ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΣΠΑΡΤΗΣ Αριθμός 249/2007

ΣΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΛΑΟΥ


Αριθμός 249/2007

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΣΠΑΡΤΗΣ



Αποτελούμενο από τη Δικαστή Ευτυχία Κονταράτου - Πρωτοδίκη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο Πρωτοδικών και τη Γραμματέα Ρουμπίνη Καλοπίση.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 23 Μαρτίου 2007, προκειμένου να δικάσει την εξής υπόθεση:

Του ανακόπτοντος Κωνσταντίνου Ιω. Ανδριόπουλου, κατοίκου Ιλίου Αττικής, ο οποίος εκπροσωπήθηκε στο Δικαστήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Παναγιώτη Αθανασούλια.

Του καθ' ου η ανακοπή Θαλή Γεωργίου Πολυχρονάκου, κατοίκου Σπάρτης, ο οποίος εκπροσωπήθηκε στο Δικαστήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Δημήτριο Πολυχρονάκο.

Ο ανακόπτων κατέθεσε στο Γραμματέα του Δικαστηρίου αυτού την
από 14-7-2006 και στο Μονομελές Πρωτοδικείο Σπάρτης απευθυνόμενη ανακοπή του, η οποία καταχωρήθηκε στα σχετικά βιβλία με αύξοντα αριθμό 2038/ΕΓ 66/2006 και γράφτηκε στο σχετικό πινάκιο, για να συζητηθεί στη δικάσιμο της 27-10-2006 και μετά από αναβολή στη δικάσιμο, που αναφέρεται στην αρχή της απόφασης αυτής.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης αυτής και κατά την εκφώνηση της από το σχετικό πινάκιο, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις τους, τις οποίες ανέπτυξαν και προφορικά .

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 585 παρ. 2, 979 παρ. 1, 216 παρ. 1 και 217 ΚΠολΔ συνάγεται ότι το δικόγραφο της ανακοπής κατά του πίνακα κατάταξης πρέπει να περιέχει, εκτός από τα στοιχεία που αναφέρονται στα άρθρα 118 και 120 του ίδιου Κώδικα και τους λόγους αυτής, ώστε να παρέχεται η δυνατότητα στον καθ ού να αμυνθεί και στο δικαστήριο να ελέγξει τη νομιμότητα και την ουσιαστική βασιμότητα της απαίτησης. Ειδικότερα, η ανακοπή ως εισαγωγικό δικόγραφο της περί την εκτέλεση δίκης πρέπει να περιέχει ακριβή περιγραφή της απαίτησης, της οποίας ζητείται η κατάταξη και του προνομίου της, δηλαδή πλήρη παράθεση των πραγματικών περιστατικών, τα οποία κατά νόμο θεμελιώνουν την απαίτηση και το προνόμιο της [ΑΠ 337/1998 ΝοΒ 1999, 947, ΑΠ 1099/1996 ΕλλΔνη 38, 1088, ΑΠ 1260/1991 ΕΕΝ 1993, 66, ΕφΑΘ 5334/2001 Αρμ 2002, 591]. Η ελλιπής παράθεση των περιστατικών αυτών καθιστά την ανακοπή αόριστη και ως εκ τούτου απορριπτέα, μη δυνάμενη να συμπληρωθεί με τις προτάσεις ή με αναφορά σε άλλα έγγραφα και μάλιστα στο περιεχόμενο της αναγγελίας και των εγγράφων που κατατίθενται μέσα στην ίδια με την επίδοση αυτής προθεσμία και αποδεικνύουν την απαίτηση [ΑΠ 1351/1998, αδημ, ΕφΑΘ 5334/2001 Αρμ 2002, 591 ]. Τα παραπάνω στοιχεία, δηλαδή ακριβή περιγραφή της απαίτησης και του επικαλούμενου προνομίου της, πρέπει να περιέχει η ανακοπή όχι μόνον όταν η απαίτηση του ανακόπτοντος δεν κατατάχθηκε καθόλου ή ως προνομιακή στον πίνακα κατάταξης και φέρεται αυτή προς διάγνωση με την ανακοπή, αλλά και όταν με την ανακοπή αμφισβητείται απλώς η απαίτηση του καταταχθέντος καθ ού η ανακοπή ή ο προνομιακός χαρακτήρας της, οπότε ο καθ ού έχει, κατά τα προεκτεθέντα, το βάρος επίκλησης και απόδειξης της απαίτησης του ή του προνομίου της, άλλως γίνεται δεκτή η ανακοπή [ΕφΑΘ 5334/2001 οπ, ΕφΘεσ 1210/1995 ΑρχΝ 1995, 397-398]. Διότι και στην περίπτωση αυτή η περιγραφή της απαίτησης και του προνομίου της δικαιολογούν το έννομο συμφέρον του ανακόπτοντος, που ασκεί και νομιμοποιητική λειτουργία, αφού η δια της παραδοχής της ανακοπής αποβολή από τον πίνακα του καθ ού προϋποθέτει κατ' ανάγκη την ύπαρξη κατατακτέας απαίτησης του ανακόπτοντος [ΕφΑθ 5334/2001 όπ, ΕφΑΘ 8395/1993 ΕλλΔνη 1994, 1102, ΕφΠειρ 1083/1991 ΕΝΔ 1992, 285, 287]. Αν δεν υφίσταται απαίτηση του ανακόπτοντος, η ανακοπή του είναι απορριπτέα και αν ακόμη ο καθού η ανακοπή δεν ανταποκριθεί στο βάρος επίκλησης και απόδειξης της δικής του απαίτησης και του προνομίου της [βλ. Νικολόπουλο σε Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα, Ερμηνεία κατ' άρθρο ΚΠολΔ, άρθρο 979, αρ. 32-33 σελ. 1903-1904 ].

