-2004
ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΣΠΑΡΤΗΣ Αριθμός 249/2007
ΣΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΛΑΟΥ
Αριθμός 249/2007
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΣΠΑΡΤΗΣ
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Ευτυχία Κονταράτου - Πρωτοδίκη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο Πρωτοδικών και τη Γραμματέα Ρουμπίνη Καλοπίση.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 23 Μαρτίου 2007, προκειμένου να δικάσει την εξής υπόθεση:
Του ανακόπτοντος Κωνσταντίνου Ιω. Ανδριόπουλου, κατοίκου Ιλίου Αττικής, ο οποίος εκπροσωπήθηκε στο Δικαστήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Παναγιώτη Αθανασούλια.
Του καθ' ου η ανακοπή Θαλή Γεωργίου Πολυχρονάκου, κατοίκου Σπάρτης, ο οποίος εκπροσωπήθηκε στο Δικαστήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Δημήτριο Πολυχρονάκο.
Ο ανακόπτων κατέθεσε στο Γραμματέα του Δικαστηρίου αυτού την
από 14-7-2006 και στο Μονομελές Πρωτοδικείο Σπάρτης απευθυνόμενη ανακοπή του, η οποία καταχωρήθηκε στα σχετικά βιβλία με αύξοντα αριθμό 2038/ΕΓ 66/2006 και γράφτηκε στο σχετικό πινάκιο, για να συζητηθεί στη δικάσιμο της 27-10-2006 και μετά από αναβολή στη δικάσιμο, που αναφέρεται στην αρχή της απόφασης αυτής.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης αυτής και κατά την εκφώνηση της από το σχετικό πινάκιο, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις τους, τις οποίες ανέπτυξαν και προφορικά .
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 585 παρ. 2, 979 παρ. 1, 216 παρ. 1 και 217 ΚΠολΔ συνάγεται ότι το δικόγραφο της ανακοπής κατά του πίνακα κατάταξης πρέπει να περιέχει, εκτός από τα στοιχεία που αναφέρονται στα άρθρα 118 και 120 του ίδιου Κώδικα και τους λόγους αυτής, ώστε να παρέχεται η δυνατότητα στον καθ ού να αμυνθεί και στο δικαστήριο να ελέγξει τη νομιμότητα και την ουσιαστική βασιμότητα της απαίτησης. Ειδικότερα, η ανακοπή ως εισαγωγικό δικόγραφο της περί την εκτέλεση δίκης πρέπει να περιέχει ακριβή περιγραφή της απαίτησης, της οποίας ζητείται η κατάταξη και του προνομίου της, δηλαδή πλήρη παράθεση των πραγματικών περιστατικών, τα οποία κατά νόμο θεμελιώνουν την απαίτηση και το προνόμιο της [ΑΠ 337/1998 ΝοΒ 1999, 947, ΑΠ 1099/1996 ΕλλΔνη 38, 1088, ΑΠ 1260/1991 ΕΕΝ 1993, 66, ΕφΑΘ 5334/2001 Αρμ 2002, 591]. Η ελλιπής παράθεση των περιστατικών αυτών καθιστά την ανακοπή αόριστη και ως εκ τούτου απορριπτέα, μη δυνάμενη να συμπληρωθεί με τις προτάσεις ή με αναφορά σε άλλα έγγραφα και μάλιστα στο περιεχόμενο της αναγγελίας και των εγγράφων που κατατίθενται μέσα στην ίδια με την επίδοση αυτής προθεσμία και αποδεικνύουν την απαίτηση [ΑΠ 1351/1998, αδημ, ΕφΑΘ 5334/2001 Αρμ 2002, 591 ]. Τα παραπάνω στοιχεία, δηλαδή ακριβή περιγραφή της απαίτησης και του επικαλούμενου προνομίου της, πρέπει να περιέχει η ανακοπή όχι μόνον όταν η απαίτηση του ανακόπτοντος δεν κατατάχθηκε καθόλου ή ως προνομιακή στον πίνακα κατάταξης και φέρεται αυτή προς διάγνωση με την ανακοπή, αλλά και όταν με την ανακοπή αμφισβητείται απλώς η απαίτηση του καταταχθέντος καθ ού η ανακοπή ή ο προνομιακός χαρακτήρας της, οπότε ο καθ ού έχει, κατά τα προεκτεθέντα, το βάρος επίκλησης και απόδειξης της απαίτησης του ή του προνομίου της, άλλως γίνεται δεκτή η ανακοπή [ΕφΑΘ 5334/2001 οπ, ΕφΘεσ 1210/1995 ΑρχΝ 1995, 397-398]. Διότι και στην περίπτωση αυτή η περιγραφή της απαίτησης και του προνομίου της δικαιολογούν το έννομο συμφέρον του ανακόπτοντος, που ασκεί και νομιμοποιητική λειτουργία, αφού η δια της παραδοχής της ανακοπής αποβολή από τον πίνακα του καθ ού προϋποθέτει κατ' ανάγκη την ύπαρξη κατατακτέας απαίτησης του ανακόπτοντος [ΕφΑθ 5334/2001 όπ, ΕφΑΘ 8395/1993 ΕλλΔνη 1994, 1102, ΕφΠειρ 1083/1991 ΕΝΔ 1992, 285, 287]. Αν δεν υφίσταται απαίτηση του ανακόπτοντος, η ανακοπή του είναι απορριπτέα και αν ακόμη ο καθού η ανακοπή δεν ανταποκριθεί στο βάρος επίκλησης και απόδειξης της δικής του απαίτησης και του προνομίου της [βλ. Νικολόπουλο σε Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα, Ερμηνεία κατ' άρθρο ΚΠολΔ, άρθρο 979, αρ. 32-33 σελ. 1903-1904 ].
Στην προκειμένη περίπτωση ο ανακόπτων εκθέτει στην από 14-7-2006 ανακοπή του ότι με επίσπευση του διενεργήθηκε στις 5-4-2006 αναγκαστικός πλειστηριασμός επί ακινήτου του οφειλέτη του Παντελή Παπαθανασόπουλου και ότι με τον υπ' αριθμ. 5935/27-6-2006 πίνακα κατάταξης δανειστών της συμβολαιογράφου Καστορείου Γεωργίας Μάρκου-Ζακάκη κατετάγη προνομιακώς και τυχαίως απαίτηση του καθ ού δικηγόρου για ποσό 4.200,47 ευρώ με βάση την από 16-4-2006 αναγγελία του για συνολικό ποσό 6.142,11 ευρώ, που αφορά αμοιβές του. Ότι τον ανωτέρω πίνακα κατάταξης, στον οποίο η δική του απαίτηση δεν κατατάχθηκε καθόλου προσβάλλει για τους εκτιθέμενους σ' αυτήν λόγους που συνίστανται σε απλή άρνηση της απαίτησης του καταχθέντος καθ ού η ανακοπή. Ζητεί δε ο ανακόπτων να ακυρωθεί ο προσβαλλόμενος πίνακας κατάταξης ως προς την καταταγείσα απαίτηση του καθ ού για τα επί μέρους αυτής κονδύλια που προσβάλλονται με τους ειδικότερους λόγους και κατόπιν τούτου να τροποποιηθεί ο πίνακας αναλόγως έτσι ώστε να καταταγεί αυτός [ανακόπτων] στη θέση του αποβληθησομένου απ' αυτόν καθ ού ως προς το σύνολο της απαίτησης του για την οποία επισπεύθηκε η αναγκαστική εκτέλεση. Με αυτό το περιεχόμενο η ανακοπή, η οποία έχει ασκηθεί νόμιμα και εμπρόθεσμα, είναι αόριστη και πρέπει να απορριφθεί διότι αν και ο ανακόπτων αμφισβητεί μέρος της απαίτησης του καταχθέντος καθ ού η ανακοπή και επιδιώκει τον περιορισμό του ποσού της απαίτησης του καθ ού για δικηγορικές αμοιβές και την στη θέση αυτής κατάταξη στον πίνακα της δικής του απαίτησης, δεν περιγράφει επακριβώς την απαίτηση του και το τυχόν προνόμιο αυτής, που, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα στη μείζονα σκέψη, δικαιολογούν το έννομο συμφέρον του [ ανακόπτοντος ], που ασκεί και νομιμοποιητική λειτουργία. Ειδικότερα, δε, δεν γίνεται επίκληση του ύψους της απαίτησης, της οποίας ζητείται η κατάταξη, τις ειδικής έννομης σχέσης από την οποία απορρέει η απαίτηση και του τυχόν προνομιακού της χαρακτήρα και κατά συνέπεια δεν είναι δυνατόν να διαπιστωθεί από το Δικαστήριο αν υπάρχει κατατακτέα απαίτηση του ανακόπτοντος, η οποία αποτελεί, όπως προαναφέρθηκε, προϋπόθεση παραδοχής της ανακοπής και αποβολής του καθ ού από τον πίνακα. Επομένως, πρέπει η κρινόμενη ανακοπή να απορριφθεί ως απαράδεκτη,λόγω της πιο πάνω αοριστίας του δικογράφου της, γενομένου δεκτού του σχετικού ισχυρισμού του καθ ού η ανακοπή. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα του καθ ού πρέπει να επιβληθούν σε βάρος του ανακόπτοντος, λόγω της ήττας του [άρθρο 176 ΚΠολΔ], όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό της παρούσας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει κατ' αντιμωλίαν των διαδίκων.
Απορρίπτει την ανακοπή.
Επιβάλλει σε βάρος του ανακόπτοντος τα δικαστικά έξοδα του καθού η ανακοπή, τα οποία ορίζει στο ποσό των διακοσίων πενήντα [ 250 ] ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση και στο ακροατήριο του στις 24 Ιουλίου 2007.
Αριθμός 249/2007
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΣΠΑΡΤΗΣ
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Ευτυχία Κονταράτου - Πρωτοδίκη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο Πρωτοδικών και τη Γραμματέα Ρουμπίνη Καλοπίση.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 23 Μαρτίου 2007, προκειμένου να δικάσει την εξής υπόθεση:
Του ανακόπτοντος Κωνσταντίνου Ιω. Ανδριόπουλου, κατοίκου Ιλίου Αττικής, ο οποίος εκπροσωπήθηκε στο Δικαστήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Παναγιώτη Αθανασούλια.
Του καθ' ου η ανακοπή Θαλή Γεωργίου Πολυχρονάκου, κατοίκου Σπάρτης, ο οποίος εκπροσωπήθηκε στο Δικαστήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Δημήτριο Πολυχρονάκο.
Ο ανακόπτων κατέθεσε στο Γραμματέα του Δικαστηρίου αυτού την
από 14-7-2006 και στο Μονομελές Πρωτοδικείο Σπάρτης απευθυνόμενη ανακοπή του, η οποία καταχωρήθηκε στα σχετικά βιβλία με αύξοντα αριθμό 2038/ΕΓ 66/2006 και γράφτηκε στο σχετικό πινάκιο, για να συζητηθεί στη δικάσιμο της 27-10-2006 και μετά από αναβολή στη δικάσιμο, που αναφέρεται στην αρχή της απόφασης αυτής.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης αυτής και κατά την εκφώνηση της από το σχετικό πινάκιο, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις τους, τις οποίες ανέπτυξαν και προφορικά .
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 585 παρ. 2, 979 παρ. 1, 216 παρ. 1 και 217 ΚΠολΔ συνάγεται ότι το δικόγραφο της ανακοπής κατά του πίνακα κατάταξης πρέπει να περιέχει, εκτός από τα στοιχεία που αναφέρονται στα άρθρα 118 και 120 του ίδιου Κώδικα και τους λόγους αυτής, ώστε να παρέχεται η δυνατότητα στον καθ ού να αμυνθεί και στο δικαστήριο να ελέγξει τη νομιμότητα και την ουσιαστική βασιμότητα της απαίτησης. Ειδικότερα, η ανακοπή ως εισαγωγικό δικόγραφο της περί την εκτέλεση δίκης πρέπει να περιέχει ακριβή περιγραφή της απαίτησης, της οποίας ζητείται η κατάταξη και του προνομίου της, δηλαδή πλήρη παράθεση των πραγματικών περιστατικών, τα οποία κατά νόμο θεμελιώνουν την απαίτηση και το προνόμιο της [ΑΠ 337/1998 ΝοΒ 1999, 947, ΑΠ 1099/1996 ΕλλΔνη 38, 1088, ΑΠ 1260/1991 ΕΕΝ 1993, 66, ΕφΑΘ 5334/2001 Αρμ 2002, 591]. Η ελλιπής παράθεση των περιστατικών αυτών καθιστά την ανακοπή αόριστη και ως εκ τούτου απορριπτέα, μη δυνάμενη να συμπληρωθεί με τις προτάσεις ή με αναφορά σε άλλα έγγραφα και μάλιστα στο περιεχόμενο της αναγγελίας και των εγγράφων που κατατίθενται μέσα στην ίδια με την επίδοση αυτής προθεσμία και αποδεικνύουν την απαίτηση [ΑΠ 1351/1998, αδημ, ΕφΑΘ 5334/2001 Αρμ 2002, 591 ]. Τα παραπάνω στοιχεία, δηλαδή ακριβή περιγραφή της απαίτησης και του επικαλούμενου προνομίου της, πρέπει να περιέχει η ανακοπή όχι μόνον όταν η απαίτηση του ανακόπτοντος δεν κατατάχθηκε καθόλου ή ως προνομιακή στον πίνακα κατάταξης και φέρεται αυτή προς διάγνωση με την ανακοπή, αλλά και όταν με την ανακοπή αμφισβητείται απλώς η απαίτηση του καταταχθέντος καθ ού η ανακοπή ή ο προνομιακός χαρακτήρας της, οπότε ο καθ ού έχει, κατά τα προεκτεθέντα, το βάρος επίκλησης και απόδειξης της απαίτησης του ή του προνομίου της, άλλως γίνεται δεκτή η ανακοπή [ΕφΑΘ 5334/2001 οπ, ΕφΘεσ 1210/1995 ΑρχΝ 1995, 397-398]. Διότι και στην περίπτωση αυτή η περιγραφή της απαίτησης και του προνομίου της δικαιολογούν το έννομο συμφέρον του ανακόπτοντος, που ασκεί και νομιμοποιητική λειτουργία, αφού η δια της παραδοχής της ανακοπής αποβολή από τον πίνακα του καθ ού προϋποθέτει κατ' ανάγκη την ύπαρξη κατατακτέας απαίτησης του ανακόπτοντος [ΕφΑθ 5334/2001 όπ, ΕφΑΘ 8395/1993 ΕλλΔνη 1994, 1102, ΕφΠειρ 1083/1991 ΕΝΔ 1992, 285, 287]. Αν δεν υφίσταται απαίτηση του ανακόπτοντος, η ανακοπή του είναι απορριπτέα και αν ακόμη ο καθού η ανακοπή δεν ανταποκριθεί στο βάρος επίκλησης και απόδειξης της δικής του απαίτησης και του προνομίου της [βλ. Νικολόπουλο σε Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα, Ερμηνεία κατ' άρθρο ΚΠολΔ, άρθρο 979, αρ. 32-33 σελ. 1903-1904 ].
Στην προκειμένη περίπτωση ο ανακόπτων εκθέτει στην από 14-7-2006 ανακοπή του ότι με επίσπευση του διενεργήθηκε στις 5-4-2006 αναγκαστικός πλειστηριασμός επί ακινήτου του οφειλέτη του Παντελή Παπαθανασόπουλου και ότι με τον υπ' αριθμ. 5935/27-6-2006 πίνακα κατάταξης δανειστών της συμβολαιογράφου Καστορείου Γεωργίας Μάρκου-Ζακάκη κατετάγη προνομιακώς και τυχαίως απαίτηση του καθ ού δικηγόρου για ποσό 4.200,47 ευρώ με βάση την από 16-4-2006 αναγγελία του για συνολικό ποσό 6.142,11 ευρώ, που αφορά αμοιβές του. Ότι τον ανωτέρω πίνακα κατάταξης, στον οποίο η δική του απαίτηση δεν κατατάχθηκε καθόλου προσβάλλει για τους εκτιθέμενους σ' αυτήν λόγους που συνίστανται σε απλή άρνηση της απαίτησης του καταχθέντος καθ ού η ανακοπή. Ζητεί δε ο ανακόπτων να ακυρωθεί ο προσβαλλόμενος πίνακας κατάταξης ως προς την καταταγείσα απαίτηση του καθ ού για τα επί μέρους αυτής κονδύλια που προσβάλλονται με τους ειδικότερους λόγους και κατόπιν τούτου να τροποποιηθεί ο πίνακας αναλόγως έτσι ώστε να καταταγεί αυτός [ανακόπτων] στη θέση του αποβληθησομένου απ' αυτόν καθ ού ως προς το σύνολο της απαίτησης του για την οποία επισπεύθηκε η αναγκαστική εκτέλεση. Με αυτό το περιεχόμενο η ανακοπή, η οποία έχει ασκηθεί νόμιμα και εμπρόθεσμα, είναι αόριστη και πρέπει να απορριφθεί διότι αν και ο ανακόπτων αμφισβητεί μέρος της απαίτησης του καταχθέντος καθ ού η ανακοπή και επιδιώκει τον περιορισμό του ποσού της απαίτησης του καθ ού για δικηγορικές αμοιβές και την στη θέση αυτής κατάταξη στον πίνακα της δικής του απαίτησης, δεν περιγράφει επακριβώς την απαίτηση του και το τυχόν προνόμιο αυτής, που, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα στη μείζονα σκέψη, δικαιολογούν το έννομο συμφέρον του [ ανακόπτοντος ], που ασκεί και νομιμοποιητική λειτουργία. Ειδικότερα, δε, δεν γίνεται επίκληση του ύψους της απαίτησης, της οποίας ζητείται η κατάταξη, τις ειδικής έννομης σχέσης από την οποία απορρέει η απαίτηση και του τυχόν προνομιακού της χαρακτήρα και κατά συνέπεια δεν είναι δυνατόν να διαπιστωθεί από το Δικαστήριο αν υπάρχει κατατακτέα απαίτηση του ανακόπτοντος, η οποία αποτελεί, όπως προαναφέρθηκε, προϋπόθεση παραδοχής της ανακοπής και αποβολής του καθ ού από τον πίνακα. Επομένως, πρέπει η κρινόμενη ανακοπή να απορριφθεί ως απαράδεκτη,λόγω της πιο πάνω αοριστίας του δικογράφου της, γενομένου δεκτού του σχετικού ισχυρισμού του καθ ού η ανακοπή. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα του καθ ού πρέπει να επιβληθούν σε βάρος του ανακόπτοντος, λόγω της ήττας του [άρθρο 176 ΚΠολΔ], όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό της παρούσας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει κατ' αντιμωλίαν των διαδίκων.
Απορρίπτει την ανακοπή.
Επιβάλλει σε βάρος του ανακόπτοντος τα δικαστικά έξοδα του καθού η ανακοπή, τα οποία ορίζει στο ποσό των διακοσίων πενήντα [ 250 ] ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση και στο ακροατήριο του στις 24 Ιουλίου 2007.
ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΣΠΑΡΤΗΣ Αριθμός Απόφασης 318 /2005
ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΣΠΑΡΤΗΣ
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Αριθμός Απόφασης 318 /2005
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΣΠΑΡΤΗΣ
Αποτελούμενο από το Δικαστή Δημήτριο Τίτσια, Πρωτοδίκη, τον οποίο όρισε ο Πρόεδρος Πρωτοδικών και από τη Γραμματέα Γεωργία Κούμαρη.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 14 Οκτωβρίου 2005 για να δικάσει την υπόθεση:
ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ : Χρυσούλας συζ. Κων/νου Τριτάκη, το γένος Ηλία Δερτιλή, κατοίκου Σπάρτης, η οποία εκπροσωπήθηκε στο Δικαστήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Ιωάννη Νικολόπουλο.
ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΥ: Ιωάννου Γρηγορίου Δημόπουλου, κατοίκου Άνω Γλυφάδας Αττικής, ο οποίος εκπροσωπήθηκε στο Δικαστήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Δημήτριο Πολυχρονάκο.
Η ενάγουσα κατέθεσε στο Γραμματέα του Δικαστηρίου αυτού την από 16-10-2004 και στο Μονομελές Πρωτοδικείο Σπάρτης απευθυνόμενη αγωγή, η οποία καταχωρήθηκε στα σχετικά βιβλία με αύξοντα αριθμό 1569/ΤΜ 160/2004 και γράφτηκε στο σχετικό πινάκιο για να συζητηθεί κατά τη δικάσιμο της 11.3.2005 οπότε και αναβλήθηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.
Κατά τη συζήτηση της υπό κρίση υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και τις προτάσεις τους, τις οποίες ανέπτυξαν και προφορικά.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από το άρθρο 858 ΑΚ συνάγεται ότι για την υποκατάσταση του εγγυητή στα δικαιώματα του δανειστή κατά του πρωτοφειλέτη δεν αρκεί μόνο η ικανοποίηση του δανειστή από τον εγγυητή αλλά απαιτείται σωρευτικά και ύπαρξη δικαιώματος αναγωγής του εγγυητή κατά του πρωτοφειλέτη. Το κατά πόσο υφίσταται το δικαίωμα αυτό της αναγωγής θα προσδιοριστεί με βάση την έννομη σχέση εγγυητή και πρωτοφειλέτη (ΑΠ 885/1994 ΕλλΔνη 37 607). Για παράδειγμα, δικαίωμα αναγωγής θεμελιώνεται, όταν ο εγγυητής ενήργησε ως εντολοδόχος (βλ. ΑΚ 722) ή ως διοικητής αλλότριων (ΑΚ 736). Αντίθετα δεν θα υφίσταται δικαίωμα αναγωγής όταν δεν δικαιολογείται από την εσωτερική σχέση, όπως π.χ. όταν αιτία της ανάληψης της εγγύησης ήταν δωρεά του εγγυητή προς τον πρωτοφειλέτη (βλ. Γεωργιάδη Εξασφάλιση των πιστώσεων 2001 § 3 αρ. 153 με παραπομπές σε νομολογία, Βρέλλη στον ΑΚ Γεωργιάδη- Σταθόπουλου άρθρο 858 αρ.5-7). Επομένως, αγωγή του εγγυητή κατά του πρωτοφειλέτη με αίτημα την καταβολή του ποσού που ο εγγυητής κατέβαλε στο δανειστή πρέπει απαραιτήτως να διαλαμβάνει στην ιστορική της βάση όχι μόνο το γεγονός της ικανοποίησης του δανειστή αλλά επιπροσθέτως και την εσωτερική έννομη σχέση που συνδέει εγγυητή και πρωτοφειλέτη προκειμένου να είναι δυνατό, κατά τα ανωτέρω, να κριθεί το τυχόν δικαίωμα της αναγωγής του εγγυητή κατά του προωτοφειλέτη. Αν η έκθεση του στοιχείου αυτού (εσωτερικής έννομης σχέσης) απουσιάζει η αγωγή απορρίπτεται κατ' άρθρο 216§1ΚΠολΔ ως αόριστη (βλ. ΕφΑΘ 6918/1990 ΕλλΔνη 32 1643, ΕφΑΘ 6775/1987 ΕλλΔνη 29 1681, ΕφΘεσ.334/1994 Αρμ 48 920, ΕφΘεσ.1139/1992 Αρμ 46 712, ΕφΛαρ 43/2000 Δικογραφία 2000 σελ. 204). Με την υπό κρίση αγωγή η ενάγουσα εκθέτει ότι, ως εγγυήτρια σε σύμβαση ανοίγματος πιστώσεως με αλληλόχρεο λογαριασμό υπέρ του εναγομένου, υποχρεώθηκε, όταν έγινε απαιτητό το χρέος του, να το καταβάλει στη δανείστρια τράπεζα. Ζητεί δε να καταδικαστεί ο εναγόμενος, ως πρωτοφειλέτης, να της πληρώσει το ποσό που κατέβαλε, χωρίς, όμως, να εκθέτει την έννομη σχέση που τους συνδέει και δυνάμει της οποίας χορηγήθηκε η εγγύηση. Συνεπώς η αγωγή τυγχάνει κατά τα εκτιθέμενα στη μείζονα σκέψη απορριπτέα ως αόριστη. Τα δικαστικά έξοδα του εναγομένου βαρύνουν την ενάγουσα λόγω της ήττας της (άρθρο 176 ΚΠολΔ), διότι ο ενάγων θεωρείται ότι νικήθηκε και όταν η αγωγή του απορρίφθηκε ως απαράδεκτη (ΕφΑΘ 3873/1986 ΕλλΔνη 1986 971), μορφή δε απαραδέκτου αποτελεί και η αοριστία (Κεραμεύς/Κονδύλης/Νϊκας (Μακρίδου) ΕρμΚΠολΔ 216 αρ.11) τυγχάνουν δε αυτά (δικαστικά έξοδα) προσδιοριστέα σύμφωνα με τον υποβληθέντα με τις προτάσεις κατ' άρθρα 190 και 191 ΚΠολΔ κατάλογο δικαστικών εξόδων, στην εκκαθάριση του οποίου προβαίνει το Δικαστήριο. Συνεπώς πρέπει η ενάγουσα να καταβάλει στην εναγομένη : α) 2% επί του αντικειμένου της αγωγής (53.430,92 €), δηλαδή ποσό 1068 € που αντιστοιχεί στην αμοιβή του πληρεξουσίου δικηγόρου του εναγομένου για σύνταξη προτάσεων (άρθρο 107 Κωδικός περί δικηγόρων), β) ποσό 176 € που αντιστοιχεί στην αμοιβή του πληρεξουσίου του εναγομένου για παράσταση στη συζήτηση της παρούσας υποθέσεως δηλαδή συνολικά το ποσό των χιλίων διακοσίων σαράντα τεσσάρων ευρώ (1.244 €).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αγωγή.
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της εναγομένης τα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας, τα οποία ορίζει στο ποσό των χιλίων διακοσίων σαράντα τεσσάρων ευρώ (1.244 €).
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του στη Σπάρτη στις 7 Νοεμβρίου 2005.
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Αριθμός Απόφασης 318 /2005
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΣΠΑΡΤΗΣ
Αποτελούμενο από το Δικαστή Δημήτριο Τίτσια, Πρωτοδίκη, τον οποίο όρισε ο Πρόεδρος Πρωτοδικών και από τη Γραμματέα Γεωργία Κούμαρη.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 14 Οκτωβρίου 2005 για να δικάσει την υπόθεση:
ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ : Χρυσούλας συζ. Κων/νου Τριτάκη, το γένος Ηλία Δερτιλή, κατοίκου Σπάρτης, η οποία εκπροσωπήθηκε στο Δικαστήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Ιωάννη Νικολόπουλο.
ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΥ: Ιωάννου Γρηγορίου Δημόπουλου, κατοίκου Άνω Γλυφάδας Αττικής, ο οποίος εκπροσωπήθηκε στο Δικαστήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Δημήτριο Πολυχρονάκο.
Η ενάγουσα κατέθεσε στο Γραμματέα του Δικαστηρίου αυτού την από 16-10-2004 και στο Μονομελές Πρωτοδικείο Σπάρτης απευθυνόμενη αγωγή, η οποία καταχωρήθηκε στα σχετικά βιβλία με αύξοντα αριθμό 1569/ΤΜ 160/2004 και γράφτηκε στο σχετικό πινάκιο για να συζητηθεί κατά τη δικάσιμο της 11.3.2005 οπότε και αναβλήθηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.