Στην προκειμένη περίπτωση ο ανακόπτων εκθέτει στην από 14-7-2006 ανακοπή του ότι με επίσπευση του διενεργήθηκε στις 5-4-2006 αναγκαστικός πλειστηριασμός επί ακινήτου του οφειλέτη του Παντελή Παπαθανασόπουλου και ότι με τον υπ' αριθμ. 5935/27-6-2006 πίνακα κατάταξης δανειστών της συμβολαιογράφου Καστορείου Γεωργίας Μάρκου-Ζακάκη κατετάγη προνομιακώς και τυχαίως απαίτηση του καθ ού δικηγόρου για ποσό 4.200,47 ευρώ με βάση την από 16-4-2006 αναγγελία του για συνολικό ποσό 6.142,11 ευρώ, που αφορά αμοιβές του. Ότι τον ανωτέρω πίνακα κατάταξης, στον οποίο η δική του απαίτηση δεν κατατάχθηκε καθόλου προσβάλλει για τους εκτιθέμενους σ' αυτήν λόγους που συνίστανται σε απλή άρνηση της απαίτησης του καταχθέντος καθ ού η ανακοπή. Ζητεί δε ο ανακόπτων να ακυρωθεί ο προσβαλλόμενος πίνακας κατάταξης ως προς την καταταγείσα απαίτηση του καθ ού για τα επί μέρους αυτής κονδύλια που προσβάλλονται με τους ειδικότερους λόγους και κατόπιν τούτου να τροποποιηθεί ο πίνακας αναλόγως έτσι ώστε να καταταγεί αυτός [ανακόπτων] στη θέση του αποβληθησομένου απ' αυτόν καθ ού ως προς το σύνολο της απαίτησης του για την οποία επισπεύθηκε η αναγκαστική εκτέλεση. Με αυτό το περιεχόμενο η ανακοπή, η οποία έχει ασκηθεί νόμιμα και εμπρόθεσμα, είναι αόριστη και πρέπει να απορριφθεί διότι αν και ο ανακόπτων αμφισβητεί μέρος της απαίτησης του καταχθέντος καθ ού η ανακοπή και επιδιώκει τον περιορισμό του ποσού της απαίτησης του καθ ού για δικηγορικές αμοιβές και την στη θέση αυτής κατάταξη στον πίνακα της δικής του απαίτησης, δεν περιγράφει επακριβώς την απαίτηση του και το τυχόν προνόμιο αυτής, που, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα στη μείζονα σκέψη, δικαιολογούν το έννομο συμφέρον του [ ανακόπτοντος ], που ασκεί και νομιμοποιητική λειτουργία. Ειδικότερα, δε, δεν γίνεται επίκληση του ύψους της απαίτησης, της οποίας ζητείται η κατάταξη, τις ειδικής έννομης σχέσης από την οποία απορρέει η απαίτηση και του τυχόν προνομιακού της χαρακτήρα και κατά συνέπεια δεν είναι δυνατόν να διαπιστωθεί από το Δικαστήριο αν υπάρχει κατατακτέα απαίτηση του ανακόπτοντος, η οποία αποτελεί, όπως προαναφέρθηκε, προϋπόθεση παραδοχής της ανακοπής και αποβολής του καθ ού από τον πίνακα. Επομένως, πρέπει η κρινόμενη ανακοπή να απορριφθεί ως απαράδεκτη,λόγω της πιο πάνω αοριστίας του δικογράφου της, γενομένου δεκτού του σχετικού ισχυρισμού του καθ ού η ανακοπή. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα του καθ ού πρέπει να επιβληθούν σε βάρος του ανακόπτοντος, λόγω της ήττας του [άρθρο 176 ΚΠολΔ], όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό της παρούσας.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει κατ' αντιμωλίαν των διαδίκων.

Απορρίπτει την ανακοπή.

Επιβάλλει σε βάρος του ανακόπτοντος τα δικαστικά έξοδα του καθού η ανακοπή, τα οποία ορίζει στο ποσό των διακοσίων πενήντα [ 250 ] ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση και στο ακροατήριο του στις 24 Ιουλίου 2007.