Κατά τη συζήτηση της υπό κρίση υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και τις προτάσεις τους, τις οποίες ανέπτυξαν και προφορικά.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από το άρθρο 858 ΑΚ συνάγεται ότι για την υποκατάσταση του εγγυητή στα δικαιώματα του δανειστή κατά του πρωτοφειλέτη δεν αρκεί μόνο η ικανοποίηση του δανειστή από τον εγγυητή αλλά απαιτείται σωρευτικά και ύπαρξη δικαιώματος αναγωγής του εγγυητή κατά του πρωτοφειλέτη. Το κατά πόσο υφίσταται το δικαίωμα αυτό της αναγωγής θα προσδιοριστεί με βάση την έννομη σχέση εγγυητή και πρωτοφειλέτη (ΑΠ 885/1994 ΕλλΔνη 37 607). Για παράδειγμα, δικαίωμα αναγωγής θεμελιώνεται, όταν ο εγγυητής ενήργησε ως εντολοδόχος (βλ. ΑΚ 722) ή ως διοικητής αλλότριων (ΑΚ 736). Αντίθετα δεν θα υφίσταται δικαίωμα αναγωγής όταν δεν δικαιολογείται από την εσωτερική σχέση, όπως π.χ. όταν αιτία της ανάληψης της εγγύησης ήταν δωρεά του εγγυητή προς τον πρωτοφειλέτη (βλ. Γεωργιάδη Εξασφάλιση των πιστώσεων 2001 § 3 αρ. 153 με παραπομπές σε νομολογία, Βρέλλη στον ΑΚ Γεωργιάδη- Σταθόπουλου άρθρο 858 αρ.5-7). Επομένως, αγωγή του εγγυητή κατά του πρωτοφειλέτη με αίτημα την καταβολή του ποσού που ο εγγυητής κατέβαλε στο δανειστή πρέπει απαραιτήτως να διαλαμβάνει στην ιστορική της βάση όχι μόνο το γεγονός της ικανοποίησης του δανειστή αλλά επιπροσθέτως και την εσωτερική έννομη σχέση που συνδέει εγγυητή και πρωτοφειλέτη προκειμένου να είναι δυνατό, κατά τα ανωτέρω, να κριθεί το τυχόν δικαίωμα της αναγωγής του εγγυητή κατά του προωτοφειλέτη. Αν η έκθεση του στοιχείου αυτού (εσωτερικής έννομης σχέσης) απουσιάζει η αγωγή απορρίπτεται κατ' άρθρο 216§1ΚΠολΔ ως αόριστη (βλ. ΕφΑΘ 6918/1990 ΕλλΔνη 32 1643, ΕφΑΘ 6775/1987 ΕλλΔνη 29 1681, ΕφΘεσ.334/1994 Αρμ 48 920, ΕφΘεσ.1139/1992 Αρμ 46 712, ΕφΛαρ 43/2000 Δικογραφία 2000 σελ. 204). Με την υπό κρίση αγωγή η ενάγουσα εκθέτει ότι, ως εγγυήτρια σε σύμβαση ανοίγματος πιστώσεως με αλληλόχρεο λογαριασμό υπέρ του εναγομένου, υποχρεώθηκε, όταν έγινε απαιτητό το χρέος του, να το καταβάλει στη δανείστρια τράπεζα. Ζητεί δε να καταδικαστεί ο εναγόμενος, ως πρωτοφειλέτης, να της πληρώσει το ποσό που κατέβαλε, χωρίς, όμως, να εκθέτει την έννομη σχέση που τους συνδέει και δυνάμει της οποίας χορηγήθηκε η εγγύηση. Συνεπώς η αγωγή τυγχάνει κατά τα εκτιθέμενα στη μείζονα σκέψη απορριπτέα ως αόριστη. Τα δικαστικά έξοδα του εναγομένου βαρύνουν την ενάγουσα λόγω της ήττας της (άρθρο 176 ΚΠολΔ), διότι ο ενάγων θεωρείται ότι νικήθηκε και όταν η αγωγή του απορρίφθηκε ως απαράδεκτη (ΕφΑΘ 3873/1986 ΕλλΔνη 1986 971), μορφή δε απαραδέκτου αποτελεί και η αοριστία (Κεραμεύς/Κονδύλης/Νϊκας (Μακρίδου) ΕρμΚΠολΔ 216 αρ.11) τυγχάνουν δε αυτά (δικαστικά έξοδα) προσδιοριστέα σύμφωνα με τον υποβληθέντα με τις προτάσεις κατ' άρθρα 190 και 191 ΚΠολΔ κατάλογο δικαστικών εξόδων, στην εκκαθάριση του οποίου προβαίνει το Δικαστήριο. Συνεπώς πρέπει η ενάγουσα να καταβάλει στην εναγομένη : α) 2% επί του αντικειμένου της αγωγής (53.430,92 €), δηλαδή ποσό 1068 € που αντιστοιχεί στην αμοιβή του πληρεξουσίου δικηγόρου του εναγομένου για σύνταξη προτάσεων (άρθρο 107 Κωδικός περί δικηγόρων), β) ποσό 176 € που αντιστοιχεί στην αμοιβή του πληρεξουσίου του εναγομένου για παράσταση στη συζήτηση της παρούσας υποθέσεως δηλαδή συνολικά το ποσό των χιλίων διακοσίων σαράντα τεσσάρων ευρώ (1.244 €).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αγωγή.
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της εναγομένης τα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας, τα οποία ορίζει στο ποσό των χιλίων διακοσίων σαράντα τεσσάρων ευρώ (1.244 €).
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του στη Σπάρτη στις 7 Νοεμβρίου 2005.
ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΣΠΑΡΤΗΣ Αριθμός 34/2007
Αριθμός 34/2007
ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΣΠΑΡΤΗΣ
Συγκροτήθηκε από τον Ειρηνοδίκη του Πέτρο Παντελίδη ορίστηκε με την υπ' αριθ. 133/2006 πράξη του Προέδρου Πρωτοδικών-— Σπάρτης και το Γραμματέα Χρήστο Γαλάνη.
Συνεδρίασε δημόσια και στο ακροατήριο του στις 18 Δεκεμβρίου 2006, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
Της ενάγουσας-αιτούσας: Χριστίνας χας Γεωργίου Σπυροπούλου, κατοίκου δ.δ Τρύπης του δήμου Μυστρά Λακωνίας, η οποία εμφανίστηκε στο δικαστήριο με τους πληρεξούσιους δικηγόρους της Βασίλη Σωτηρίου και Ιωάννη Νικολόπουλο.
Του εναγομένου - καθού η αίτηση: Νικολάου Ηλία Ασπιώτη, κατοίκου δ.δ Τρύπης του δήμου Μυστρά Λακωνίας, ο οποίος εμφανίστηκε στο δικαστήριο με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Δημήτριο Πολυχρονάκο.
Η ενάγουσα κατέθεσε στη γραμματεία του δικαστηρίου αυτού την από 9-3-2005 αγωγή της, απευθυνόμενη ενώπιον του Ειρηνοδικείου Σπάρτης, η οποία καταχωρήθηκε στα οικεία βιβλία και πήρε αριθμ. καταθ. 91/2005 και ορίστηκε δικάσιμος για να συζητηθεί η 27-6-2005. Επί της ως άνω αγωγής εξεδόθη η υπ'αριθμ. 134/2005 απόφαση του Ειρηνοδικείου Σπάρτης, με την οποία διετάχθη η αναβολή της συζήτησης της υπόθεσης μέχρι τελεσιδικίας της υπ'αριθμ. 132/2004 απόφασης του παρόντος δικαστηρίου.
Η ενάγουσα με την με ημερομηνία 7/4/2006 αίτηση - κλήση της επανέφερε προς συζήτηση την υπ'αριθμ. 91/2005 αγωγή της, η οποία καταχωρήθηκε στα οικεία βιβλία και πήρε αριθμ. καταθ. 107/2006 και ορίστηκε δικάσιμος η 25-9-2006 και μετά από νόμιμη αναβολή η δικάσιμος που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας για να συζητηθεί, κατά την οποία.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης και κατά την εκφώνηση της από τη σειρά του σχετικού πινακίου ( 18/18-12-2006 ) οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις τους, τις οποίες ανέπτυξαν και προφορικά.
Μελέτησε τη δικογραφία.
Σκέφτηκε σύμφωνα με το Νόμο.
Νόμιμα επανεισάγεται για συζήτηση ενώπιον αυτού του δικαστηρίου με την από 7/4/2006 αίτηση-κλήση της ενάγουσας, η από 9 Μαρτίου 2005 ασκηθείσα στο παρόν δικαστήριο αγωγή της κατά του εναγομένου, η συζήτηση της οποίας αναβλήθηκε κατά τη δικάσιμο της 27/6/2006 μέχρι να καταστεί τελεσίδικη η υπ' αριθμ. 132/2004 απόφαση του Ειρηνοδικείου Σπάρτης , όρος που ήδη εκπληρώθηκε με την έκδοση της υπ' αριθμ. 28/2006 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Σπάρτης.
Με την ένδικη αγωγή η ενάγουσα εκθέτει ότι τόσο η οικία της που βρίσκεται μέσα στα όρια του δημοτικού διαμερίσματος Τρύπης του δήμου Μυστρά, όσο και η οικία του εναγομένου εφάπτονται κοινόχρηστης δημοτικής οδού μήκους 30 μ. και πλάτους 2μ., η οποία εξυπηρετούσε τους κατοίκους της περιοχής πεζή με έμφορτα ζώα και εσχάτως με τροχοφόρα μέσα .Ότι ο εναγόμενος εκμεταλλευόμενος την απουσία της στο εξωτερικό κατασκεύασε τσιμέντινο στηθαίο στο σημείο που η οδός αυτή διασταυρώνεται με τη δημοτική οδό Αγίου Γεωργίου, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτη η επικοινωνία των δύο οδών και έτσι να προσβάλλεται στο δικαίωμα της προσωπικότητας της για την απόλαυση του κοινόχρηστου πράγματος. Ότι εξαιτίας τούτων άσκησε την από 5/4/2004 αγωγή στο παρόν δικαστήριο επί της οποίας εκδόθηκε η υπ' αριθμ. 132/2004 οριστική απόφαση με την οποία μεταξύ άλλων αναγνωρίστηκε η επίδικη οδός κοινόχρηστη δημοτική οδός. Ότι ο εναγόμενος εκτός της κατασκευής του τσιμέντινου στηθαίου προ δεκαετίας περίπου και κατά την απουσία της στο εξωτερικό κατασκεύασε υπεράνω της κοινόχρηστης οδού και στη δυτική της απόληξη, όπου διασταυρώνεται με τη δημοτική οδό Αγίου Γεωργίου τρία μπαλκόνια διαστάσεων 12 τ.μ περίπου έκαστο, με αποτέλεσμα να καταλαμβάνει όλο το πλάτος της οδού στο σημείο αυτό και να καθιστά δυσχερή τη χρήση της τόσο από την ίδια όσο και από τους δημότες Τρύπης. Επειδή από την παράνομη και αυθαίρετη αυτή ενέργεια του εναγομένου προσβάλλεται το δικαίωμα της προσωπικότητας της, αφού δυσχεραίνεται σε μεγάλο βαθμό η εκ μέρους της χρήσης της οδού ζητεί να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να αφαιρέσει τα επίδικα τσιμέντινα μπαλκόνια που έχει κατασκευάσει πάνω από την κοινόχρηστη οδό, διαφορετικά να επιτραπεί τούτο στον ίδιο με έξοδα του τελευταίου και να παραλείψει κάθε παρόμοια προσβολή του δικαιώματος του στο μέλλον με απειλή εις βάρος του των νόμιμων ποινών. Επίσης να κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή η απόφαση που θα εκδοθεί και να καταδικαστεί ο εναγόμενος στη δικαστική του δαπάνη.
Με αυτό το περιεχόμενο η αγωγή αρμοδίως εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον αυτού του δικαστηρίου (άρθρα 15 παρ. 5, 29 Κ.Πολ.Δικ.) κατά την τακτική διαδικασία και είναι νόμιμη στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 57, 966, 967 ΑΚ., 907, 908, 945, 947, 176 Κ.Πολ.Δικ. Επομένως πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω για να κριθεί και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.
Από την εκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων απόδειξης και ανταπόδειξης, οι οποίοι εξετάστηκαν στο ακροατήριο και η αξιοπιστία τους εκτιμάται σε συνδυασμό και με τα λοιπά αποδεικτικά μέσα, από τα έγγραφα που επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, τη διενεργηθείσα από το δικαστήριο αυτοψία στο χώρο επιδικίας, για την οποία συντάχθηκε η σχετική έκθεση που φέρεται στα ταυτάριθμα
ακόλουθα: Εντός των ορίων του δημοτικού διαμερίσματος Τρύπης του δήμου Μυστρά Λακωνίας υπάρχει παλιός δρομίσκος μήκους 30 μέτρων περίπου και πλάτος περί τα 2 μέτρα, ο οποίος διασταυρώνεται με τη δημοτική οδό Αγίου Γεωργίου, διερχόμενος δε σε επαφή με τις οικίες των διαδίκων και άλλων ιδιοκτητών εξυπηρετούσε παλιότερα όλους τους κατοίκους της «επάνω γειτονιάς». Από αυτή διέρχονταν πεζή και με έμφορτα ζώα οι κάτοικοι της περιοχής μεταξύ των οποίων και η ενάγουσα, η οποία τη χρησιμοποιούσε για να μεταβαίνει πιο άνετα στην οικία της. Κατά το έτος 1986 η τότε κοινότητα Τρύπης με τη συνδρομή και του εναγόμενου, κατά την ανακατασκευή της δημοτικής οδού Αγίου Γεωργίου, κατασκεύασαν στη δυτική απόληξη της οδού, όπου αυτή διασταυρώνεται με την οδό Αγίου Γεωργίου τσιμέντινο στηθαίο ύψους περί τα 2 μέτρα και έτσι διεκόπη η επικοινωνία της οδού με την ευρισκόμενη σε υψηλότερο επίπεδο οδό Αγίου Γεωργίου.
Κατά το χρόνο των πιο πάνω εργασιών η ενάγουσα βρισκόταν στο εξωτερικό και όταν επέστρεψε για μόνιμη εγκατάσταση στην οικία της διαπίστωσε το ανέφικτο της διέλευσης της άνω οδού. Προς τούτο άσκησε ενώπιον του παρόντος δικαστηρίου την από 5.4.2004 αγωγή κατά του εναγόμενου και του τοπικού συμβουλίου του δ.δ. Τρύπης, με την οποία ζητούσε να αναγνωριστεί ότι η επίδικη οδός μήκους 30 μ. και πλάτους 2 μ. είναι κοινόχρηστη, καθώς και να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να αποδώσουν ακώλυτη και ελεύθερη τη χρήση της. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η υπ' αριθμ. 132/2004 απόφαση του παρόντος δικαστηρίου, η οποία έκανε δεκτή την αγωγή και αναγνωρίστηκε ο κοινόχρηστος χαρακτήρας της επίδικης οδού, η απόφαση δε αυτή κατέστη τελεσίδικη μετά την έκδοση και της υπ' αριθμ. 28/2006 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Σπάρτης, η οποία αποφάνθηκε σε δεύτερο βαθμό επί του ιδίου θέματος. Παράλληλα η ενάγουσα αντελήφθη ότι στη δυτική απόληξη της κοινόχρηστης οδού ο εναγόμενος εκτός του στηθαίου έχει κατασκευάσει υπεράνω της οδού σε ύψος τεσσάρων (4) περίπου μέτρων και σε όλο το πλάτος της μπαλκόνι 10-12 τ. μ, ενώνοντας έτσι την οικία του υπό μορφή γέφυρας με την ταράτσα άλλου κτίσματος του, που βρίσκεται από τη νότια πλευρά της οδού. Κατά τη διενέργεια της αυτοψίας του επίδικου χώρου, από το δικαστήριο διαπιστώθηκε ότι η κοινόχρηστη δημοτική οδός δεν είναι προσβάσιμη σε τροχοφόρα οχήματα αφού εκτός του στενού της πλάτους και της ανομοιογένειας του εδάφους της μερικοί περίοικοι αλλά και η ίδια η ενάγουσα έχουν κατασκευάσει εντός αυτού μικρές κλίμακες (σκαλοπάτια) που οδηγούν στις εξώθυρες των οικιών τους (βλ. προσκομιζόμενες φωτογραφίες όπου απεικονίζεται ο δρόμος ). Κατά συνέπεια δεν δυσχεραίνεται η ενάγουσα ως προς τη διέλευση της από τον κοινόχρηστο δρόμο με τροχοφόρα οχήματα εξαιτίας του παρανόμως κατασκευασθέντος μπαλκονιού υπό του εναγόμενου, αλλά λόγω της διαπιστωθείσας πραγματικής κατάστασης στην οποία βρίσκεται ο δρόμος, καθώς και της κατασκευής του τσιμέντινου στηθαίου που δεν επιτρέπει την επικοινωνία του με την οδό Αγίου Γεωργίου. Τούτο διότι κατ' αντικειμενική κρίση είναι αδύνατο σήμερα να περάσει από το συγκεκριμένο δρόμο αυτοκίνητο, ώστε στη συνέχεια να εμποδιστεί από το παράνομο κατασκεύασμα (μπαλκόνι). Επομένως δεν υφίσταται στην προκειμένη περίπτωση προσβολή της προσωπικότητας της ενάγουσας για την ακώλυτη χρήση του κοινόχρηστου δρόμου εκ μέρους της κατά την έννοια του άρθρου 57 ΑΚ. εξαιτίας του επίδικου μπαλκονιού που παράνομα κατασκεύασε ο εναγόμενος. Κατ' ακολουθία πρέπει να απορριφθεί ως κατ' ουσίαν αβάσιμη η αγωγή και να καταδικαστεί η ενάγουσα στη δικαστική δαπάνη του εναγόμενου κατ' άρθρο 176 Κ.Πολ.Δικ.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.
Απορρίπτει την αγωγή. Επιβάλλει εις βάρος της ενάγουσας την πληρωμή της δικαστικής δαπάνης του εναγόμενου, την οποία ορίζει στο ποσό των διακοσίων ευρώ (200,00 €).
Κρίθηκε αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε στη Σπάρτη και στο ακροατήριο του Ειρηνοδικείου Σπάρτης, σε έκτακτη συνεδρίαση που έγινε στις 12 Μαρτίου 2007 με την παρουσία του Γραμματέα, ενώ οι διάδικοι απουσίαζαν.
ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΣΠΑΡΤΗΣ
Συγκροτήθηκε από τον Ειρηνοδίκη του Πέτρο Παντελίδη ορίστηκε με την υπ' αριθ. 133/2006 πράξη του Προέδρου Πρωτοδικών-— Σπάρτης και το Γραμματέα Χρήστο Γαλάνη.
Συνεδρίασε δημόσια και στο ακροατήριο του στις 18 Δεκεμβρίου 2006, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
Της ενάγουσας-αιτούσας: Χριστίνας χας Γεωργίου Σπυροπούλου, κατοίκου δ.δ Τρύπης του δήμου Μυστρά Λακωνίας, η οποία εμφανίστηκε στο δικαστήριο με τους πληρεξούσιους δικηγόρους της Βασίλη Σωτηρίου και Ιωάννη Νικολόπουλο.
Του εναγομένου - καθού η αίτηση: Νικολάου Ηλία Ασπιώτη, κατοίκου δ.δ Τρύπης του δήμου Μυστρά Λακωνίας, ο οποίος εμφανίστηκε στο δικαστήριο με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Δημήτριο Πολυχρονάκο.
Η ενάγουσα κατέθεσε στη γραμματεία του δικαστηρίου αυτού την από 9-3-2005 αγωγή της, απευθυνόμενη ενώπιον του Ειρηνοδικείου Σπάρτης, η οποία καταχωρήθηκε στα οικεία βιβλία και πήρε αριθμ. καταθ. 91/2005 και ορίστηκε δικάσιμος για να συζητηθεί η 27-6-2005. Επί της ως άνω αγωγής εξεδόθη η υπ'αριθμ. 134/2005 απόφαση του Ειρηνοδικείου Σπάρτης, με την οποία διετάχθη η αναβολή της συζήτησης της υπόθεσης μέχρι τελεσιδικίας της υπ'αριθμ. 132/2004 απόφασης του παρόντος δικαστηρίου.
Η ενάγουσα με την με ημερομηνία 7/4/2006 αίτηση - κλήση της επανέφερε προς συζήτηση την υπ'αριθμ. 91/2005 αγωγή της, η οποία καταχωρήθηκε στα οικεία βιβλία και πήρε αριθμ. καταθ. 107/2006 και ορίστηκε δικάσιμος η 25-9-2006 και μετά από νόμιμη αναβολή η δικάσιμος που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας για να συζητηθεί, κατά την οποία.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης και κατά την εκφώνηση της από τη σειρά του σχετικού πινακίου ( 18/18-12-2006 ) οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις τους, τις οποίες ανέπτυξαν και προφορικά.
Μελέτησε τη δικογραφία.
Σκέφτηκε σύμφωνα με το Νόμο.
Νόμιμα επανεισάγεται για συζήτηση ενώπιον αυτού του δικαστηρίου με την από 7/4/2006 αίτηση-κλήση της ενάγουσας, η από 9 Μαρτίου 2005 ασκηθείσα στο παρόν δικαστήριο αγωγή της κατά του εναγομένου, η συζήτηση της οποίας αναβλήθηκε κατά τη δικάσιμο της 27/6/2006 μέχρι να καταστεί τελεσίδικη η υπ' αριθμ. 132/2004 απόφαση του Ειρηνοδικείου Σπάρτης , όρος που ήδη εκπληρώθηκε με την έκδοση της υπ' αριθμ. 28/2006 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Σπάρτης.
Με την ένδικη αγωγή η ενάγουσα εκθέτει ότι τόσο η οικία της που βρίσκεται μέσα στα όρια του δημοτικού διαμερίσματος Τρύπης του δήμου Μυστρά, όσο και η οικία του εναγομένου εφάπτονται κοινόχρηστης δημοτικής οδού μήκους 30 μ. και πλάτους 2μ., η οποία εξυπηρετούσε τους κατοίκους της περιοχής πεζή με έμφορτα ζώα και εσχάτως με τροχοφόρα μέσα .Ότι ο εναγόμενος εκμεταλλευόμενος την απουσία της στο εξωτερικό κατασκεύασε τσιμέντινο στηθαίο στο σημείο που η οδός αυτή διασταυρώνεται με τη δημοτική οδό Αγίου Γεωργίου, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτη η επικοινωνία των δύο οδών και έτσι να προσβάλλεται στο δικαίωμα της προσωπικότητας της για την απόλαυση του κοινόχρηστου πράγματος. Ότι εξαιτίας τούτων άσκησε την από 5/4/2004 αγωγή στο παρόν δικαστήριο επί της οποίας εκδόθηκε η υπ' αριθμ. 132/2004 οριστική απόφαση με την οποία μεταξύ άλλων αναγνωρίστηκε η επίδικη οδός κοινόχρηστη δημοτική οδός. Ότι ο εναγόμενος εκτός της κατασκευής του τσιμέντινου στηθαίου προ δεκαετίας περίπου και κατά την απουσία της στο εξωτερικό κατασκεύασε υπεράνω της κοινόχρηστης οδού και στη δυτική της απόληξη, όπου διασταυρώνεται με τη δημοτική οδό Αγίου Γεωργίου τρία μπαλκόνια διαστάσεων 12 τ.μ περίπου έκαστο, με αποτέλεσμα να καταλαμβάνει όλο το πλάτος της οδού στο σημείο αυτό και να καθιστά δυσχερή τη χρήση της τόσο από την ίδια όσο και από τους δημότες Τρύπης. Επειδή από την παράνομη και αυθαίρετη αυτή ενέργεια του εναγομένου προσβάλλεται το δικαίωμα της προσωπικότητας της, αφού δυσχεραίνεται σε μεγάλο βαθμό η εκ μέρους της χρήσης της οδού ζητεί να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να αφαιρέσει τα επίδικα τσιμέντινα μπαλκόνια που έχει κατασκευάσει πάνω από την κοινόχρηστη οδό, διαφορετικά να επιτραπεί τούτο στον ίδιο με έξοδα του τελευταίου και να παραλείψει κάθε παρόμοια προσβολή του δικαιώματος του στο μέλλον με απειλή εις βάρος του των νόμιμων ποινών. Επίσης να κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή η απόφαση που θα εκδοθεί και να καταδικαστεί ο εναγόμενος στη δικαστική του δαπάνη.
Με αυτό το περιεχόμενο η αγωγή αρμοδίως εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον αυτού του δικαστηρίου (άρθρα 15 παρ. 5, 29 Κ.Πολ.Δικ.) κατά την τακτική διαδικασία και είναι νόμιμη στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 57, 966, 967 ΑΚ., 907, 908, 945, 947, 176 Κ.Πολ.Δικ. Επομένως πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω για να κριθεί και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.
Από την εκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων απόδειξης και ανταπόδειξης, οι οποίοι εξετάστηκαν στο ακροατήριο και η αξιοπιστία τους εκτιμάται σε συνδυασμό και με τα λοιπά αποδεικτικά μέσα, από τα έγγραφα που επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, τη διενεργηθείσα από το δικαστήριο αυτοψία στο χώρο επιδικίας, για την οποία συντάχθηκε η σχετική έκθεση που φέρεται στα ταυτάριθμα
ακόλουθα: Εντός των ορίων του δημοτικού διαμερίσματος Τρύπης του δήμου Μυστρά Λακωνίας υπάρχει παλιός δρομίσκος μήκους 30 μέτρων περίπου και πλάτος περί τα 2 μέτρα, ο οποίος διασταυρώνεται με τη δημοτική οδό Αγίου Γεωργίου, διερχόμενος δε σε επαφή με τις οικίες των διαδίκων και άλλων ιδιοκτητών εξυπηρετούσε παλιότερα όλους τους κατοίκους της «επάνω γειτονιάς». Από αυτή διέρχονταν πεζή και με έμφορτα ζώα οι κάτοικοι της περιοχής μεταξύ των οποίων και η ενάγουσα, η οποία τη χρησιμοποιούσε για να μεταβαίνει πιο άνετα στην οικία της. Κατά το έτος 1986 η τότε κοινότητα Τρύπης με τη συνδρομή και του εναγόμενου, κατά την ανακατασκευή της δημοτικής οδού Αγίου Γεωργίου, κατασκεύασαν στη δυτική απόληξη της οδού, όπου αυτή διασταυρώνεται με την οδό Αγίου Γεωργίου τσιμέντινο στηθαίο ύψους περί τα 2 μέτρα και έτσι διεκόπη η επικοινωνία της οδού με την ευρισκόμενη σε υψηλότερο επίπεδο οδό Αγίου Γεωργίου.
Κατά το χρόνο των πιο πάνω εργασιών η ενάγουσα βρισκόταν στο εξωτερικό και όταν επέστρεψε για μόνιμη εγκατάσταση στην οικία της διαπίστωσε το ανέφικτο της διέλευσης της άνω οδού. Προς τούτο άσκησε ενώπιον του παρόντος δικαστηρίου την από 5.4.2004 αγωγή κατά του εναγόμενου και του τοπικού συμβουλίου του δ.δ. Τρύπης, με την οποία ζητούσε να αναγνωριστεί ότι η επίδικη οδός μήκους 30 μ. και πλάτους 2 μ. είναι κοινόχρηστη, καθώς και να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να αποδώσουν ακώλυτη και ελεύθερη τη χρήση της. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η υπ' αριθμ. 132/2004 απόφαση του παρόντος δικαστηρίου, η οποία έκανε δεκτή την αγωγή και αναγνωρίστηκε ο κοινόχρηστος χαρακτήρας της επίδικης οδού, η απόφαση δε αυτή κατέστη τελεσίδικη μετά την έκδοση και της υπ' αριθμ. 28/2006 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Σπάρτης, η οποία αποφάνθηκε σε δεύτερο βαθμό επί του ιδίου θέματος. Παράλληλα η ενάγουσα αντελήφθη ότι στη δυτική απόληξη της κοινόχρηστης οδού ο εναγόμενος εκτός του στηθαίου έχει κατασκευάσει υπεράνω της οδού σε ύψος τεσσάρων (4) περίπου μέτρων και σε όλο το πλάτος της μπαλκόνι 10-12 τ. μ, ενώνοντας έτσι την οικία του υπό μορφή γέφυρας με την ταράτσα άλλου κτίσματος του, που βρίσκεται από τη νότια πλευρά της οδού. Κατά τη διενέργεια της αυτοψίας του επίδικου χώρου, από το δικαστήριο διαπιστώθηκε ότι η κοινόχρηστη δημοτική οδός δεν είναι προσβάσιμη σε τροχοφόρα οχήματα αφού εκτός του στενού της πλάτους και της ανομοιογένειας του εδάφους της μερικοί περίοικοι αλλά και η ίδια η ενάγουσα έχουν κατασκευάσει εντός αυτού μικρές κλίμακες (σκαλοπάτια) που οδηγούν στις εξώθυρες των οικιών τους (βλ. προσκομιζόμενες φωτογραφίες όπου απεικονίζεται ο δρόμος ). Κατά συνέπεια δεν δυσχεραίνεται η ενάγουσα ως προς τη διέλευση της από τον κοινόχρηστο δρόμο με τροχοφόρα οχήματα εξαιτίας του παρανόμως κατασκευασθέντος μπαλκονιού υπό του εναγόμενου, αλλά λόγω της διαπιστωθείσας πραγματικής κατάστασης στην οποία βρίσκεται ο δρόμος, καθώς και της κατασκευής του τσιμέντινου στηθαίου που δεν επιτρέπει την επικοινωνία του με την οδό Αγίου Γεωργίου. Τούτο διότι κατ' αντικειμενική κρίση είναι αδύνατο σήμερα να περάσει από το συγκεκριμένο δρόμο αυτοκίνητο, ώστε στη συνέχεια να εμποδιστεί από το παράνομο κατασκεύασμα (μπαλκόνι). Επομένως δεν υφίσταται στην προκειμένη περίπτωση προσβολή της προσωπικότητας της ενάγουσας για την ακώλυτη χρήση του κοινόχρηστου δρόμου εκ μέρους της κατά την έννοια του άρθρου 57 ΑΚ. εξαιτίας του επίδικου μπαλκονιού που παράνομα κατασκεύασε ο εναγόμενος. Κατ' ακολουθία πρέπει να απορριφθεί ως κατ' ουσίαν αβάσιμη η αγωγή και να καταδικαστεί η ενάγουσα στη δικαστική δαπάνη του εναγόμενου κατ' άρθρο 176 Κ.Πολ.Δικ.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.
Απορρίπτει την αγωγή. Επιβάλλει εις βάρος της ενάγουσας την πληρωμή της δικαστικής δαπάνης του εναγόμενου, την οποία ορίζει στο ποσό των διακοσίων ευρώ (200,00 €).
Κρίθηκε αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε στη Σπάρτη και στο ακροατήριο του Ειρηνοδικείου Σπάρτης, σε έκτακτη συνεδρίαση που έγινε στις 12 Μαρτίου 2007 με την παρουσία του Γραμματέα, ενώ οι διάδικοι απουσίαζαν.
ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ Αριθμός Αποφάσεως 759/2006
ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ
Αριθμός Αποφάσεως 759/2006
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΣΠΑΡΤΗΣ
Αποτελούμενο από το Δικαστή Ευάγγελο Χριστιά, Προεδρεύοντα Πρωτοδίκη, του Προέδρου Πρωτοδικών ευρισκόμενου σε δικαστικές διακοπές.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 7 Ιουλίου 2006, χωρίς τη σύμπραξη Γραμματέα, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Της αιτούσας: Ελένης συζ. Γεωργίου Κανέλλη, το γένος Κωνσταντίνου Φλώρου, κατοίκου Σπάρτης, για τον εαυτό της και για λογαριασμό του ανηλίκου τέκνου της Μαρίας - Ειρήνης, κατοίκου Σπάρτης, η οποία παραστάθηκε με τον πληρεξούσιο δικηγόρο Κωνσταντίνου Μποσμπόνη.
Του καθού η αίτηση: Γεωργίου Ζαχαρία Κανέλλη, κατοίκου Κλαδά Σπάρτης, ο οποίος παραστάθηκε με τον πληρεξούσιο δικηγόρο Δημήτριο Πολυχρονάκο.Η αιτούσα κατέθεσε στο Γραμματέα του Δικαστηρίου αυτού την από 6-6-2006 και στο Μονομελές Πρωτοδικείο Σπάρτης απευθυνόμενη αίτηση της περί λήψεως ασφαλιστικών μέτρων, η οποία καταχωρήθηκε στα οικεία βιβλία με αύξοντα αριθμό 751/Ασφ 589/2006 και γράφτηκε στο έκθεμα για να συζητηθεί κατά τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των
διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτοί οι ισχυρισμοί τους, που ανέπτυξαν
προφορικά.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η αιτούσα, επικαλούμενη επείγουσα περίπτωση, ζητεί: 1) ν' ανατεθεί σ' αυτήν, προσωρινά, η άσκηση της επιμέλειας του προσώπου του ανηλίκου τέκνων αυτής Μαρίας - Ειρήνης, που απέκτησε από νόμιμο γάμο της με τον καθ'ου, με τον οποίο διακόπηκε οριστικά η έγγαμη συμβίωση, διότι αυτό επιβάλλεται από το αληθινό συμφέρον του τέκνου της,2) να υποχρεωθεί ο καθ'ου, να της προκαταβάλει, υπό την ανατεθησόμενη σε αυτήν ιδιότητα της, ως προσωρινή μηνιαία διατροφή του τέκνου της το ποσό των 500 ευρώ, που αντιστοιχεί στο ποσοστό συμμετοχής του στην αντιμετώπιση των διατροφικών αναγκών της ανήλικης συνυπολογιζομένης και της συνεισφοράς της αιτούσας, από την επίδοση της αίτησης και μέχρι εκδόσεως οριστικής αποφάσεως επί της κυρίας αγωγής, λόγω του ότι η ανήλικη δεν μπορεί να διαθρέψει τον εαυτό της από εισοδήματα της περιουσίας της, 3) να της παραχωρηθεί προσωρινά η συζυγική στέγη προς κάλυψη των αναγκών στέγασης αυτής και του τέκνου της και 4) να της παραχωρηθεί προσωρινά η χρήση του υπ' αριθμ. κυκλοφορίας ΑΚΕ 4101 ΙΧΕ αυτοκινήτου, που είναι απαραίτητο για την κάλυψη των αναγκών μετακίνησης της ίδιας και του τέκνου της ενόψει της χωριστής εγκατάστασης της. Με το ως άνω περιεχόμενο και αιτήματα η αίτηση παραδεκτώς και αρμοδίως φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου κατά την προκειμένη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρα 16 αρ. 10, 683 παρ. 1 και 686 επ. ΚΠολΔ) και είναι νόμιμη, ερειδόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1393, 1394, 1395, 1485, 1486, 1489, 1493, 1496, 1498, 1510 παρ. 1, 1511, 1513, 1514, 1516 παρ. 2 και 1518, 340, 345, 346 ΑΚ, 682 παρ. 1, 728 παρ. 1α, 729 και 735 ΚΠολΔ. Πρέπει, συνεπώς, να ερευνηθεί περαιτέρω κατ' ουσίαν.
Ακολούθως ο πληρεξούσιος δικηγόρος του καθού με προφορική δήλωση του κατά τη συζήτηση της παρούσας συνομολόγησε την αίτηση αναφορικά με την προσωρινή ανάθεση της επιμέλειας του προσώπου του ανηλίκου τέκνου τους στην αιτούσα. Επίσης, ζητεί να συνυπολογιστεί η αξία χρήσης της χρησιμοποιούμενης από την αιτούσα και το ανήλικο τέκνο τους οικογενειακή στέγη, η οποία ανέρχεται, με βάση τη μισθωτική της αξία, στο ποσό των 350 ευρώ μηνιαίως. Ο ισχυρισμός αυτός αποτελεί ένσταση συνυπολογισμού της αξίας χρήσης της παραχωρηθείσας από τον εναγόμενο οικογενειακής στέγης στις διατροφικές ανάγκες του ανηλίκου τέκνου και είναι νόμιμη, ερειδόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1393 και 1489 παρ. 2 ΑΚ (βλ. ΑΠ 19/1997 ΕλλΔνη 1997.1574 και Παπαζήση σε ΑΚ Γεωργιάδη - Σταθόπουλο υπό αρθρ. 1393 αρ. 35-39) και πρέπει, επομένως, να ερευνηθεί περαιτέρω κατ" ουσίαν.
Επιπλέον, ασκεί προφορικά ανταίτηση, διώκοντας: α) επικουρικά και στην περίπτωση που παραχωρηθεί η οικογενειακή στέγη στην αιτούσα να υποχρεωθεί η τελευταία να του καταβάλει ως αντάλλαγμα, για το διάστημα της χρήσης της, το ποσό των 350 ευρώ μηνιαία, που αντιστοιχεί στη μισθωτική αξία της και β) να καθορισθεί ο τρόπος επικοινωνίας τούτου με το ανήλικο τέκνο του. Η ανταίτηση είναι παραδεκτή και νόμιμη, ερειδόμενη στις διατάξεις των άρθρων 216, 268 παρ. 4, 682 παρ. 1, 2, 686 παρ. 3, 4, 687 παρ. 2, 735, 947, 950 ΚΠολΔ, 1393 εδ. α' και 1520 ΑΚ και πρέπει, συνεπώς, συνεκδικαζόμενη με την ένδικη αίτηση, να ερευνηθεί περαιτέρω κατ' ουσίαν.
Κατά το άρθρο 1393 εδ. α' ΑΚ, σε περίπτωση διακοπής της συμβιώσεως, το δικαστήριο μπορεί, εφόσον το επιβάλλουν λόγοι επιείκειας ενόψει των ειδικών συνθηκών του καθενός από τους συζύγους και του συμφέροντος των τέκνων, να παραχωρήσει . στον ένα σύζυγο την αποκλειστική χρήση ολόκληρουή τμήματος του ακινήτου που χρησιμεύει για κύρια διαμονή των ίδιων (οικογενειακή στέγη), ανεξάρτητα από το ποιος από αυτούς είναι κύριος ή έχει απέναντι στον κύριο το δικαίωμα της χρήσεως του. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι το δικαστήριο, μέσα στην εξουσία του να προστατεύσει την οικογένεια σε περίπτωση διακοπής της έγγαμης συμβιώσεως, έχει το δικαίωμα να παραχωρήσει την αποκλειστική χρήση ολόκληρου ή τμήματος του ακινήτου που χρησιμεύει ως οικογενειακή στέγη στον ένα από τους συζύγους. Η εν λόγω παραχώρηση γίνεται με βάση τις. ειδικές συνθήκες του καθενός συζύγου, το συμφέρον των τέκνων και τις αρχές της επιείκειας, οι οποίες είναι δυνατόν να επιβάλλουν κατά περίπτωση η παραχώρηση αυτή να γίνεται και προς το σύζυγο που έχει εμπράγματο ή ενοχικό δικαίωμα στο ακίνητο, όπως επίσης να γίνεται με αντάλλαγμα ή χωρίς αντάλλαγμα, το οποίο είναι δυνατόν να υπολογισθεί ή να μην υπολογισθεί κατά τον καθορισμό της διατροφής, που οφείλει ο υπόχρεος και κύριος της παραχωρούμενης οικογενειακής στέγης στον άλλο σύζυγο ή τα τέκνα του (ΑΠ 1630/2002 ΕλλΔνη 44.775, ΑΠ 792/2000 ΕλλΔνη 41.1647, ΕΠ 68/2005 ΠειρΝμγ 2005.41, ΕΑ 122/2002 Αρμ 2002.1479).
Από την εκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων Σταματάς Φλώρου του Κωνσταντίνου και Ελένης Κανέλλη του Ζαχαρία που εξετάσθηκαν κατά πρόταση των διαδίκων (ενός από κάθε διάδικο μέρος αντίστοιχα) στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, των εγγράφων που προσκομίζουν, μεταξύ των οποίων οι υπ' αριθμούς 201, 202 και 203/7-6-2006 ένορκες βεβαιώσεις των σε αυτές αναφερομένων προσώπων που ελήφθησαν επιμέλεια των διαδίκων ενώπιον της αναπληρώνουσας τον Ειρηνοδίκη Σπάρτης, Ειρηνοδίκη Κροκεών, και του Ειρηνοδίκη Σπάρτης (ως προς λήψη υπόψη ενόρκων βεβαιώσεων χωρίς να έχει προηγηθεί νομότυπη κατ' άρθρο 270 ΚΠολΔ κλήτευση προ δύο εργασίμων ημερών βλ. άρθρο 347 ΚΠολΔ, ΑΠ 739/1988 ΕΕΝ 1989.384), αυτών που ανέπτυξαν προφορικά οι διάδικοι και με τα σημειώματα τους και γενικά από τη συζήτηση της υποθέσεως, πιθανολογήθηκαν τα εξής: Οι διάδικοι τέλεσαν νόμιμο γάμο την 1η Σεπτεμβρίου 2001 στο Βασαρά Λακωνίας, κατά τη διάρκεια του οποίου απέκτησαν ένα τέκνο, την Μαρία -Ειρήνη, που γεννήθηκε στις 19-11-2002, ηλικίας ήδη 4 ετών κατά τη συζήτηση της αίτησης. Κατά τα πρώτα έτη η έγγαμη συμβίωση τους εξελίχθηκε ομαλά, ακολούθως όμως δημιουργήθηκαν προβλήματα στις σχέσεις τους και την 1-3-2006 αποφάσισαν να λύσουν το μεταξύ τους γάμο με συναινετικό διαζύγιο, ενώ ο καθού η αίτηση στις 12-3-2006 απεχώρησε από τη συζυγική εστία στη Σπάρτη και εγκαταστάθηκε στον Κλαδά Λακωνίας. Ούτως διασπάσθηκε η έγγαμη συμβίωση τους, η οποία μέχρι τη συζήτηση της αίτησης δεν έχει αποκατασταθεί. Περαιτέρω, πιθανολογήθηκε ότι η αιτούσα παρέχει στο ανήλικο τέκνο όλες τις αναγκαίες φροντίδες για την υγιή σωματική και ψυχική του ανάπτυξη και είναι η πλέον κατάλληλη για να της ανατεθεί η επιμέλεια του προσώπου του, για το οποίο συναινεί και ο καθού - πατέρας. Επίσης, με γνώμονα το συμφέρον του τέκνου των διαδίκων, το οποίο πρέπει να αναπτύξει υγιή και σταθερή σχέση με τον πατέρα τους η οποία είναι απαραίτητη για την ψυχοσωματική του ανάπτυξη, πρέπει να ρυθμισθεί προσωρινώς η επικοινωνία του με αυτόν ως εξής, ως συνομολογεί και η αιτούσα: 1) κάθε δεύτερο σαββατοκύριακο, από το Σάββατο στις 13:00 έως και τη Δευτέρα στις 08:30 με διανυκτέρευση στην πατρική οικία του καθού η αίτηση, 2) την ημέρα της ονομαστικής εορτής του καθού και μέχρι τις 08:30 την επόμενη της ονομαστικής εορτής του ημέρα, με διανυκτέρευση στην πατρική οικία -τσΐΓκαθσύ η αίτηση, 3) κάθε Δευτέρα και Τετάρτη από τις 18:00 και μέχρι τις 08:30 την επομένη, με διανυκτέρευση στην πατρική οικία του καθού η αίτηση, 4) από 1η έως 15η ημέρα κατά το μήνα Ιούλιο και από 1η έως 15η κατά το μήνα Αύγουστο και 5) κατά τις εορτές Χριστουγέννων και Πάσχα επί δεκαήμερο. Σε όλες τις περιπτώσεις ο ανταιτών - πατέρας υποχρεούται να παραλαμβάνει και παραδίδει το τέκνο από και στην οικία της μητέρας του, όπου αυτό διαμένει, ρυθμίζοντας τις υπόλοιπες λεπτομέρειες με την τελευταία.Μετά τη διακοπή της εγγάμου συμβιώσεως των διαδίκων, η αιτούσα συνέχιζε να παραμένει μαζί με το ανήλικο τέκνο των διαδίκων στην κοινή τους οικία (συζυγική στέγη) στη Σπάρτη και επί της οδού Μενελάου αρ. 55 - 57, ιδιοκτησίας του καθού, την οποία τους είχε παραχωρήσει χωρίς να του καταβάλουν αντάλλαγμα. Εξάλλου, στην εν λόγω οικία θα πρέπει να συνεχίσουν να παραμένουν η αιτούσα με το ανήλικο τέκνο των διαδίκων, καθόσον τούτο επιβάλλεται αφενός μεν από το συμφέρον του τέκνου για μη αλλαγή του περιβάλλοντος στο οποίο έχει συνηθίσει, ειδικά μετά τη διακοπή της έγγαμης συμβίωσης των γονέων του, αφετέρου δε, χάριν επιεικείας και λόγω των ειδικών συνθηκών της αιτούσας (οικονομική κατάσταση της ως κατωτέρω αναπτύσσεται ειδικώς . και ζημία της σε περίπτωση αποχώρησης της από το ακίνητο αυτό). Η αξία χρήσης της εν λόγω οικίας αντιστοιχεί στη μισθωτική αξία αυτής, η οποία, λαμβανομένου υπόψη ότι πρόκειται για διαμέρισμα νεόκτιστο, δεύτερου ορόφου πολυκατοικίας εμβαδού 90 τ.μ., ανέρχεται στο ποσό των 350 ευρώ μηνιαίως, σύμφωνα με τα συναλλακτικά ήθη της περιοχής, ενώ το ύψος των στεγαστικών αναγκών του ανήλικου ανέρχεται στο ποσό των 150 ευρώ, το υπόλοιπο δε μέρος του ποσού της αξίας χρήσης της οικογενειακής στέγης (200 ευρώ) καλύπτει τις στεγαστικές ανάγκες της αιτούσας. Εξάλλου, ο καθού η αίτηση εργάζεται ως υπάλληλος (πωλητής) σε επιχείρηση εμπορίας ραπτομηχανών και οικιακών συσκευών κατάστημα πώλησης ηλεκτρικών ειδών που διατηρεί στη Σπάρτη ο γαμβρός του Ιωάννης Φούντας. Επίσης, έχει κατά κυριότητα έναν αγρό στη θέση «ΨΥΡΩΣΥΚΙΑ» Κλαδά του Δ. Σπάρτης, εκτάσεως 3 στρεμμάτων, έναν αγρό στη θέση*«ΠΑΛΙΑΜΠΕΛΟ» Κλαδά, εκτάσεως 1 στρέμματος και έναν αγρό στη θέση «ΧΑΡΟΥ» Κλαδά, εκτάσεως 3 στρεμμάτων. Επίσης είναι κύριος του ανωτέρω ακινήτου που βρίσκεται στη Σπάρτη και διαμένει προσωρινά η αιτούσα. Από την ανωτέρω εργασία του οι μηνιαίες αποδοχές του ανέρχονται τουλάχιστον στο ποσό των 1000 ευρώ, ενώ λοιπά εισοδήματα του δεν πιθανολογήθηκαν (ούτε η αιτούσα ισχυρίζεται εισοδήματα αυτού από άλλη αιτία), απορριπτόμενου του ισχυρισμού του ότι αμείβεται με μηνιαίο μισθό 386,03 ευρώ μηνιαίως, υποαπασχολούμενος επί τετράωρο ημερησίως. Εξάλλου, η αιτούσα εργάζεται ως βοηθός φαρμακοποιού σε φαρμακείο της εταιρίας «Αδαμαντίας Κανέλλη και ΣΙΑ ΟΕ» στη Σπάρτη, εργασία από την οποία αποκερδαίνει το ποσό των 570 ευρώ μηνιαίως ενώ άλλη περιουσία ή εισοδήματα από άλλη πηγή δεν πιθανολογήθηκαν. Εξάλλου, το τέκνο των διαδίκων διαμένει με τη μητέρα τους κατά τα ανωτέρω διαλαμβανόμενα, ενώ οι λοιπές δαπάνες ενδύσεως, διατροφής, ψυχαγωγίας, παραθερισμού και γενικώς συντηρήσεως του είναι οι συνήθεις δαπάνες που απαιτούνται για τους ανηλίκους της ίδιας με αυτό ηλικίας ενώ δεν αποκομίζει εισόδημα και δεν έχει περιουσιακά στοιχεία, αδυνατεί δε λόγω της ηλικίας του να εργασθεί και, επομένως, δικαιούται διατροφής από τους γονείς του. Με βάση δε τις ανωτέρω ανάγκες του, την ηλικία του και την άριστη υγεία του, με συνεκτίμηση και των συνθηκών της ζωής και των δυνάμεων των γονέων τους, από τις οποίες αυτές συμπροσδιορίζονται (βλ. ΕΘ 2241/2000 Αρμ. 2001.330, ΑΠ 396/2001 αδημ.), η απαιτούμενη ανάλογη διατροφή του ανέρχεται στο ποσό των 300 ευρώ το μήνα. Στο εν λόγω ποσό συνυπολογίζεται και η προσφορά της προσωπικής εργασίας και απασχόλησης της αιτούσας για την περιποίηση και φροντίδα του, η οποία είναι αποτιμητή σε χρήμα. Εξάλλου, καθόσον με την υπό κρίση αίτηση ζητείται να υποχρεωθεί ο καθού να καταβάλει μόνο τη συμμετοχή του ανάλογα με τις δυνάμεις του στη διατροφή του ανηλίκου, προσδιοριζόμενης και συνυπολογιζομένης της συμμετοχής της μητέρας τους, από την εκτίμηση και τη σύγκριση των δυνάμεων των γονέων του, τον καθού βαρύνει μέρος μόνο της απαιτούμενης συνολικής διατροφής γι αυτό. Για τον προσδιορισμό της αναλογίας που βαρύνει τον καθ ού πρέπει να γίνει κατά τα αιτηθέντα, αναγωγή της οικονομικής δυνατότητας του κάθε διαδίκου στο σύνολο των εισοδημάτων του, ήτοι α) του καθού - πατέρα 1000 (εισόδημα από εργασία) + 150 (αξία χρήσης της οικογενειακής στέγης που καλύπτει τις στεγαστικές ανάγκες του τέκνου) ήτοι 1.150 ευρώ ]και β) της αιτούσας - μητέρας 570 (εισόδημα από εργασία) + 150 (παροχή προσωπικών υπηρεσιών στο ανήλικο που είναι αποτιμητές σε χρήμα) ήτοι 720 ευρώ της αιτούσας, συνολικά 1150 + 720 ήτοι 1870 ευρώ. Η υποχρέωση τους δε αυτή επιμερίζεται σε ποσοστό 62% για τον καθ ού και 38% για την αιτούσα αντίστοιχα, οπότε ο καθ ού πρέπει να καταβάλει ως προσωρινή διατροφή το ποσό των 186 ευρώ, το οποίο είναι σε θέση να καταβάλλει χωρίς να διακινδυνεύει η διατροφή του, με βάση τα εισοδήματα του και τα αναγκαία έξοδα του, κατά το υπόλοιπο δε ποσό βαρύνεται η αιτούσα. Μέρος τούτου του ποσού της συνεισφοράς του εκπληρώνει με την παραχώρηση της οικίας του, η αξία χρήσης της οποίας αποτιμάται, ως προαναφέρθηκε, σε 350 ευρώ, εκ των οποίων 150 ευρώ αντιστοιχεί στην κάλυψη των στεγαστικών αναγκών της ανήλικης. Επομένως, οφείλει ακόμη να καταβάλει στην ενάγουσα το υπόλοιπο ποσό της συνεισφοράς του, δηλαδή, 36 ευρώ. Περαιτέρω, λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι η αιτούσα στερείται ικανών περιουσιακών στοιχείων για να ανταπεξέλθει στα έξοδα της οικίας της (καταβολή ποσών ΔΕΗ, ΟΤΕ και λοιπών ΔΕΚΟ, κοινόχρηστα κλπ έξοδα) και της διατροφής της ίδιας και του τέκνου της (στο βαθμό που της αναλογεί κατά τα ανωτέρω) πρέπει να παραχωρηθεί η ανωτέρω οικία στην αιτούσα άνευ ανταλλάγματος απορριπτόμενου του σχετικού αιτήματος του καθ ού - ανταιτούντα ως κατ' ουσίαν αβασίμου. Εξάλλου, πρέπει να γίνει δεκτό ως κατ' ουσίαν βάσιμο το αίτημα της αιτούσας περί προσωρινής παραχώρησης της χρήσης του υπ' αριθμ. κυκλοφορίας ΑΚΕ 4101 ΙΧΕ αυτοκινήτου εργοστασίου κατασκευής SΕΑΤ τύπου ΙΒΙΖΑ, συγκυριότητας των διαδίκων, χωρίς αντάλλαγμα, το οποίο της είναι απολύτως απαραίτητο για να μετακινείται για την εργασία της και να επιμελείται και των υποθέσεων του ανηλίκου, λαμβανομένου υπόψη και του γεγονότος ότι ο καθ ού η αίτηση διαθέτει και άλλο ΙΧΕ αυτοκίνητο εργοστασίου κατασκευής FΙΑΤ τύπου ΒΡΑVΑ, με το οποίο μπορεί να καλύπτει πλήρως όλες τις ανάγκες μετακίνησης του.
Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει να γίνουν εν μέρει δεκτές και ως κατ' ουσίαν βάσιμες οι υπό κρίση αίτηση και ανταίτηση και να διαταχθούν τα στο διατακτικό διαλαμβανόμενα. Επίσης πρέπει να απορριφθεί το αίτημα του καθ ού η αίτηση περί διαγραφής των αναφερομένων στο σημείωμα του φράσεων του εισαγωγικού δικογράφου και δη των φράσεων «εξαιτίας αποκλειστικά του δύστροπου χαρακτήρα που εκδήλωσε ο καθ ού», «οι σε βάρος μου αναίτιες ύβρεις και βωμολοχίες, ακόμη και οι απειλές κατά της ζωής μου κατά κανόνα, ενώπιον τρίτων και μάλιστα συγγενών μας, η παντελής αδιαφορία του για τα ζητήματα του κοινού βίου μας, η απροθυμία του να λάβει μέρος στις κοινωνικές υποχρεώσεις μας και γενικά η ανάρμοστη και σκαιά συμπεριφορά του απέναντι μου», «συνέχισε να επιδεικνύει την ίδια και σκληρότερη σε βάρος μου συμπεριφορά του» και «να εκτραχυνθεί ακόμη περισσότερο η συμπεριφορά του αντιδίκου εναντίον μου και να καταστεί ακόμη εντονότερη η επίδειξη από την πλευρά του, παντελούς αδιαφορία για όλα τα θέματα του κοινού βίου μας», καθόσον δεν υπερβαίνουν το επιβαλλόμενο κατ' άρθρο 206 ΚΠολΔ μέτρο, λαμβανομένου υπόψη ότι απαιτείται η ανάπτυξη των θέσεων των διαδίκων αναφορικά με τη συμπεριφορά καθενός αυτών κατά τη διάρκεια της εγγάμου συμβιώσεως των προκειμένου να κριθεί η ικανότητα του να αναλάβει την επιμέλεια ανηλίκου παιδιού (το οποίο αποτελεί και κύριο αντικείμενο της παρούσας διαδικασίας) και να καταγνωσθεί η διακοπή της συμβίωσης των διαδίκων, η οποία επιβάλλει τη ρύθμιση της σχέσεως των διαδίκων. Τα δικαστικά έξοδα πρέπει να συμψηφισθούν μεταξύ των διαδίκων καθόσον πρόκειται για διαφορά μεταξύ συζύγων (άρ. 179 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Συνεκδικάζει αντιμωλία των διαδίκων τις στο σκεπτικό αναφερόμενες αίτηση και προφορικώς ασκηθείσα ανταίτηση.
Δέχεται εν μέρει την αίτηση.
Αναθέτει προσωρινά στην αιτούσα μητέρα την επιμέλεια του προσώπου του ανηλίκου τέκνου των διαδίκων Μαρίας - Ειρήνης.
Υποχρεώνει τον καθ ού να καταβάλει στην αιτούσα υπό την ιδιότητα της ως εχούσης προσωρινώς την επιμέλεια του προσώπου του ανηλίκου τέκνου τους το ποσό των τριάντα έξι (36) ευρώ μηνιαίως, ως προσωρινή διατροφή τούτου, που θα προκαταβάλλεται την πρώτη ημέρα κάθε μήνα, αρχής γενομένης από την επομένη της επιδόσεως της αιτήσεως και εφεξής μέχρι εκδόσεως οριστικής αποφάσεως επί τακτικής επί διατροφής αγωγής.
Ρυθμίζει προσωρινά τη χρήση της οικογενειακής στέγης των διαδίκων, στη Σπάρτη και επί της οδού Μενελάου αρ. 55-57 δια παραχωρήσεως ταύτης στην αιτούσα, άνευ ανταλλάγματος.
Παραχωρεί προσωρινά τη χρήση του υπ' αριθμ. κυκλοφορίας ΑΚΕ 4101 ΙΧΕ αυτοκινήτου εργοστασίου κατασκευής SΕΑΤ τύπου ΙΒΙΖΑ, συγκυριότητας των διαδίκων, στην αιτούσα, άνευ ανταλλάγματος.
Δέχεται εν μέρει την ανταίτηση.
Καθορίζει προσωρινώς την επικοινωνία του ανταιτούντος με το ανήλικο τέκνο του Μαρία - Ειρήνη ως εξής: 1) κάθε δεύτερο σαββατοκύριακο, από το Σάββατο στις 13:00 έως και τη Δευτέρα στις 08:30 με διανυκτέρευση στην πατρική οικία του καθ ού η αίτηση, 2) την ημέρα της ονομαστικής εορτής του καθ ού και μέχρι τις 08:30 την επόμενη της ονομαστικής εορτής του ημέρα, με διανυκτέρευση στην πατρική οικία του καθ ού η αίτηση, 3) κάθε Δευτέρα και Τετάρτη από τις 18:00 και μέχρι τις 08:30 την επομένη, με διανυκτέρευση στην πατρική οικία του καθ ού η αίτηση, 4) από 1η έως 15η ημέρα κατά το μήνα Ιούλιο και από 1η έως 15η κατά το μήνα Αύγουστο και 5) κατά τις εορτές Χριστουγέννων και Πάσχα επί δεκαήμερο. Σε όλες τις περιπτώσεις ο ανταιτών - πατέρας υποχρεούται να παραλαμβάνει και παραδίδει το τέκνο από και στην οικία της μητέρας του, όπου αυτό διαμένει, ρυθμίζοντας τις υπόλοιπες λεπτομέρειες με την τελευταία.
Συμψηφίζει μεταξύ των διαδίκων τα δικαστικά έξοδα.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του στη Σπάρτη την 28 Ιουλίου 2006, παρουσία και του Γραμματέα Θεμιστοκλή Δογαντζή.
Αριθμός Αποφάσεως 759/2006
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΣΠΑΡΤΗΣ
Αποτελούμενο από το Δικαστή Ευάγγελο Χριστιά, Προεδρεύοντα Πρωτοδίκη, του Προέδρου Πρωτοδικών ευρισκόμενου σε δικαστικές διακοπές.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 7 Ιουλίου 2006, χωρίς τη σύμπραξη Γραμματέα, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Της αιτούσας: Ελένης συζ. Γεωργίου Κανέλλη, το γένος Κωνσταντίνου Φλώρου, κατοίκου Σπάρτης, για τον εαυτό της και για λογαριασμό του ανηλίκου τέκνου της Μαρίας - Ειρήνης, κατοίκου Σπάρτης, η οποία παραστάθηκε με τον πληρεξούσιο δικηγόρο Κωνσταντίνου Μποσμπόνη.
Του καθού η αίτηση: Γεωργίου Ζαχαρία Κανέλλη, κατοίκου Κλαδά Σπάρτης, ο οποίος παραστάθηκε με τον πληρεξούσιο δικηγόρο Δημήτριο Πολυχρονάκο.Η αιτούσα κατέθεσε στο Γραμματέα του Δικαστηρίου αυτού την από 6-6-2006 και στο Μονομελές Πρωτοδικείο Σπάρτης απευθυνόμενη αίτηση της περί λήψεως ασφαλιστικών μέτρων, η οποία καταχωρήθηκε στα οικεία βιβλία με αύξοντα αριθμό 751/Ασφ 589/2006 και γράφτηκε στο έκθεμα για να συζητηθεί κατά τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των
διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτοί οι ισχυρισμοί τους, που ανέπτυξαν
προφορικά.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η αιτούσα, επικαλούμενη επείγουσα περίπτωση, ζητεί: 1) ν' ανατεθεί σ' αυτήν, προσωρινά, η άσκηση της επιμέλειας του προσώπου του ανηλίκου τέκνων αυτής Μαρίας - Ειρήνης, που απέκτησε από νόμιμο γάμο της με τον καθ'ου, με τον οποίο διακόπηκε οριστικά η έγγαμη συμβίωση, διότι αυτό επιβάλλεται από το αληθινό συμφέρον του τέκνου της,2) να υποχρεωθεί ο καθ'ου, να της προκαταβάλει, υπό την ανατεθησόμενη σε αυτήν ιδιότητα της, ως προσωρινή μηνιαία διατροφή του τέκνου της το ποσό των 500 ευρώ, που αντιστοιχεί στο ποσοστό συμμετοχής του στην αντιμετώπιση των διατροφικών αναγκών της ανήλικης συνυπολογιζομένης και της συνεισφοράς της αιτούσας, από την επίδοση της αίτησης και μέχρι εκδόσεως οριστικής αποφάσεως επί της κυρίας αγωγής, λόγω του ότι η ανήλικη δεν μπορεί να διαθρέψει τον εαυτό της από εισοδήματα της περιουσίας της, 3) να της παραχωρηθεί προσωρινά η συζυγική στέγη προς κάλυψη των αναγκών στέγασης αυτής και του τέκνου της και 4) να της παραχωρηθεί προσωρινά η χρήση του υπ' αριθμ. κυκλοφορίας ΑΚΕ 4101 ΙΧΕ αυτοκινήτου, που είναι απαραίτητο για την κάλυψη των αναγκών μετακίνησης της ίδιας και του τέκνου της ενόψει της χωριστής εγκατάστασης της. Με το ως άνω περιεχόμενο και αιτήματα η αίτηση παραδεκτώς και αρμοδίως φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου κατά την προκειμένη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρα 16 αρ. 10, 683 παρ. 1 και 686 επ. ΚΠολΔ) και είναι νόμιμη, ερειδόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1393, 1394, 1395, 1485, 1486, 1489, 1493, 1496, 1498, 1510 παρ. 1, 1511, 1513, 1514, 1516 παρ. 2 και 1518, 340, 345, 346 ΑΚ, 682 παρ. 1, 728 παρ. 1α, 729 και 735 ΚΠολΔ. Πρέπει, συνεπώς, να ερευνηθεί περαιτέρω κατ' ουσίαν.
Ακολούθως ο πληρεξούσιος δικηγόρος του καθού με προφορική δήλωση του κατά τη συζήτηση της παρούσας συνομολόγησε την αίτηση αναφορικά με την προσωρινή ανάθεση της επιμέλειας του προσώπου του ανηλίκου τέκνου τους στην αιτούσα. Επίσης, ζητεί να συνυπολογιστεί η αξία χρήσης της χρησιμοποιούμενης από την αιτούσα και το ανήλικο τέκνο τους οικογενειακή στέγη, η οποία ανέρχεται, με βάση τη μισθωτική της αξία, στο ποσό των 350 ευρώ μηνιαίως. Ο ισχυρισμός αυτός αποτελεί ένσταση συνυπολογισμού της αξίας χρήσης της παραχωρηθείσας από τον εναγόμενο οικογενειακής στέγης στις διατροφικές ανάγκες του ανηλίκου τέκνου και είναι νόμιμη, ερειδόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1393 και 1489 παρ. 2 ΑΚ (βλ. ΑΠ 19/1997 ΕλλΔνη 1997.1574 και Παπαζήση σε ΑΚ Γεωργιάδη - Σταθόπουλο υπό αρθρ. 1393 αρ. 35-39) και πρέπει, επομένως, να ερευνηθεί περαιτέρω κατ" ουσίαν.
Επιπλέον, ασκεί προφορικά ανταίτηση, διώκοντας: α) επικουρικά και στην περίπτωση που παραχωρηθεί η οικογενειακή στέγη στην αιτούσα να υποχρεωθεί η τελευταία να του καταβάλει ως αντάλλαγμα, για το διάστημα της χρήσης της, το ποσό των 350 ευρώ μηνιαία, που αντιστοιχεί στη μισθωτική αξία της και β) να καθορισθεί ο τρόπος επικοινωνίας τούτου με το ανήλικο τέκνο του. Η ανταίτηση είναι παραδεκτή και νόμιμη, ερειδόμενη στις διατάξεις των άρθρων 216, 268 παρ. 4, 682 παρ. 1, 2, 686 παρ. 3, 4, 687 παρ. 2, 735, 947, 950 ΚΠολΔ, 1393 εδ. α' και 1520 ΑΚ και πρέπει, συνεπώς, συνεκδικαζόμενη με την ένδικη αίτηση, να ερευνηθεί περαιτέρω κατ' ουσίαν.
Κατά το άρθρο 1393 εδ. α' ΑΚ, σε περίπτωση διακοπής της συμβιώσεως, το δικαστήριο μπορεί, εφόσον το επιβάλλουν λόγοι επιείκειας ενόψει των ειδικών συνθηκών του καθενός από τους συζύγους και του συμφέροντος των τέκνων, να παραχωρήσει . στον ένα σύζυγο την αποκλειστική χρήση ολόκληρουή τμήματος του ακινήτου που χρησιμεύει για κύρια διαμονή των ίδιων (οικογενειακή στέγη), ανεξάρτητα από το ποιος από αυτούς είναι κύριος ή έχει απέναντι στον κύριο το δικαίωμα της χρήσεως του. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι το δικαστήριο, μέσα στην εξουσία του να προστατεύσει την οικογένεια σε περίπτωση διακοπής της έγγαμης συμβιώσεως, έχει το δικαίωμα να παραχωρήσει την αποκλειστική χρήση ολόκληρου ή τμήματος του ακινήτου που χρησιμεύει ως οικογενειακή στέγη στον ένα από τους συζύγους. Η εν λόγω παραχώρηση γίνεται με βάση τις. ειδικές συνθήκες του καθενός συζύγου, το συμφέρον των τέκνων και τις αρχές της επιείκειας, οι οποίες είναι δυνατόν να επιβάλλουν κατά περίπτωση η παραχώρηση αυτή να γίνεται και προς το σύζυγο που έχει εμπράγματο ή ενοχικό δικαίωμα στο ακίνητο, όπως επίσης να γίνεται με αντάλλαγμα ή χωρίς αντάλλαγμα, το οποίο είναι δυνατόν να υπολογισθεί ή να μην υπολογισθεί κατά τον καθορισμό της διατροφής, που οφείλει ο υπόχρεος και κύριος της παραχωρούμενης οικογενειακής στέγης στον άλλο σύζυγο ή τα τέκνα του (ΑΠ 1630/2002 ΕλλΔνη 44.775, ΑΠ 792/2000 ΕλλΔνη 41.1647, ΕΠ 68/2005 ΠειρΝμγ 2005.41, ΕΑ 122/2002 Αρμ 2002.1479).
Από την εκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων Σταματάς Φλώρου του Κωνσταντίνου και Ελένης Κανέλλη του Ζαχαρία που εξετάσθηκαν κατά πρόταση των διαδίκων (ενός από κάθε διάδικο μέρος αντίστοιχα) στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, των εγγράφων που προσκομίζουν, μεταξύ των οποίων οι υπ' αριθμούς 201, 202 και 203/7-6-2006 ένορκες βεβαιώσεις των σε αυτές αναφερομένων προσώπων που ελήφθησαν επιμέλεια των διαδίκων ενώπιον της αναπληρώνουσας τον Ειρηνοδίκη Σπάρτης, Ειρηνοδίκη Κροκεών, και του Ειρηνοδίκη Σπάρτης (ως προς λήψη υπόψη ενόρκων βεβαιώσεων χωρίς να έχει προηγηθεί νομότυπη κατ' άρθρο 270 ΚΠολΔ κλήτευση προ δύο εργασίμων ημερών βλ. άρθρο 347 ΚΠολΔ, ΑΠ 739/1988 ΕΕΝ 1989.384), αυτών που ανέπτυξαν προφορικά οι διάδικοι και με τα σημειώματα τους και γενικά από τη συζήτηση της υποθέσεως, πιθανολογήθηκαν τα εξής: Οι διάδικοι τέλεσαν νόμιμο γάμο την 1η Σεπτεμβρίου 2001 στο Βασαρά Λακωνίας, κατά τη διάρκεια του οποίου απέκτησαν ένα τέκνο, την Μαρία -Ειρήνη, που γεννήθηκε στις 19-11-2002, ηλικίας ήδη 4 ετών κατά τη συζήτηση της αίτησης. Κατά τα πρώτα έτη η έγγαμη συμβίωση τους εξελίχθηκε ομαλά, ακολούθως όμως δημιουργήθηκαν προβλήματα στις σχέσεις τους και την 1-3-2006 αποφάσισαν να λύσουν το μεταξύ τους γάμο με συναινετικό διαζύγιο, ενώ ο καθού η αίτηση στις 12-3-2006 απεχώρησε από τη συζυγική εστία στη Σπάρτη και εγκαταστάθηκε στον Κλαδά Λακωνίας. Ούτως διασπάσθηκε η έγγαμη συμβίωση τους, η οποία μέχρι τη συζήτηση της αίτησης δεν έχει αποκατασταθεί. Περαιτέρω, πιθανολογήθηκε ότι η αιτούσα παρέχει στο ανήλικο τέκνο όλες τις αναγκαίες φροντίδες για την υγιή σωματική και ψυχική του ανάπτυξη και είναι η πλέον κατάλληλη για να της ανατεθεί η επιμέλεια του προσώπου του, για το οποίο συναινεί και ο καθού - πατέρας. Επίσης, με γνώμονα το συμφέρον του τέκνου των διαδίκων, το οποίο πρέπει να αναπτύξει υγιή και σταθερή σχέση με τον πατέρα τους η οποία είναι απαραίτητη για την ψυχοσωματική του ανάπτυξη, πρέπει να ρυθμισθεί προσωρινώς η επικοινωνία του με αυτόν ως εξής, ως συνομολογεί και η αιτούσα: 1) κάθε δεύτερο σαββατοκύριακο, από το Σάββατο στις 13:00 έως και τη Δευτέρα στις 08:30 με διανυκτέρευση στην πατρική οικία του καθού η αίτηση, 2) την ημέρα της ονομαστικής εορτής του καθού και μέχρι τις 08:30 την επόμενη της ονομαστικής εορτής του ημέρα, με διανυκτέρευση στην πατρική οικία -τσΐΓκαθσύ η αίτηση, 3) κάθε Δευτέρα και Τετάρτη από τις 18:00 και μέχρι τις 08:30 την επομένη, με διανυκτέρευση στην πατρική οικία του καθού η αίτηση, 4) από 1η έως 15η ημέρα κατά το μήνα Ιούλιο και από 1η έως 15η κατά το μήνα Αύγουστο και 5) κατά τις εορτές Χριστουγέννων και Πάσχα επί δεκαήμερο. Σε όλες τις περιπτώσεις ο ανταιτών - πατέρας υποχρεούται να παραλαμβάνει και παραδίδει το τέκνο από και στην οικία της μητέρας του, όπου αυτό διαμένει, ρυθμίζοντας τις υπόλοιπες λεπτομέρειες με την τελευταία.Μετά τη διακοπή της εγγάμου συμβιώσεως των διαδίκων, η αιτούσα συνέχιζε να παραμένει μαζί με το ανήλικο τέκνο των διαδίκων στην κοινή τους οικία (συζυγική στέγη) στη Σπάρτη και επί της οδού Μενελάου αρ. 55 - 57, ιδιοκτησίας του καθού, την οποία τους είχε παραχωρήσει χωρίς να του καταβάλουν αντάλλαγμα. Εξάλλου, στην εν λόγω οικία θα πρέπει να συνεχίσουν να παραμένουν η αιτούσα με το ανήλικο τέκνο των διαδίκων, καθόσον τούτο επιβάλλεται αφενός μεν από το συμφέρον του τέκνου για μη αλλαγή του περιβάλλοντος στο οποίο έχει συνηθίσει, ειδικά μετά τη διακοπή της έγγαμης συμβίωσης των γονέων του, αφετέρου δε, χάριν επιεικείας και λόγω των ειδικών συνθηκών της αιτούσας (οικονομική κατάσταση της ως κατωτέρω αναπτύσσεται ειδικώς . και ζημία της σε περίπτωση αποχώρησης της από το ακίνητο αυτό). Η αξία χρήσης της εν λόγω οικίας αντιστοιχεί στη μισθωτική αξία αυτής, η οποία, λαμβανομένου υπόψη ότι πρόκειται για διαμέρισμα νεόκτιστο, δεύτερου ορόφου πολυκατοικίας εμβαδού 90 τ.μ., ανέρχεται στο ποσό των 350 ευρώ μηνιαίως, σύμφωνα με τα συναλλακτικά ήθη της περιοχής, ενώ το ύψος των στεγαστικών αναγκών του ανήλικου ανέρχεται στο ποσό των 150 ευρώ, το υπόλοιπο δε μέρος του ποσού της αξίας χρήσης της οικογενειακής στέγης (200 ευρώ) καλύπτει τις στεγαστικές ανάγκες της αιτούσας. Εξάλλου, ο καθού η αίτηση εργάζεται ως υπάλληλος (πωλητής) σε επιχείρηση εμπορίας ραπτομηχανών και οικιακών συσκευών κατάστημα πώλησης ηλεκτρικών ειδών που διατηρεί στη Σπάρτη ο γαμβρός του Ιωάννης Φούντας. Επίσης, έχει κατά κυριότητα έναν αγρό στη θέση «ΨΥΡΩΣΥΚΙΑ» Κλαδά του Δ. Σπάρτης, εκτάσεως 3 στρεμμάτων, έναν αγρό στη θέση*«ΠΑΛΙΑΜΠΕΛΟ» Κλαδά, εκτάσεως 1 στρέμματος και έναν αγρό στη θέση «ΧΑΡΟΥ» Κλαδά, εκτάσεως 3 στρεμμάτων. Επίσης είναι κύριος του ανωτέρω ακινήτου που βρίσκεται στη Σπάρτη και διαμένει προσωρινά η αιτούσα. Από την ανωτέρω εργασία του οι μηνιαίες αποδοχές του ανέρχονται τουλάχιστον στο ποσό των 1000 ευρώ, ενώ λοιπά εισοδήματα του δεν πιθανολογήθηκαν (ούτε η αιτούσα ισχυρίζεται εισοδήματα αυτού από άλλη αιτία), απορριπτόμενου του ισχυρισμού του ότι αμείβεται με μηνιαίο μισθό 386,03 ευρώ μηνιαίως, υποαπασχολούμενος επί τετράωρο ημερησίως. Εξάλλου, η αιτούσα εργάζεται ως βοηθός φαρμακοποιού σε φαρμακείο της εταιρίας «Αδαμαντίας Κανέλλη και ΣΙΑ ΟΕ» στη Σπάρτη, εργασία από την οποία αποκερδαίνει το ποσό των 570 ευρώ μηνιαίως ενώ άλλη περιουσία ή εισοδήματα από άλλη πηγή δεν πιθανολογήθηκαν. Εξάλλου, το τέκνο των διαδίκων διαμένει με τη μητέρα τους κατά τα ανωτέρω διαλαμβανόμενα, ενώ οι λοιπές δαπάνες ενδύσεως, διατροφής, ψυχαγωγίας, παραθερισμού και γενικώς συντηρήσεως του είναι οι συνήθεις δαπάνες που απαιτούνται για τους ανηλίκους της ίδιας με αυτό ηλικίας ενώ δεν αποκομίζει εισόδημα και δεν έχει περιουσιακά στοιχεία, αδυνατεί δε λόγω της ηλικίας του να εργασθεί και, επομένως, δικαιούται διατροφής από τους γονείς του. Με βάση δε τις ανωτέρω ανάγκες του, την ηλικία του και την άριστη υγεία του, με συνεκτίμηση και των συνθηκών της ζωής και των δυνάμεων των γονέων τους, από τις οποίες αυτές συμπροσδιορίζονται (βλ. ΕΘ 2241/2000 Αρμ. 2001.330, ΑΠ 396/2001 αδημ.), η απαιτούμενη ανάλογη διατροφή του ανέρχεται στο ποσό των 300 ευρώ το μήνα. Στο εν λόγω ποσό συνυπολογίζεται και η προσφορά της προσωπικής εργασίας και απασχόλησης της αιτούσας για την περιποίηση και φροντίδα του, η οποία είναι αποτιμητή σε χρήμα. Εξάλλου, καθόσον με την υπό κρίση αίτηση ζητείται να υποχρεωθεί ο καθού να καταβάλει μόνο τη συμμετοχή του ανάλογα με τις δυνάμεις του στη διατροφή του ανηλίκου, προσδιοριζόμενης και συνυπολογιζομένης της συμμετοχής της μητέρας τους, από την εκτίμηση και τη σύγκριση των δυνάμεων των γονέων του, τον καθού βαρύνει μέρος μόνο της απαιτούμενης συνολικής διατροφής γι αυτό. Για τον προσδιορισμό της αναλογίας που βαρύνει τον καθ ού πρέπει να γίνει κατά τα αιτηθέντα, αναγωγή της οικονομικής δυνατότητας του κάθε διαδίκου στο σύνολο των εισοδημάτων του, ήτοι α) του καθού - πατέρα 1000 (εισόδημα από εργασία) + 150 (αξία χρήσης της οικογενειακής στέγης που καλύπτει τις στεγαστικές ανάγκες του τέκνου) ήτοι 1.150 ευρώ ]και β) της αιτούσας - μητέρας 570 (εισόδημα από εργασία) + 150 (παροχή προσωπικών υπηρεσιών στο ανήλικο που είναι αποτιμητές σε χρήμα) ήτοι 720 ευρώ της αιτούσας, συνολικά 1150 + 720 ήτοι 1870 ευρώ. Η υποχρέωση τους δε αυτή επιμερίζεται σε ποσοστό 62% για τον καθ ού και 38% για την αιτούσα αντίστοιχα, οπότε ο καθ ού πρέπει να καταβάλει ως προσωρινή διατροφή το ποσό των 186 ευρώ, το οποίο είναι σε θέση να καταβάλλει χωρίς να διακινδυνεύει η διατροφή του, με βάση τα εισοδήματα του και τα αναγκαία έξοδα του, κατά το υπόλοιπο δε ποσό βαρύνεται η αιτούσα. Μέρος τούτου του ποσού της συνεισφοράς του εκπληρώνει με την παραχώρηση της οικίας του, η αξία χρήσης της οποίας αποτιμάται, ως προαναφέρθηκε, σε 350 ευρώ, εκ των οποίων 150 ευρώ αντιστοιχεί στην κάλυψη των στεγαστικών αναγκών της ανήλικης. Επομένως, οφείλει ακόμη να καταβάλει στην ενάγουσα το υπόλοιπο ποσό της συνεισφοράς του, δηλαδή, 36 ευρώ. Περαιτέρω, λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι η αιτούσα στερείται ικανών περιουσιακών στοιχείων για να ανταπεξέλθει στα έξοδα της οικίας της (καταβολή ποσών ΔΕΗ, ΟΤΕ και λοιπών ΔΕΚΟ, κοινόχρηστα κλπ έξοδα) και της διατροφής της ίδιας και του τέκνου της (στο βαθμό που της αναλογεί κατά τα ανωτέρω) πρέπει να παραχωρηθεί η ανωτέρω οικία στην αιτούσα άνευ ανταλλάγματος απορριπτόμενου του σχετικού αιτήματος του καθ ού - ανταιτούντα ως κατ' ουσίαν αβασίμου. Εξάλλου, πρέπει να γίνει δεκτό ως κατ' ουσίαν βάσιμο το αίτημα της αιτούσας περί προσωρινής παραχώρησης της χρήσης του υπ' αριθμ. κυκλοφορίας ΑΚΕ 4101 ΙΧΕ αυτοκινήτου εργοστασίου κατασκευής SΕΑΤ τύπου ΙΒΙΖΑ, συγκυριότητας των διαδίκων, χωρίς αντάλλαγμα, το οποίο της είναι απολύτως απαραίτητο για να μετακινείται για την εργασία της και να επιμελείται και των υποθέσεων του ανηλίκου, λαμβανομένου υπόψη και του γεγονότος ότι ο καθ ού η αίτηση διαθέτει και άλλο ΙΧΕ αυτοκίνητο εργοστασίου κατασκευής FΙΑΤ τύπου ΒΡΑVΑ, με το οποίο μπορεί να καλύπτει πλήρως όλες τις ανάγκες μετακίνησης του.
Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει να γίνουν εν μέρει δεκτές και ως κατ' ουσίαν βάσιμες οι υπό κρίση αίτηση και ανταίτηση και να διαταχθούν τα στο διατακτικό διαλαμβανόμενα. Επίσης πρέπει να απορριφθεί το αίτημα του καθ ού η αίτηση περί διαγραφής των αναφερομένων στο σημείωμα του φράσεων του εισαγωγικού δικογράφου και δη των φράσεων «εξαιτίας αποκλειστικά του δύστροπου χαρακτήρα που εκδήλωσε ο καθ ού», «οι σε βάρος μου αναίτιες ύβρεις και βωμολοχίες, ακόμη και οι απειλές κατά της ζωής μου κατά κανόνα, ενώπιον τρίτων και μάλιστα συγγενών μας, η παντελής αδιαφορία του για τα ζητήματα του κοινού βίου μας, η απροθυμία του να λάβει μέρος στις κοινωνικές υποχρεώσεις μας και γενικά η ανάρμοστη και σκαιά συμπεριφορά του απέναντι μου», «συνέχισε να επιδεικνύει την ίδια και σκληρότερη σε βάρος μου συμπεριφορά του» και «να εκτραχυνθεί ακόμη περισσότερο η συμπεριφορά του αντιδίκου εναντίον μου και να καταστεί ακόμη εντονότερη η επίδειξη από την πλευρά του, παντελούς αδιαφορία για όλα τα θέματα του κοινού βίου μας», καθόσον δεν υπερβαίνουν το επιβαλλόμενο κατ' άρθρο 206 ΚΠολΔ μέτρο, λαμβανομένου υπόψη ότι απαιτείται η ανάπτυξη των θέσεων των διαδίκων αναφορικά με τη συμπεριφορά καθενός αυτών κατά τη διάρκεια της εγγάμου συμβιώσεως των προκειμένου να κριθεί η ικανότητα του να αναλάβει την επιμέλεια ανηλίκου παιδιού (το οποίο αποτελεί και κύριο αντικείμενο της παρούσας διαδικασίας) και να καταγνωσθεί η διακοπή της συμβίωσης των διαδίκων, η οποία επιβάλλει τη ρύθμιση της σχέσεως των διαδίκων. Τα δικαστικά έξοδα πρέπει να συμψηφισθούν μεταξύ των διαδίκων καθόσον πρόκειται για διαφορά μεταξύ συζύγων (άρ. 179 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Συνεκδικάζει αντιμωλία των διαδίκων τις στο σκεπτικό αναφερόμενες αίτηση και προφορικώς ασκηθείσα ανταίτηση.
Δέχεται εν μέρει την αίτηση.
Αναθέτει προσωρινά στην αιτούσα μητέρα την επιμέλεια του προσώπου του ανηλίκου τέκνου των διαδίκων Μαρίας - Ειρήνης.
Υποχρεώνει τον καθ ού να καταβάλει στην αιτούσα υπό την ιδιότητα της ως εχούσης προσωρινώς την επιμέλεια του προσώπου του ανηλίκου τέκνου τους το ποσό των τριάντα έξι (36) ευρώ μηνιαίως, ως προσωρινή διατροφή τούτου, που θα προκαταβάλλεται την πρώτη ημέρα κάθε μήνα, αρχής γενομένης από την επομένη της επιδόσεως της αιτήσεως και εφεξής μέχρι εκδόσεως οριστικής αποφάσεως επί τακτικής επί διατροφής αγωγής.
Ρυθμίζει προσωρινά τη χρήση της οικογενειακής στέγης των διαδίκων, στη Σπάρτη και επί της οδού Μενελάου αρ. 55-57 δια παραχωρήσεως ταύτης στην αιτούσα, άνευ ανταλλάγματος.
Παραχωρεί προσωρινά τη χρήση του υπ' αριθμ. κυκλοφορίας ΑΚΕ 4101 ΙΧΕ αυτοκινήτου εργοστασίου κατασκευής SΕΑΤ τύπου ΙΒΙΖΑ, συγκυριότητας των διαδίκων, στην αιτούσα, άνευ ανταλλάγματος.
Δέχεται εν μέρει την ανταίτηση.
Καθορίζει προσωρινώς την επικοινωνία του ανταιτούντος με το ανήλικο τέκνο του Μαρία - Ειρήνη ως εξής: 1) κάθε δεύτερο σαββατοκύριακο, από το Σάββατο στις 13:00 έως και τη Δευτέρα στις 08:30 με διανυκτέρευση στην πατρική οικία του καθ ού η αίτηση, 2) την ημέρα της ονομαστικής εορτής του καθ ού και μέχρι τις 08:30 την επόμενη της ονομαστικής εορτής του ημέρα, με διανυκτέρευση στην πατρική οικία του καθ ού η αίτηση, 3) κάθε Δευτέρα και Τετάρτη από τις 18:00 και μέχρι τις 08:30 την επομένη, με διανυκτέρευση στην πατρική οικία του καθ ού η αίτηση, 4) από 1η έως 15η ημέρα κατά το μήνα Ιούλιο και από 1η έως 15η κατά το μήνα Αύγουστο και 5) κατά τις εορτές Χριστουγέννων και Πάσχα επί δεκαήμερο. Σε όλες τις περιπτώσεις ο ανταιτών - πατέρας υποχρεούται να παραλαμβάνει και παραδίδει το τέκνο από και στην οικία της μητέρας του, όπου αυτό διαμένει, ρυθμίζοντας τις υπόλοιπες λεπτομέρειες με την τελευταία.
Συμψηφίζει μεταξύ των διαδίκων τα δικαστικά έξοδα.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του στη Σπάρτη την 28 Ιουλίου 2006, παρουσία και του Γραμματέα Θεμιστοκλή Δογαντζή.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)